Τρανσυλβανία, 15ος αιώνας. Ο Πρίγκιπας Βλαντ Ντράκιουλα και η σύζυγός του Ελιζαμπέτα ζουν ο ένας για τον άλλον - έναν παθιασμένο, ηδονικό, εμμονικό έρωτα που απορροφά όλα τα υπόλοιπα γύρω τους. Ομως ο Πρίγκιπας είναι και στρατηλάτης, κι όταν το καθήκον τον καλεί για να υπερασπιστεί το βασίλειο από τους εισβολείς, το μόνο που ζητά από το Θεό είναι να προστατεύσει την Ελιζαμπέτα από κάθε πιθανό κακό. Χύνεται στη μάχη, αλλά επιστρέφοντας βρίσκει το πτώμα της γυναίκας του που σφιαγιάστηκε από τους εχθρούς, όταν προσπάθησε να διαφύγει.

Η απώλεια τον κλονίζει - απαρνιέται την πίστη του, αποκηρύσσει το Θεό και γίνεται βρικόλακας. Ορκίζεται να ψάξει μέσα στους αιώνες να ξαναβρεί την Ελιζαμπέτα του, σίγουρος ότι η αγνή ψυχή κι ομορφιά της θα μετενσαρκωθεί. Στρατός του, μία σειρά από καταραμένες Νύφες που δαγκώνει, μολύνει και ξαποστελνει στα πέρατα της Γης για να βρουν την αγαπημένη του. Υπηρέτες στον μακάβριο πύργο του, παιδιά που έχει μεταμορφώσει σε σαρκοβόρα γκουργκόιλς.

Παρίσι, 19ος αιώνας. Το βαμπιρικό φαινόμενο έχει προβληματίσει επιστήμονες και ιερείς - οι βαμπιρίνες του Δράκουλα σκορπούν χάος, τρόμο και θάνατο. Ενας αιρετικός ιερέας κι ένας γιατρός προσπαθούν να εξιχνιάσουν περιπτώσεις που η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά. Παράλληλα, ένας νεαρός δικηγόρος επισκέπτεται το στοιχειωμένο πλέον κάστρο του Δράκουλα στην Τρανσυλβανία. Οταν του δείχνει το μενταγιόν με τη δική του αγαπημένη, την Μίνα, ο μαραζομένος στο πέρασμα των χρόνων Κόμης αναγνωρίζει την Ελιζαμπέτα του και ξεκινά ένα ταξίδι για να τη βρει, να της θυμίσει τον έρωτά τους και να την κάνει και πάλι δική του.

Ο Λικ Μπεσόν ξαναδιαβάζει το εμβληματικό μυθιστόρημα του Μπραμ Στόκερ, δίνοντας από τον τίτλο ακόμα τις προθέσεις του. Αν ο Φράνσις Φορντ Κόπολα στην σκηνή που έγινε κλασική βάζει τη Μίνα να αγκαλιάζει τον Δράκουλα με απέθαντο έρωτα, ψελλίζοντας «take me away from all this death», ο Μπεσόν μοιάζει να θέλει να φτάσει σε αυτή την κορύφωση βιαστικά, από την αρχή. Ανεβάζει τις θερμοκρασίες από την πρώτη κιόλας σεκάνς, μάς συστήνει την εμμονή του ενός με τον άλλον με όρους σεξουαλικότητας και ερωτισμού, για να αποδείξει ότι η αγάπη του Πρίγκιπα και της Ελιζαμπέτα ήταν υπεράνω της ζωής και του θανάτου.

Αμετροεπής, χαοτικός, μελοδραματικός, αποτυγχάνει να δημιουργήσει συναισθηματικό βάθος, συγκίνηση, να επεξεργαστεί με ώριμη κατανόηση τη συμβολική, αιώνια διάσταση της βαμπιρικής μυθολογίας. Η γρήγορη κινηματογράφηση μοιάζει φορετή, η γκοθ ατμόσφαιρα καλλιγραφική, η ταινία ρηχή, κενή.

Και είναι κρίμα, γιατί μαζί θυσιάζεται αυτό το εξωτικό πλάσμα που ακούει στο όνομα Κάλεμπ Λόντρι Τζόουνς (πρόσφατα τον απολαύσαμε και στο «Harvest» της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη), ένας ηθοποιός με σπαρακτικά εκφραστικό πρόσωπο, αλλά κι ανεξάντλητες ιδέες στη σωματική του ερμηνεία, που προσπαθεί -μάταια- να κουβαλήσει την ταινία μόνος του.