Ο Γιώργος Γούσης είναι, πρώτ' απ' όλα, ένας άνθρωπος έξυπνος και ευρηματικός. Αυτά του τα χαρίσματα αξιοποίησε για χρόνια στα κόμικς του, υπέγραψε υπέροχα σχέδια, εμπνευσμένες ιστορίες, μικρά τετράγωνα απόλαυσης, κλεισίματος ματιού, παράδοσης, αιχμής.
Με τον ίδιο τρόπο, το φετινό καλοκαίρι (ήδη από πέρσι το φθινόπωρο, αν μετρήσεις την πολυβραβευμένη πρεμιέρα στο 62ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου απέσπασε και τον Χρυσό Αλέξανδρο Film Forward), παρουσιάστηκε με μια άλλη ιδιότητα, αυτή του σκηνοθέτη (και συν-σεναριογράφου), στα «Μαγνητικά Πεδία», την ταινία που τιμήθηκε με πέντε βραβεία Ιρις από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου (Καλύτερης Ταινίας, Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη, Σεναρίου, Γυναικείας Ερμηνείας για την Ελενα Τοπαλίδου και μουσικής), προτάθηκε από την Ελλάδα για το Οσκαρ Διεθνούς Ταινίας και, το σημαντικότερο, συνάντησε το κοινό στα θερινά το καλοκαίρι, έκανε εισιτήρια, αγαπήθηκε, συζητήθηκε, έμεινε στη μνήμη ως καλλιτεχνική επιτυχία, πράγμα καθόλου αυτονόητο αυτή την εποχή.
Δείτε τη βιντεο-συνέντευξη: To Flix ερωτεύεται την μαγνητική Ελενα Τοπαλίδου
Νωρίτερα από αυτή την επιτυχία, ο Γιώργος Γούσης είχε κάνει το πρώτο του βήμα στο σινεμά με το μικρού μήκους ντοκιμαντέρ «Ο Χειροπαλαιστής»: ένα 20λεπτο ντοκιμαντέρ, με κεντρικό ήρωα έναν νέο άντρα που ζει στην επαρχία, δουλεύει το καφενείο του, αλλά ετοιμάζεται για το πρωτάθλημα bras de fer στην Αθήνα. Τον 30χρονο Παναγιώτη. Αδελφό του Γιώργου. Η μικρού μήκους ταινία, αφότου απορρίφθηκε από το Φεστιβάλ Δράμας, κέρδισε το δεύτερο βραβείο στις Νύχτες Πρεμιέρας το 2020 και το Ιρις Καλύτερου Ντοκιμαντέρ Μικρού Μήκους την ίδια χρονιά. Αυτό το αυθεντικό χαρμάνι, ο Γούσης εξέλιξε στο μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ «Χειροπαλαιστής», παρακολουθώντας τη συνέχεια της πορείας του Παναγιώτη αλλά και, μέσα από αυτή, φτιάχνοντας το πορτρέτο ενός ανθρώπου και μιας κοινωνίας που αλλεπάλληλα κερδίζει και χάνει και αλλάζει και δεν το βάζει κάτω.
Ο «Χειροπαλαιστής», με τρία βραβεία στο πλαίσιο του 24ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, βγαίνει στις αίθουσες την Πέμπτη, 15 Δεκεμβρίου από το Cinobo. Μ' αυτή την αφορμή, ο Γιώργος Γούσης μίλησε στο Flix - κι όχι μόνο αυτό, αλλά μάς χάρισε και την αυτοπροσωπογραφία του! Διαβάστε παρακάτω.
