Ο 10χρονος Αλεξάντερ περνάει τη φρικτότερη μέρα της ζωής του: από την τσίχλα που κολλάει στα μαλλιά του το πρωί μέχρι την πληροφορία ότι το δημοφιλέστερο αγόρι στην τάξη ετοιμάζει μεγαλεπήβολο πάρτι ταυτόχρονα με το πάρτι γενεθλίων του Αλεξάντερ, τίποτα δε μοιάζει να προσαρμόζεται στις επιθυμίες του αγοριού. Ακόμα χειρότερα, τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του, η μαμά, ο μπαμπάς και τα τρία αδέλφια του, φαίνονται να περνούν ώρες αγγελικά πλασμένες. Νιώθοντας αδικημένος, σβήνοντας μόνος ένα γενέθλιο κεράκι τα μεσάνυχτα, ο Αλεξάντερ θα ευχηθεί το επόμενο 24ωρο να βιώσουν κι οι δικοί του τη χειρότερη μέρα στην ιστορία της ζωής τους. Και, ως εκ θαύματος, η κατάρα του θα πραγματοποιηθεί.
Ο Μιγκέλ Αρτέτα, μετά από σκηνοθετικά σκαμπανεβάσματα που τον μετέφεραν από το «Chuck and Buck» και το «Star Maps» στο «The Good Girl» και σε πλήθος επεισοδίων διαφόρων τηλεοπτικών σειρών, διασκευάζει το δημοφιλές παιδικό μυθιστόρημα της Τζούντιθ Βαϊόρστ κι αφοσιώνεται στην απλή, αγνή, μονοδιάστατη κωμωδία όπου βρίσκει τον καλό εαυτό του. Το φιλμ ακολουθεί την (πάντα ευχάριστη) πεπατημένη διαδρομή ενός μάτσου ανθρώπων που τούς συμβαίνουν τα μύρια όσα προτού προλάβουν καν ν’ αντιδράσουν και, μέσα σ’ αυτό το είδος έχει στιγμές ξεκαρδιστικές και ήρωες εύκολα αγαπητούς.
Ο Στιβ Καρέλ που πρωτοστατεί στο καστ έχει την ευκαιρία να παραδοθεί στην τρέλα της καθημερινότητας του ήρωά του με θαυμάσια αποτελέσματα (όπως όταν σ’ επαγγελματικό γεύμα σε sushi bar μεταμορφώνεται σε γαρίδα φλαμπέ!), η Τζένιφερ Γκάρνερ αποδεικνύει ξανά ότι είναι κρίμα που δεν παίζει συχνότερα στο σινεμά, ο Αλεξάντερ του τίτλου, ο μικρός Αυστραλός Εντ Οξενμπολντ είναι αξιολάτρευτος, ψευδός, γλυκός και ακαταμάχητος μέσα στην απελπισία του για τη ζωή και όλοι οι δεύτεροι ρόλοι, μέχρι τη σύντομη παρουσία – μπόνους της Τζένιφερ Κούλιτζ ως εξετάστριας οδήγησης, συμβαδίζουν σ’ ένα πετυχημένο σύνολο που δε χάνει την πειστικότητά του ακόμα κι όταν ολόκληρη η πανίδα της Αυστραλίας εμφανίζεται στο κήπο του.
Στη μεγάλη παράδοση των οικογενειακών ταινιών της Disney, το «Alexander and the Terrible, Horrible, No Good, Very Bad Day», παρά την υπερβολή του τίτλου του που φορτώνει το φιλμ με προσδοκίες κωμικής εξαλλότητας, μπορεί να μην προσφέρει καμιά πρωτοτυπία, έχει όμως τη χάρη, το χιούμορ και το «θρεπτικό» νόημα που συνήθιζε το στούντιο παλιότερα, όταν έμπαινε λίγος, έστω, κόπος στο σενάριο.