Eχουν περάσει 10 χρόνια από την Μεγάλη Συμφωνία, με ένα ιδιαίτερο σύστημα παρακολούθησης, όπου οι γάτες και οι σκύλοι έχουν σχεδιάσει και αναλάβει τον από κοινού έλεγχο του με σκοπό τη διατήρηση της ειρήνης και την αποτροπή οποιασδήποτε διαμάχης. Oμως, όταν ένας σατανικός παπαγάλος με άριστες τεχνολογικές γνώσεις διεισδύει στα ασύρματα δίκτυα για να χρησιμοποιήσει τις συχνότητες που μόνο οι γάτες και οι σκύλοι μπορούν να ακούσουν, θα τους οδηγήσει σε μία διαμάχη, η οποία θα επαναφέρει τον παγκόσμιο πόλεμο ανάμεσα στις γάτες και τους σκύλους. Πλέον, μία ομάδα άπειρων και ανειδίκευτων πρακτόρων θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσουν τα ζωώδη ένστικτά τους και να επαναφέρουν την τάξη και την παγκόσμια ειρήνη ανάμεσα στις γάτες και τους σκύλους.
Οι πρώτες δυο ταινίες «Σαν τον Σκύλο με την Γάτα» θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν το πολύ ως απλά διασκεδαστικές, μόνο και μόνο αφού μπορούσαν να κρατήσουν το ενδιαφέρον μικρών και μεγάλων, με τις εξωφρενικές περιπέτειες των αξιαγάπητων κατοικίδιών, μέχρι το τέλος. Και μπορεί αρκετοί από εμάς να τις έχουμε ήδη ξεχάσει από την στιγμή που βγήκαμε από τις αίθουσες, πόσο μάλλον μετά από τόσο καιρό, αλλά να που, 10 χρόνια μετά, μια τρίτη ταινία έρχεται από το πουθενά για να μας θυμίσει πως το franchise δεν έχει πεθάνει ακόμα (αν και θα έπρεπε).
Μόνο που αυτή την φορά το δεύτερο, αχρείαστο, σίκουελ δεν θυμίζει σε τίποτα τις προηγούμενες ταινίες, με το χιούμορ, τα διασκεδαστικά gags και το κάπως ευφάνταστο σενάριο να έχουν πεταχτεί από το παράθυρο, με την ταινία του Σον ΜακΝαμάρα, ο όποιος έχει προϋπηρεσία στις τηλεοπτικές παραγωγές, να μοιάζει σαν κάτι που έχει γυριστεί αποκλειστικά για την τηλεόραση για να προβληθεί κάποιο μεσημεριανό σαββατοκύριακου. Προσπαθώντας να ευρύνει το καστ των κατοικίδιών, προσθέτοντας μέσα από παπαγάλους και σαλαμάνδρες μέχρι και ταραντούλες και… κόμπρες (;), η ταινία μοιάζει σαν ένα περίεργο τσίρκο από ζώα στο οποίο τα βλέπεις να ζουν τις δικές τους σουρεαλιστικές καταστάσεις και τους ανθρώπους το δικό τους αχρείαστα βαρετό και αδιάφορο δράμα.
Αλλά χωρίς ούτε ένα υποτυπώδες σενάριο για να υποστηρίξει τα όσα ανεκδιήγητα συμβαίνουν μπροστά στα έκπληκτα μάτια σου, με τα αστεία να περιορίζονται σε ακρώνυμα όπως πορδή και κακά και με τα κακά εφέ να κάνουν παρέλαση στο τελευταίο μισάωρο της, η ταινία δεν καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον των παιδιών προσχολική ηλικίας για το οποία, από ό, τι φαίνεται, απευθύνεται, πόσο μάλλον των μεγάλων που από τα πρώτα λεπτά δεν βλέπουν την ώρα να φύγουν από την αίθουσα. Που είναι μια PETA όταν την χρειάζεσαι;