Το τζαμί-πανεπιστήμιο του του Αλ Αζχαρ είναι κάτι παραπάνω από τόπος εκπαίδευσης και λατρείας. Αποτελεί τον ισλαμικό άξονα νομοθετικής παρέμβασης και πολιτικής επιρροής στα ζητήματα του αιγυπτιακού κράτους - κάτι που κανένας Πρόεδρος στο παρελθόν δεν κατάφερε να μετριάσει. Οπως σε όλες τις χώρες, αλλά ειδικά στον ισλαμικό κόσμο, η Εκκλησία αποτελεί πολιτικό όργανο. Γι' αυτό λοιπόν, όταν ο Μεγάλος Ιμάμης πεθαίνει, πρέπει να εκλεγεί από το συμβούλιο των Ιμάμηδων του Αλ Αζχαρ ο επόμενος. Για την κυβέρνηση αυτές είναι επικίνδυνες εκλογές. Ο Μεγάλος Ιμάμης είναι μία ισόβια θέση και θα επηρεάζει τα πολιτικά πράγματα σε βάθος χρόνου. Πρέπει να παρέμβουν και να επιβάλουν τον πιο φιλικά διακείμενο στον Αιγύπτιο Πρόεδρο.

Αυτή είναι μία αποστολή για τον Ιμπραχίμ, έναν μεσήλικα πράκτορα της κυβέρνησης, ο οποίος έχει τον προσωπικό του πληροφοριοδότη ανάμεσα στους μαθητές του Αλ Αζχαρ. Μόνο που κάποιοι δολοφονούν τον σπιούνο του και υπάρχει έκτακτη ανάγκη να βρει άμεσα τον επόμενο έμπιστο. Αυτός θα είναι ο Ανταμ, ένα αθώο αγόρι από ένα ψαροχώρι της επαρχίας, αμόλυντο από τη διαφθορά και την πονηριά της μεγαλούπολης. Ο Ιμπραχίμ εμπλέκει τον Ανταμ στα βαθιά, αλλά πολύ σύντομα καταλαβαίνει ότι οι ανώτεροί του έχουν άλλες βλέψεις για τον «άγγελό» του.

Ο αιγυπτιακής καταγωγής Σουηδός Ταρίκ Σαλέχ (το αιγυπτιακό ισλαμικό κράτος τον έχει ήδη αποκηρύξει από το «The Nile Hilton Incident» του 2017) κατασκευάζει ένα πυκνό αστυνομικό θρίλερ, με σαφείς κινηματογραφικές αναφορές στα αμερικάνικα αντίστοιχα του είδους της δεκαετίας του '70, και τοποθετεί τη δράση σ' έναν κόσμο όπου δε θα είχαμε ποτέ password για να μπούμε. Η πολιτική διάσταση της ισλαμικής θρησκείας με ηγέτες που ψηφίζουν νομοθεσίες που κατευθύνουν τις μάζες με φανατισμό και παρεμβαίνουν στην κρατική δράση είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα που τραβάει την περόνη της χειροβομβίδας στη δράση. Καταλαβαίνουμε αμέσως γιατί οι παρακρατικοί μηχανισμοί κινητοποιούνται για να παρέμβουν - με βία και νοθεία.

Ο Σαλέχ εκεί θα τοποθετήσει την αθωότητα του αγοριού σε αντίστιξη - πρώτον γιατί βολεύει κινηματογραφικά ένας τρομαγμένος, άβουλος ήρωας που μεταμορφώνεται σταδιακά (κάτι παρόμοιο με τον «Προφήτη» του Ζακ Οντιάρ), αλλά και γιατί θέλει να καθησυχάσει τα ισλαμικά ήθη: δεν έχει σκοπό να προσβάλει την πίστη, αλλά να ξεσκεπάσει τις βρώμικες διαδρομές της εξουσίας.

Πυκνό σενάριο (που δεν αποφεύγει και κάποιες αφέλειες), ανατροπές, σασπένς, αγωνία. Σκηνοθεσία που άλλες στιγμές κλείνει τα πλάνα ασφυκτικά, ώστε να εγκλωβίζει τον θεατή στους σκοτεινούς χώρους του τζαμιού, είτε τον οδηγεί σε νυχτερινές καταδιώξεις στο Κάιρο, είτε ανοίγει το φακό σε μελετημένα γεωμετρικά κάδρα που επιβάλουν την ισλαμική ισχύ - ακόμα και μέσω της κινηματογραφικής γλώσσας.

Ο νεαρός Τοφίκ Μπαρόμ είναι πολύ καλός στο ρόλο του «αγγέλου» που ενηλικιώνεται σε «διάβολο», αλλά αυτός που κλέβει την παράσταση είναι ο Φαρές Φαρές, στο ρόλο του Ιμπραχίμ. Θυμίζοντας, ακόμα και ενδυματολογικά, έναν Αιγύπτιο Τζιν Χάκμαν εμπλεγμένο σε μία επικίνδυνη «συνομιλία» κράτους-εκκλησίας, ο Φαρές ερμηνεύει αριστοτεχνικά έναν (αντι)ήρωα που στα μέσα της διαδρομής αποκτά ξαφνικά συνείδηση.

Ορισμένα στοιχεία μοιάζουν απλοϊκά (το κράτος δε θα είχε ποτέ έναν τυχαίο κατάσκοπο ανάμεσα σε 300.000 μαθητές), αλλά οι βασικές γραμμές της πλοκής ξεκινούν έναν πολύ ενδιαφέροντα διάλογο, που σε όσους κρατούν ανοικτό το μυαλό και τη συνείδησή τους δεν σταματά στα όρια του Ισλάμ: πόση διαφθορά κρύβεται κάτω από τα ράσα; Πόσα εγκλήματα γίνονται (ακόμα) στο όνομα κάποιου Θεού; Ποιοι επωφελούνται και ποιοι την πληρώνουν πραγματικά, από τα βάθη των αιώνων;

Κι όχι, αυτές οι ερωτήσεις δεν είναι συνωμοσιολογίες.