Ο Τέντι έχει κουραστεί από τη βοή του σύγχρονου κόσμου. Για να εκπληρώσει την ανάγκη του για ελευθερία, αποφασίζει να απαρνηθεί τις πολυτέλειες μίας εύρωστης ζωής στο Παρίσι. Εγκαταλείπει την υψηλή θέση υπευθύνου νέων μέσων επικοινωνίας σε μεγάλη εταιρία, κλείνει μια για πάντα το κινητό του και ταξιδεύει ως τον παγετό της Σιβηρίας, επιλέγοντας τη ζωή σε μία καλύβα, με τα απολύτως απαραίτητα. Σιγά σιγά αντιλαμβάνεται ότι η ζωή σε ένα τέτοιο μέρος δεν έχει μόνο την ηρεμία που είχε φανταστεί. Ο κίνδυνος καραδοκεί ακόμη και στο πιο φωτεινό τοπίο. Το βράδυ που χάνεται στη χιονοθύελλα θα μπορούσε να είχε αποβεί μοιραίο αν δεν ήταν εκεί ο Αλεξέι, ένας Ρώσος καταζητούμενος που ζει κρυμμένος στα δάση της Σιβηρίας για χρόνια. Ανάμεσα σε δύο τελείως διαφορετικούς άνδρες αναπτύσσεται μία φιλία που είναι συγχρόνως τόσο αναπάντεχη όσο και απαραίτητη και για τους δύο.
Από τις σελίδες του «Walden» του Χένρι Ντέιβιντ Θορό μέχρι και το «Into the Wild» του Σον Πεν (αναφορές ικανές να καλύψουν τουλάχιστον ενάμιση αιώνα), η μυθολογία της μεγάλης φυγής από τον πολιτισμό και η δοκιμή μιας ζωής κοντά στη φύση παραμένει άκρως γοητευτική, ένα παράθυρο στο άγνωστο και μαζί σχεδόν ο μοναδικός τρόπος να «ζήσεις» κάτι που δεν θα τολμούσες ποτέ – παρά μόνο ίσως αν ένιωθες πως δεν υπάρχει άλλη επιλογή.
Είναι έξυπνη η απόφαση του Σαφί Νεμπού (εδώ στην πιο φιλόδοξη στιγμή μιας καριέρας μικρών ιδιαίτερων ταινιών στις παρυφές του mainstream, οπως το ««Empreinte de l'Ange» του 2008) που μεταφέρει εδώ στο σινεμά το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Σιλβέν Τεσόν, να μην αποκαλύπτει ακριβώς τους λόγους που οδήγησαν τον ήρωα αυτής της περιπέτειας στο να εγκαταλείψει τα πάντα και να βρεθεί μια μέρα σαν όλες τις άλλες σε μια καλύβα δίπλα στη λίμνη της Βαϊκάλης στη Σιβηρία με το κοντινότερο χωριό να απέχει 120 χιλιόμετρα και με μοναδική παρέα τα βιβλία του και μερικά κεριά για να μπορεί να τα διαβάζει και το βράδυ.
Κάπως έτσι ο Τέντι του αφοπλιστικού Ραφαέλ Περσονάζ γίνεται χωρίς πολλή προσπάθεια κάποιος από εμάς, ένας άντρας που θα πάρει το ρίσκο να αντέξει τη μοναξιά (του), να δοκιμάσει τις αντοχές του σώματός (του) και να παίξει με τις πιθανότητες του να μπορέσει να επιβιώσει σε μια συνθήκη που κανονικά δεν έβαζε ποτέ κανείς τον εαυτό (του).
Οσα θα συναντήσει στην παραμονή του σε ένα μέρος που σου κόβει την ανάσα από ομορφιά και ταυτόχρονα στην επαναφέρει από μια αίσθηση σχεδόν ζωτικής ανάγκης δεν θα είναι απλές δοκιμασίες. Θα είναι ταυτόχρονα η δική του αναμέτρηση με το θάυμα της ζωής και την τραγωδία της ανθρώπινης ιστορίας – καθόλου τυχαία μια αρκούδα και ένας δολοφόνος που κρύβεται χρόνια ολόκληρα στα δάση της Σιβηρίας είναι οι δύο μεγάλες «στάσεις» του αποκαλυπτικού του ταξιδιού.
Αν κάνει κάτι την ταινία του Σαφί Νεμπού να ξεχωρίζει από μια «εκπαιδευτική» οικολογική περιπέτεια για μια ζωή χωρίς wi-fi (τρόμος), αυτό είναι σίγουρα ο τόνος που σε μια απόσταση από τη μελαγχολία στην εσωτερική ανάταση δεν προδίδει ποτέ την ελαφρότητα με την οποία μιλάει για τα πιο σοβαρά πράγματα.
Σαν ένας οδηγός επιβίωσης για οποιονδήποτε αποφάσισε ποτέ να μάθει να ζει από την αρχή, το «Στα Δάση της Σιβηρίας» μεταφέρει με γενναιοδωρία το μήνυμα και την αίσθηση της ελευθερίας που νιώθει ο ήρωάς του, χτίζει μια παράδοξη ιστορία ενηλικίωσης με φόντο ένα τοπίο που είναι ύβρη να αποκαλέσουμε απλά «κινηματογραφικό» και προερχόμενο από τη Γαλλία των τρομοκρατικών επιθέσεων και της ανόδου της ακροδεξιάς προτείνει έστω και ασυνείδητα μια διέξοδο – επιστροφή στα βασικά.