Μπορεί στον Ιταλικό ποινικό κώδικα η ομοφυλοφιλία να μην υπήρξε ποτέ παράνομη, αφού όπως εξηγεί ένας δημοσιογράφος στην ταινία, η καταδίκη της από την επίσημη εξουσία θα αναγνώριζε την ύπαρξή της, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τις δικαστικές αρχές της χώρας να επιβάλουν φυλάκιση 14 ετών στον Αλντο Μπραϊμπάντι, τον ήρωα της τελευταίας ταινίας του Τζιάνι Αμέλιο.
Το «έγκλημά» του ήταν, επισήμως, αυτό της «plagia», της επιβολής της θέλησής του και της κλοπής της προσωπικότητας ενός άλλου ανθρώπου, εν προκειμένου ενός 23χρονου νεαρού, ο οποίος στην δίκη του βεβαίως θα κατέθετε ότι όλες του οι πράξεις ήταν αποτέλεσμα της δικής του θέλησης και πήγαζαν από την αγάπη του για τον Αλντο. Οχι πως οποιαδήποτε κατάθεση θα έπαιζε κάποιο ρόλο σε μια δίκη, στην οποία το αποτέλεσμα έμοιαζε βέβαιο πολύ πριν αυτή ξεκινήσει.
Ο βετεράνος Τζιανι Αμέλιο, ο οποίος αποκάλυψε μόλις πριν μερικά χρόνια ότι είναι gay, ξετυλίγει μια ιστορία που τον σημάδεψε βαθιά όταν ήταν νέος, αφού, όπως λέει, τον έκανε να συνειδητοποιήσει πως θα μπορούσε να είναι ο ίδιος ή οποιοσδήποτε άλλος στη θέση του Μπραϊμπάντι, ένοχος για ένα έγκλημα που δεν έχει καμία υπόσταση. Και μέσα από την ταινία του θέλει όχι μόνο να δικαιώσει τον ήρωά του, αλλά και να εκθέσει την υποκρισία και τη μισαλλοδοξία που διέτρεχε την ιταλική κοινωνία της εποχής, ακόμη και στα πιο ριζοσπαστικά της κομμάτια.
Κινηματογραφημένο με σοβαρότητα και μέτρο, αλλά με το συναίσθημα και τη δικαιολογημένη οργή του δημιουργού του να δίνουν τον τόνο, το φιλμ είναι κλασικό στη φόρμα του, αλλά πολιτικό στο μήνυμά του, συγκινητικό και αποτελεσματικό. Μια ταινία που εκτός των άλλων αποκτά νόημα ως μια συγγνώμη στους ήρωές της και στους αμέτρητους ανθρώπους σαν αυτούς που έζησαν τις ζωές τους στην καταπιεστική σκιά εποχών που δεν είχαν χώρο για όλους.