Γιώργος και Παναγιώτης Γούσης
Τι σε οδήγησε από τη μικρού μήκους "Χειροπαλαιστή" στη μεγάλου μήκους; Είχες από την αρχή αυτόν τον σκοπό; Πώς οδηγήθηκες εκεί;
Oχι, καθόλου. Τότε δούλευα αποκλειστικά ως δημιουργός κόμικ και δεν υπήρχε στο μυαλό μου η προοπτική αλλαγής επαγγέλματος. Τη μικρού μήκους την είχαμε φτιάξει τρία άτομα μόνο, εγώ, ο Γιώργος Κουτσαλιάρης και ο αδερφός μου και το κάναμε από περιέργεια, για να παίξουμε και να πειραματιστούμε με το μέσο, να δούμε τι μπορεί να βγει. Οπότε, αρχικά η απόρριψη από το φεστιβάλ Δράμας και στη συνέχεια το βραβείο 2ης καλύτερης ταινίας στις Νύχτες Πρεμιέρας ήταν δυο αντιδιαμετρικά αντίθετες αντιδράσεις πάνω στην ταινία, από τις οποίες δεν μπορούσες να βγάλεις κανένα συμπέρασμα. Παρόλ' αυτά, ένας πυρήνας ανθρώπων που εκτιμούσαμε, του ευρύτερου καλλιτεχνικού χώρου και ειδικά του σινεμά, μας είπε καλά λόγια για την ταινία, και κάπως, μέσω της Σοφίας Δημοπούλου (casting director), φτάσαμε να δεχτούμε μια πρόταση από την εταιρεία Oh my Dog Productions για το ενδεχόμενο επέκτασης της ταινίας σε μεγάλου μήκους. Αρχικά την απορρίψαμε γιατί θεωρήσαμε πως ό,τι είχαμε να τραβήξουμε στη συνθήκη του χωριού όπου ζούσε τότε ο αδερφός μου, το είχαμε τραβήξει. Ομως, λίγους μήνες μετά, ο αδερφός μου αποφάσισε να μετακομίσει στην Αθήνα και να αλλάξει εντελώς τη ζωή του, με τρόπο τρομερά αντιφατικό σε σχέση με αυτό που είχαμε κινηματογραφήσει στη μικρού μήκους. Οπότε, ξαφνικά άρχιζε να βγάζει περισσότερο νόημα η επέκταση της ταινίας, μιας και ο χαρακτήρας άρχιζε να κάνει τα πράγματα που παρουσίαζε ως όνειρά του στη μικρού μήκους. Σκεφτήκαμε πως το πορτρέτο του σε μια μεγάλου μήκους εκδοχή θα ήταν πολύ πιο ολοκληρωμένο και τρισδιάστατο και τελικά είπαμε ναι στην Oh my Dog.
Αφού με τα δικά σου μάτια κοιτάς το θέμα σου, είτε το θες είτε όχι, πάντα αυτά που γοητεύουν εσένα παρατηρείς, και στις δικές σου ερωτήσεις ψάχνεις απάντηση, οπότε μοιραία, στο βάθος πάντα θα βρίσκεις το εγώ σου. Εμένα μου αρκεί να μην το βρίσκω και στην επιφάνεια.»
Τι σε συνδέει/εκφράζει με το ντοκιμαντέρ, τι με τη μυθοπλασία: υπάρχει διαφορά; πού βρίσκεται το όριο, από την πλευρά του δημιουργού;
Οσον αφορά το τελικό αποτέλεσμα, δεν βρισκω καμιά διαφορά. Οσο ντοκιμαντέρ είναι τα «Μαγνητικά Πεδία», άλλο τόσο μυθοπλασία είναι ο Χειροπαλαιστής. Είναι και τα δυο ταινίες που αφηγούνται ιστορίες με τη βοήθεια των επιλογών που έχουν κάνει οι δημιουργοί τους, όπως π.χ. πότε και τι θα τραβάει η κάμερα, τι θα ακούγεται και τι όχι, αλλά και ποια σκηνή θα μπει πρώτη, δεύτερη, τρίτη κ.τ.λ. Οταν το τελικό αποτέλεσμα έχει προκύψει από όλες αυτές τις αποφάσεις, στο μόνο που μπορεί να σε οδηγήσει είναι στη μυθοπλασία. Η μόνη διαφορά στα δυο αυτά είδη, είναι ο τρόπος που συλλέγεις το υλικό σου. Από την άλλη όμως, αυτό είναι ξεχωριστό σε κάθε ταινία, ακόμα και του ίδιου είδους να είναι. Για μένα, αυτό που κυρίως καθορίζει το τελικό αποτέλεσμα μιας ταινίας είναι η διαχείριση πάνω στο υλικό που θα συλλέξεις. Ετσι κι αλλιώς, ο στόχος σου κάθε φορά είναι να ψυχαγωγήσεις το κοινό και να τους κάνεις συμμέτοχους στην ιστορία που λες, όχι να καταλάβουν πώς γυρίστηκε η ταινία. Ακόμα κι αν έχεις αγοράσει το πιο ακριβό μανιτάρι του κόσμου, αν στο μαγείρεμα σου ξεφύγει στο αλάτι, στο τέλος δεν θα τρώγεται.
