Η Λέα, ο Αντριέν και ο μικρός τους αδερφός Τεό, ο οποίος έχει γεννηθεί κουφός, θα κάνουν φέτος διακοπές στην Προβηγκία μαζί με τον παππού τους, έναν ελαιοπαραγωγό που δεν έχουν γνωρίσει ποτέ στο παρελθόν, λόγω μιας οικογενειακής παρεξήγησης. Το συγκεκριμένο πλάνο διακοπών δεν είναι και το αγαπημένο τους. Επιπλέον, η ανακοίνωση του πατέρα τους ότι θα φύγει από το σπίτι, μια μέρα πριν ξεκινήσουν οι διακοπές, κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα. Μέσα στις πρώτες 24 ώρες έχει ήδη ξεσπάσει πόλεμος ανάμεσα σε παππού και εγγόνια, τα οποία θεωρούν ότι ο αδικαιολόγητα νευρικός παππούς τους έχει εμμονή με τον έλεγχο. Το θυελλώδες παρελθόν του Πολ έρχεται στην επιφάνεια επαναφέροντας ένα σκηνικό δεκαετίας του ‘70, με φόντο τις βουνοκορφές των Άλπεων!
Υπάρχει μια ειδική κατηγορία ταινιών που μοιάζουν να χτίζονται σχεδόν κυρίως πάνω στις τοποθεσίες στις οποίες γυρίζονται. Μερικές χρησιμοποιούν το τοπίο και τις φυσικές ομορφιές με τρόπο δημιουργικό χρησιμοποιώντας το περιβάλλον σαν έναν ακόμη χαρακτήρα ή δομικό στοιχείο της αφήγησης, κι άλλες απλά το κινηματογραφούν φωτογενώς, αλλά και με την επιφανειακή ματιά τουριστικής μπροσούρας.
Η ταινία της Ροζ Μπος, δυστυχώς ανήκει στην δεύτερη κατηγορία, αλλά ευτυχώς έχει το πλεονέκτημα να είναι γυρισμένη στην Προβηγκία μια περιοχή που η ομορφιά της σε κάνει να ξεχνάς πολλές από τις ατέλειες και τα λάθη του φιλμ καθώς και το πόσα κλισέ η ιστορία και οι χαρακτήρες της συσσωρεύουν.
Γιατί αν αυτή η ιστορία οικογενειακής συμφιλίωσης και συναισθηματικής ωρίμανσης έχει όλες τις καλές προθέσεις να γίνει μια αξιοπρεπής οικογενειακή ταινία, αποτυγχάνει παταγωδώς χρησιμοποιώντας τον πιο προφανή κι αμήχανο τρόπο για να χτίσει τους ήρωες, να ωθήσει την δράση και α περάσει τα απλοϊκά και πρώτου επιπέδου μηνύματα της.
Δυστυχώς ο διδακτισμός και οι ευκολίες είναι οι επιλογές που κάνει το σενάριο του φιλμ και η τουριστική ματιά τόσο στην γαλλική εξοχή όσο και στους ανθρώπους της είναι ο δρόμος που επιλέγει το φιλμ να ακολουθήσει δίχως μάλιστα να έχει καν μια έστω αμυδρά ενδιαφέρουσα ιστορία να αφηγηθεί και σπαταλώντας ακόμη κι ένα ηθοποιό σαν τον Ζαν Ρενό σε έναν ρόλο που δεν απαιτεί σχεδόν τίποτα από αυτόν.
Σε μια ταινία που δεν προσφέρει επίσης σχεδόν τίποτα στους θεατές της.