To 1974, ο Τζιμ Χόφμαν είναι ένας μέσος οικογενειάρχης, πατέρας δύο παιδιών που εργάζεται σκληρά σαν πιλότος, δοτικός σύζυγος και … περιστασιακό βαποράκι. Όταν ο Τζιμ συλλαμβάνεται κατά την διάρκεια των οικογενειακών του διακοπών να εισάγει κοκαΐνη στις ΗΠΑ, ο φιλόδοξος πράκτορας του FBI Μπένεκτιτ Τζ. Τίσα το βλέπει σαν μια ευκαιρία να κερδίσει μία τεράστια επιτυχία για την Υπηρεσία χρησιμοποιώντας τον Τζιμ για να παγιδεύσει τον προμηθευτή του. Eτσι ο Τζιμ μετακομίζει στο Σαν Ντιέγκο και γίνεται πληροφοριοδότης του FBI. Εκεί θα βάλλει στην άκρη τα καθήκοντα του όταν γνωρίσει τον διάσημο γείτονα του, τον μηχανικό αυτοκινήτων και σχεδιαστή, Τζον Ντελόριαν. Σύντομα βρίσκεται στον κύκλο του Ντελόριαν γοητευμένος από το όραμα του να φέρει την επανάσταση στην αμερικάνικη αυτοκινητοβιομηχανία. Όταν όμως το όνειρο του Ντελοριάν καταλήγει σε αποτυχία και ο πράκτορας Τίσα βρίσκεται πολύ κοντά στην σύλληψη του, ο Τζιμ άξαφνα βρίσκεται ανάμεσα σε δύο άντρες που θέλουν απελπισμένα να πετύχουν.

Απολαυστικό στον τρόπο που αναπαριστά με ζωντανά χρώματα μια γερή δόση λεπτής ειρωνείας και με ιδιαίτερη έμπνευση την everything goes δεκαετια του 70, πόσο κρίμα που όλες οι παραπάνω αρετές είναι μένουν ανεκμετάλλευτες σε ένα φιλμ που θεωρεί ότι μπορεί να την βγάλει καθαρή μόνο με την γυαλιστερή του επιφάνεια και το χαριτωμένο μουστάκι του Τζέισον Σουντέικις.

Διότι ακόμη κι αν η ιστορία πίσω από το DeLorean, ένα αμάξι που θα έκανε την επανάσταση στην αυτοκινητοβιομηχανία (και που έγινε διάσημο από το «Επιστροφή στο Μέλλον», είναι μια γεμάτη απότομες στροφές διαδρομή σε μια αληθινά μπερδεμένη φιλιά και μια βουτιά στον γκρεμό του αμερικανικού ονείρου, στην ταινία του Νικ Χαμ, όλα μένουν στον αφρό και τις εντυπώσεις.

Οι χαρακτήρες και οι σχέσεις τους δεν πηγαίνουν πιο βαθιά από μια βιαστική σκιαγράφηση, η αστυνομική πλευρά της ιστορίας ελάχιστα σε ενδιαφέρει, η σχεδόν τραγική φιλιά των δυο ηρώων δεν αποκτά ποτέ το βάθος και την ένταση που θα έπρεπε.

Εντελώς αναποφάσιστο στον τόνο του, τσαλαβουτώντας στα νερά της κωμωδίας, του δράματος και της αστυνομικής ταινίας, αλλά δίχως στιγμή να βρέχει τα πόδια του το φιλμ του Χαμ δεν ενοχλεί (αντιθέτως είναι αρκούντως γοητευτικό ως καλοκαιρινό θέαμα) αλλά δεν μοιάζει με τίποτα περισσότερο από μια χαμένη ευκαιρία που μπορεί να συγκινήσει μόνο τους λάτρεις των παράξενων ιστοριών της αμερικάνικης αυτοκινητοβιομηχανίας.