Θέλησες να αποτυπώσεις την ιστορία και την προσωπικότητα του αδελφού σου: πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν αυτό και πόσο μιλάς και για σένα, ή για τη σχέση, την οικογένειά σας, μέσα από την ταινία;
Νομίζω πως σε αυτά τα πράγματα δεν παίζει ρόλο η συγγένεια, αλλά το να δουλεύεις με ανθρώπους που αγαπάς, τους θαυμάζεις, δεν έχουν κόμπλεξ, τους εμπιστεύεσαι και σε εμπιστεύονται. Τότε η δουλειά μετατρέπεται σε διασκέδαση και δημιουργία. Θεωρώ πως κάθε φορά πρέπει σαν δημιουργός να κάνεις μια προσπάθεια να μην θαμπώνεσαι από το υλικό σου, ακόμα κι αν αυτό είναι ο αδερφός σου, και να προσπαθείς να το αντιμετωπίζεις σαν αντικειμενικός θεατής. Σίγουρα όμως, αφού με τα δικά σου μάτια κοιτάς το θέμα σου, είτε το θες είτε όχι, πάντα αυτά που γοητεύουν εσένα παρατηρείς, και στις δικές σου ερωτήσεις ψάχνεις απάντηση, οπότε μοιραία, στο βάθος πάντα θα βρίσκεις το εγώ σου. Εμένα μου αρκεί να μην το βρίσκω και στην επιφάνεια.
Πώς ξεκινάς να σκέφτεσαι μια ταινία; Από πρόσωπα, εικόνες, λόγια, σενάριο, αίσθηση;
Κάθε φορά είναι κάτι άλλο. Ακόμα και από έναν χώρο έχω ξεκινήσει να σκέφτομαι μια ιστορία, αλλά νομίζω πως μεγαλύτερη σημασία από το ποιο είναι το έναυσμα για να μπεις σε μια διαδικασία, έχει το τι σε κάνει να θες να τη συνεχίσεις και να την τελειώσεις. Το παράδοξο με τις ταινίες, αλλά και γενικά τα έργα τέχνης, είναι ότι αρχίζουν να υπάρχουν από τη στιγμή που τα τελειώνεις. Μόλις αποσύρεις την παρουσία σου από αυτά. Μέχρι να γίνει αυτό, ειδικά στις ταινίες που απαιτούν πολύ χρόνο, είναι πολλές οι φορές, σε διάφορα στάδια της δημιουργίας, που θα χρειαστείς λόγους να συνεχίσεις να προσπαθείς. Για μένα, ο λόγος που με κινητοποιεί συχνά να συνεχίσω να δουλεύω πάνω σε κάτι, είναι για να περνάω περισσότερο χρόνο με τους ανθρώπους που αγαπώ, τους συνεργάτες μου.
Περίμενες ότι με τις πρώτες σου ταινίες θα συναντούσες τόση επιτυχία, κριτική και, επίσης, στις αίθουσες; Τι σημαίνει για σένα επιτυχία;
Γενικά ως άνθρωπος δεν μ’ αρέσει καθόλου η αναμονή, οπότε προσπαθώ κάθε μέρα να υπενθυμίζω στον εαυτό μου να μην περιμένει τίποτα. Δεν πιστεύω καθόλου στην έννοια της αποτυχίας, οπότε δεν πιστεύω ούτε στην επιτυχία και μου βγάζει πολύ νόημα που αυτές οι δύο έννοιες έχουν μέσα τους τη λέξη τύχη. Πιστεύω πως οι δράσεις παράγουν αποτελέσματα κι αυτά με τη σειρά τους σε οδηγούν σε συμπεράσματα, που σε βοηθούν να πας παρακάτω. Αυτό που συνάντησα από τις πρώτες μου ταινίες και με άλλαξε σαν άνθρωπο και είμαι ευγνώμον, ήταν η χαρά, αυτή που μου μετέδωσαν οι άλλοι άνθρωποι.
Το παράδοξο με τις ταινίες, αλλά και γενικά τα έργα τέχνης, είναι ότι αρχίζουν να υπάρχουν από τη στιγμή που τα τελειώνεις. Μόλις αποσύρεις την παρουσία σου από αυτά.»
Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που γέννησε τα «Μαγνητικά Πεδία» και ποιο είναι το τελευταίο πράγμα που κρατάς από την περιπέτεια αυτή;
Ο σπόρος για τα «Μαγνητικά Πεδία» γεννήθηκε μέσα σε ένα αμάξι, όταν εγώ και ο Κουτσαλιάρης κάναμε διακοπές στην Κεφαλονιά το καλοκαίρι του 2020. Περιφερόμασταν άσκοπα στο νησί και συνεχώς βλέπαμε τοπία που λέγαμε ότι θα ταίριαζαν πολύ σε ένα road movie. Στη συνέχεια όλο αυτό ξεκίνησε να παίρνει σχήμα σε ένα ταβερνάκι δίπλα στη θάλασσα, στο Φάληρο, όταν η Ελενα Τοπαλίδου μου είπε πως κάποτε έφυγε από μια παράσταση χορού γιατί είδε τον εαυτό της σε μια αντανάκλαση και δεν τον αναγνώρισε. Εύχομαι το τελευταίο πράγμα να είναι ένα νέο ταξίδι που θα κάνουμε όλοι μαζί για μια νέα ταινία στο μέλλον.
