Σε ένα τέτοιο φεστιβάλ όπως είναι το 10ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Οδησσού, δεν θα μπορούσε να λείψει και ο μεγάλος νικητής της φετινής 69ης Berlinale, το «Synonymes» του Ναντάβ Λαπίντ. Η ταινία έκανε χτες την πρεμιέρα της εκτός διαγωνιστικού, στο τμήμα Festival of Festivals, σε μια κατάμεστη αίθουσα με την παρουσία του ίδιου του σκηνοθέτη ο οποίος και την προλόγισε.
Περισσότερα από το 10ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Οδησσού:
- Η Ρόουζ ΜακΓκόουαν (θέλει να) είναι το πρόσωπο της ασυμβίβαστης γενιάς του Χόλιγουντ
- Το 10ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Οδησσού ξεκίνησε με λάμψη και έντονο πολιτικό χαρακτήρα
Λίγες ώρες μετά το Flix συνάντησε τον σκηνοθέτη στο υπέροχο Mozart Hotel με φόντο το Εθνικό θέατρο της Οπερας και Μπαλέτου της Οδησσού, και κάτω από τους ήχους κλασικής μουσικής, μας μίλησε για την πατρίδα, για την Ομήρου Ιλιάδα, αν βρίσκει «συνώνυμα» μεταξύ Γαλλίας και Ισραήλ αλλά και για το τι σημαίνει για εκείνον η βράβευσή του με την Χρυσή Αρκτο.
Το 10ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Οδησσού διεξάγεται από τις 12-20 Ιουλίου και το Flix θα βρίσκεται εκεί για να σας μεταφέρει την ατμόσφαιρα μέσα και έξω από τις αίθουσες.
Οπως και ο Γιοάβ, ο πρωταγωνιστής της ταινίας, έτσι κι εσύ άφησες πίσω την ζωή σου στο Ισραήλ και ήρθες στις αρχές του ’00 στην Γαλλία. Υπάρχουν αρκετές αυτοβιογραφικές αναφορές στην ταινία;
Θα μπορούσα να πω πως η συγκεκριμένη ταινία είναι κυρίως αυτοβιογραφική. Υπάρχουν στιγμές μέσα σε αυτή όπου τα πράγματα έγιναν ακριβώς το ίδιο και στην πραγματική ζωή. Αλλά αυτό που θα θέλω να επιβεβαιώσω είναι πως εδώ πρόκειται για μια βελτιωμένη έκδοση των γεγονότων, απλά στην ταινία τα δείχνω όλα κάτω από μια ιδιαίτερη ματιά.
Και αυτή ακριβώς θα ήταν η επόμενή μου ερώτηση, μιας και το Παρίσι του Γιοάβ μοιάζει να είναι κάπως περίεργο, αρκετά σουρεαλιστικό ή και κάπως ονειρικό σε στιγμές. Ηταν η πρόθεσή σου να το δείξεις έτσι;
Για μένα το πιο σημαντικό που ήθελα ήταν να αποτυπώσω το πρωτόγνωρο αυτό συναίσθημα που είχα τότε. Ενα είδος σουρεαλισμού όπως είπες αλλά με την σημασία ενός συναισθήματος υπερπραγματικότητας, γεμάτο με νοήματα, πυρετώδες, τρομερό αλλά και ταυτόχρονα πανέμορφο.
Ετσι ακριβώς αποτυπώθηκε στην ταινία και ήταν ένα από τα καλύτερα στιγμιότυπά της. Και μέσα σε αυτό o ανδρισμός φαίνεται πως παίζει έναν, αν όχι το πιο, σημαντικό ρόλο στην ταινία. Παρουσιάζεται όμως κι αυτός με ένα ιδιαίτερο ύφος, κάπως ομοερωτικό θα έλεγα.
Πολύ σωστά. Για μένα αυτό σημαίνει πολλά πράγματα. Πρώτα από όλα το Ισραήλ χαρακτηρίζεται στην ταινία ως μια ανδροκρατούμενη κοινωνία. Υπηρέτησα στον Ισραηλινό στρατό τρία, τρεισήμισι χρόνια και στον θάλαμο δεν υπήρχαν καθόλου γυναίκες, είμασταν μόνο 15 άντρες. Κατά μια έννοια πρόκειται για κάτι αρκετά στρέιτ, χωρίς ίχνος γκέι στοιχείου, αλλά ένα είδος ομοερωτισμού ήταν υπαρκτός παντού, εκτός από το να κάνουμε σεξ. Ολα αυτά τα συναισθήματα που νιώθεις για τους υπόλοιπους όπως στοργή, αγάπη, έλξη, εκτός από το να θες να φιλήσεις κάποιον ή να κάνεις σεξ μαζί του, αυτά ακριβώς βλέπουμε και στην ταινία. Και ο πρωταγωνιστής αποκολλάται από την προηγούμενή του ταυτότητα και τις ταμπέλες. Δεν υπάρχει αυτή η στρέιτ, γκέι σεξουαλικότητα…
… γίνεται πιο ρευστή θα λέγαμε.
