Αψογα φωτογραφημένο και οπτικά γοητευτικό, το «Banel & Adama» είναι μια ταινία που παραμένει πιστή στην παράδοση ενός αφρικανικού σινεμά που κινείται μεταξύ του ανθρωπολογικού και του μυστικιστικού με μια δόση φολκλορισμού ακόμη κι αν όλα του τα δομικά υλικά είναι εδώ τοποθετημένα σωστά και με λειτουργική αίσθηση του μέτρου.
Βρισκόμαστε σε ένα μικρό χωριό στο εσωτερικό της Σενεγάλης, σε ένα μη προσδιορισμένο χρόνο, σε μια στιγμή όπου η σχέση των νιόπαντρων Μπανέλ και Ανταμα και η ισορροπία τους με την κοινότητά τους πρόκειται να δοκιμαστεί σοβαρά. Ο Ανταμα είναι ο κληρονόμος της θέσης του αρχηγού, την οποία όμως αρνείται, αφού μαζί με την Μπανέλ θέλουν να φύγουν από τον στενό μικρόκοσμό τους για να ζήσουν σε ένα μεγάλο σπίτι που ξεθάβουν κάτω από έναν αμμόλοφο, ακόμη κι αν όλοι στο χωριό λένε ότι τα θαμμένα εκείνα σπίτια είναι καταραμένα.
Η Μπανέλ είναι η χήρα του αδελφού του, την οποία ο Ανταμα παντρεύτηκε σύμφωνα με τον νόμο του χωριού όταν εκείνος πέθανε, αλλά που όπως καταλαβαίνουμε σύντομα την αγαπούσε ανέκαθεν, με πάθος. Κι εκείνη είναι σχεδόν εμμονικά προσκολλημένη στον Ανταμα, γράφοντας τα ονόματά τους ξανά και ξανά στο τετράδιό της, επαναλαμβάνοντάς τα σαν μάντρα και μη μπορώντας να μείνει στιγμή μακριά του.
Ομως όταν μια επίμονη ξηρασία θα δοκιμάσει τις αντοχές του χωριού κι όταν οι λιγοστές αγελάδες θα αρχίσουν να πεθαίνουν, όλοι θα απαιτήσουν από τον Ανταμα να αναλάβει τις ευθύνες του ως δικαιωματικός αρχηγός και η σχέση του ζευγαριού θα εμφανίσει ρωγμές - μαζί και η πνευματική ισορροπία της Μπανέλ.
Υφαίνοντας στο χαλαρό αφηγηματικό του ιστό ιδέες που δείχνουν σύγχρονες παρά την άχρονη υφή της ιστορίας του, όπως σκέψεις για την κλιματική αλλαγή, τη σύγκρουση των παραδόσεων με την πρόοδο ή τη θέση της γυναίκας σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, το «Banel & Adama», θέλει να είναι κάτι παραπάνω από μια όμορφη ερωτική ιστορία και ως επί το πλείστον το καταφέρνει, ακόμη κι αν δεν έχει κάτι αληθινά καινούριο ή αληθινά δομημένο να πει.
Η κινηματογραφική του γλώσσα, αν και γνώριμη, έχει σαφώς μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τα όσα λίγα θέλει να πει αλλά η Ραμάτα-Τουλαγιέ Σι, μοναδική πρωτοεμφανιζόμενη σκηνοθέτης στο Διαγωνιστικό του περσινού Φεστιβάλ Καννών, προβάλλει ως μια δημιουργός που αξίζει να προσέξουμε παρά τις ατέλειες της, σε κάθε περίπτωση αξιέπαινης, πρώτης ταινίας της.