Θεωρείς ότι τα βραβεία μπορεί να κακομαθαίνουν ή να αγχώνουν έναν πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη; Σε κάθε περίπτωση, αποτελούν ένα βοήθημα για το μέλλον;
Θεωρώ ότι τα βραβεία δεν έχουν απολύτως καμία ευθύνη για την επιρροή που θα έχουν σε έναν άνθρωπο. Είναι στο χέρι του καθενός να τα διαχειριστεί όπως αυτός κρίνει και μπορεί. Πιστεύω πως ένα βραβείο αποτελεί ένα αντικειμενικό βοήθημα για το μέλλον, από την άποψη ότι σου δίνει λίγο περισσότερες πιθανότητες να ξανακάνεις μια ταινία, αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν μπορεί σε τίποτα να σου εξασφαλίσει ότι θα είναι και καλή.
Ποια είναι η γνώμη σου για το σύγχρονο ελληνικό σινεμά; Θεωρείς τον εαυτό σου μέρος του;
Για το μόνο που είμαι σίγουρος είναι ότι το ελληνικό σινεμά αλλάζει, αλλά είμαι επίσης πολύ σίγουρος ότι δεν μπορεί κανείς να κρίνει με αξιοπιστία οτιδήποτε συμβαίνει στη συγχρονία του, πόσο μάλλον τον εαυτό του. Γι’ αυτό άλλωστε και χρησιμοποιούμε την επιστήμη της ιστορίας, γιατί όλα κρίνονται πολύ καλύτερα από τον χρόνο. Οπως λέει και ο φίλος μου ο Χάρης Λαγκούσης, «κανένας δεν ξέρει χειρότερα τον εαυτό του, από ό,τι ο ίδιος».
Δεν πιστεύω καθόλου στην έννοια της αποτυχίας, οπότε δεν πιστεύω ούτε στην επιτυχία και μου βγάζει πολύ νόημα που αυτές οι δύο έννοιες έχουν μέσα τους τη λέξη τύχη.»
Τι να περιμένουμε από σένα, ως δημιουργό, στο κοντινό μέλλον; Ταινίες, τι ταινίες, κόμικς, όλα, κάτι άλλο;
Το όνειρό μου είναι να γίνω λαϊκός τραγουδιστής τρίτης κατηγορίας. Εχω και το ύφος και την κατάλληλη φωνή γι’ αυτό. Προς το παρόν, είμαι ένα σουξέ μακριά απ' αυτό το όνειρο...
Αν γινόταν μια ταινία για σένα, με σένα ως κεντρικό ήρωα, τι ταινία θα ήταν και ποιος/ποια θα ήθελες να τη γράψει και να τη σκηνοθετήσει;
Μια κωμωδία, σε σενάριο Αντώνη Τσιοτσιόπουλου, με πρωταγωνιστή τον αδερφό μου να παίζει εμένα και σκηνοθέτη την Ελενα Τοπαλίδου.
info «Χειροπαλαιστής» Σκηνοθεσία: Γιώργος Γούσης | Σενάριο: Γιώργος Γούσης, Γιώργος Κουτσαλιάρης | Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιώργος Κουτσαλιάρης | Ηχοληψία: Παναγιώτης Δεληνικόλας, Παναγιώτης Παπαγιαννόπουλος, Δάφνη Φαραζή, Ενές Αχμέτ Κεχαγιά | Μοντάζ: Δημήτρης Πολύζος | Μουσική: Pan Pan, Χάρης Νείλας | Sound design, Μίξη ήχου: Γιάννης Γιαννακόπουλος | Color correction: Δημήτρης Μανουσιάκης, Frenel | VFX: Παντελής Αναστασιάδης | Γραφιστική: Αφροδίτη Σπυροπούλου | Παραγωγή: Φωτεινή Οικονομοπούλου, Βάσω Πατρούμπα, Σοφία Δημοπούλου | Εταιρία παραγωγής: Ohmydog Productions | Συμπαραγωγή: ΕΡΤ | Με την υποστήριξη: ΕΚΚ & ΕΚΟΜΕ | Πρωταγωνιστούν: Παναγιώτης Γούσης, Στεφανία Καλομοίρη | Διάρκεια: 77’ | Χώρα, Έτος Παραγωγής: Ελλάδα, 2022