Στην πρώτη του απόπειρα στο είδος του ντοκιμαντέρ, ο Δημήτρης Μπαβέλλας («Runaway Day», «Η Αναζήτηση της Λώρα Ντυράντ») μας κατατοπίζει στον Νέο Κόσμο ανιχνεύοντας τον …παλιό. Το Δουργούτι, δηλαδή, όπως λεγόταν κάποτε η λαϊκή αθηναϊκή γειτονιά (από το επώνυμο μιας οικογένειας που αγόρασε εκεί τα πρώτα χωράφια ή το όνομα ενός τοπικού άρχοντα επί τουρκοκρατίας -οι γνώμες διίστανται). Ή τα Αρμένικα, όπως συνήθιζαν να αποκαλούν την τότε παραγκούπολη, λόγω των Αρμένιων προσφύγων που είχαν καταφύγει εκεί μετά τη γενοκτονία του 1915.
Τα στάδια οικοδόμησης και ανοικοδόμησης της συνοικίας ανά τις δεκαετίες, από τα παραπήγματα που ολοένα αυξάνονταν από την εισροή ποικίλων προσφυγικών πληθυσμών, Μικρασιατών και Ελλαδιτών, στα χρόνια του 1920, μέχρι τα «βενιζελικά» οικήματα του ’30 και τις παπανδρεϊκές πολυκατοικίες του 1965, που έδωσαν στον Νέο Κόσμο τη σημερινή του όψη, ξετυλίγονται μέσα από ομιλούντα κεφάλια θυμούμενα ιστορίες μιας τραγικής διαβίωσης -φτώχεια, ανέχεια και η μόνιμη απειλή του Ιλισσού που τους… μετακόμιζε όποτε φούσκωνε- που όμως έχουν έναν νοσταλγικό και συχνά και χιουμοριστικό τόνο στις αφηγήσεις, σαν να μιλούν για ζωές που έζησε κάποιος άλλος.
Πρόσωπα φημισμένα, όπως η Χάρις Αλεξίου που μετεγκαταστάθηκε από τη Θήβα εκεί, στο χαμόσπιτο της Σμυρνιάς θείας της, όταν αρρώστησε ο πατέρας της, ο Γιάννης Μπαχ Σπυρόπουλος, που έχει και τα πιο αστεία και μαζί συγκινητικά στιγμιότυπα, ο Κερατσινιώτης αλλά μεγαλωμένος στο Δουργούτι Ζαχαρίας Ρόχας, ο «γείτονας» (από τον Αγιάννη) Σπύρος Μπιμπίλας, ο μπασίστας Τάκης Μπουρμάς, ο Αντρέας Σωτηρακόπουλος, ιδιοκτήτης του κινηματογράφου Μικρόκοσμος, αλλά και απλοί κάτοικοι, από ηλικιωμένους τεχνίτες και μαγαζάτορες μέχρι φρεσκοφερμένους στην εξευγενισμένη γειτονιά ενοίκους, σχηματίζουν με τις καταθέσεις τους ένα πλήρες φρεσκό των «από εδώ» της Συγγρού (το Κουκάκι το αποκαλούσαν «οι απέναντι»), με τη συνδρομή ενός πολύτιμου αρχειακού υλικού από την Ομάδα Προφορικής Ιστορίας Δουργουτίου και αποσπασμάτων από δύο ταινίες που απαθανάτισαν τη σκληρή καθημερινότητα στις παράγκες, τη «Μαγική Πόλη» του Κούνδουρου (1954) και το «Τα Ματόκλαδά σου Λάμπουν», την πρώτη μικρού μήκους δουλειά του Κώστα Φέρρη (1961).
Το μυθοπλαστικό εύρημα που πλαισιώνει το οδοιπορικό, ο μεσίτης που εισέρχεται ως άλλος «άνδρας με τα μαύρα» στην εξωγήινη νομίζεις ζώνη, μοιάζει μάλλον περιττό, τη στιγμή που ο σκελετός έχει ήδη ατσαλωθεί από την συγκροτημένη χαρτογράφηση χώρων και προσώπων που ακολούθησαν την σχολαστική έρευνα, καθώς και από την εξαιρετική δουλειά που έχει γίνει στο μοντάζ των αφηγήσεων, όπου ο ένας ομιλών συμπληρώνει καίρια τον άλλον στην περιγραφή είτε των κοινών μνημών είτε των γεγονότων που σημάδεψαν τη συνοικία.