Ακριβώς. Εννοώ αν μπορεί ο ίδιος να αφήσει την ισραηλινή του ταυτότητα πίσω και να γίνει Γάλλος, γιατί να μην μπορεί να γίνει από στρέιτ, γκέι αλλά και το αντίθετο;
Ο Τομ Μερσιέρ, ο πρωταγωνιστής, ήταν ένα από τα καλύτερα στοιχεία της ταινίας. Σε κάθε σκήνη έμπαινε με αρκετό δυναμισμό και μια αστείρευτη ενέργεια η οποία σου έμενε και μετά το τέλος της ταινίας. Τι ήταν αυτό που σε έκανε να τον διαλέξεις να παίξει τον Γιοάβ;
Οπως είπα και πριν, η ταινία είναι αρκετά αυτοβιογραφική. Και όταν έγραφα το σενάριο φαντασιωνόμουν τον εαυτό μου σε αυτές τις σκηνές. Και όταν άρχισα το κάστινγκ, ένιωθα λίγο απογοητευμένος γιατί δεν μπορούσα να παίξω τον εαυτό μου, μιας και είμαι και κακός ηθοποιός. Από την άλλη όμως δεν θα το έκανα ποτέ αυτό εάν ήθελα να πω την ιστορία αυτή με τον τρόπο που ήθελα μιας και δεν θα έπαιζα τον εαυτό μου τώρα αλλά 15 χρόνια πριν. Και δεν ήξερα ακριβώς πως ήθελα να δείξω τον εαυτό μου μέχρι που είδα τον Τομ. Και όπως η ταινία είναι μια βελτιωμένη εκδοχή της ζωής, έτσι και ο Τομ είναι μια βελτιωμένη εκδοχή μου. Είναι ένας υπέροχος ηθοποιός αλλά ταυτόχρονα κι ένας ιδιαίτερος, παράξενος, με την καλή έννοια πάντα, άνθρωπος. Και νομίζω πως είναι ένας από αυτούς του ηθοποιούς όπου, για καλό ή για κακό, είναι καταδικασμένοι να βιώνουν τους αληθινούς χαρακτήρες. Δεν θα άντεχε να παίξει χαζούς, γεμάτους ματαιοδοξία, ρόλους σε χαζές ταινίες. Εχει κάτι από την γενιά των «καταραμένων» οι οποίοι χάνονται μέσα στους ρόλους τους και μένουν εκεί σε όλη την διάρκεια των γυρισμάτων.
Υπάρχουν δυο στιγμές στην ταινία στις οποίες ο Γιοάβ μιλάει εβραϊκά. Η μια είναι όταν είναι γυμνός με τον φωτογράφο, η στιγμή όπου νιώθει τελείως ευάλωτος αλλά και ταυτόχρονα η στιγμή όπου για εκείνον ο κόσμος που έχει χτίσει στο μυαλό του καταρρέει, και μία όταν αναγγέλλει τον εθνικό ύμνο του Ισραήλ. Γιατί διάλεξες αυτές τις δυο συγκεκριμένες στιγμές;
Η πρώτη στιγμή στην οποία γίνεται αυτό ένιωσα πως δεν είχα άλλη επιλογή. Στην ταινία υπάρχει αυτή η διχοτομία μεταξύ της γλώσσας και του σώματος και ο ήρωας προσπαθεί να «σκοτώσει» το παρελθόν του, την ταυτότητά του ως μια έννοια. Και όλο αυτό περνάει κυρίως μέσα από την γλωσσική διάσταση, θυσιάζοντας την γλώσσα του, τις λέξεις, πιστεύοντας πως οι λέξεις περιέχουν τα πάντα. Αλλά όπως γνωρίζει το παρελθόν είναι γραμμένο και στο σώμα μας, και ενώ μπορεί να ξεφορτωθεί την γλώσσα του δεν μπορεί να κάνει το ίδιο και με το σώμα του. Αν και το προσπαθεί. Τον βλέπουμε να παγώνει, να πεινάει να εκπορνεύεται, αλλά το σώμα είναι έξυπνο κι όταν φτάνει στο πιο χαμηλό σημείο που μπορεί να φτάσει, ξαφνικά, γίνεται μια έκρηξη λέξεων.
Στην ταινία είναι αρκετά εμφανές ότι στηρίζεται στην γλώσσα του σώματος.
Ακριβώς. Στην σκηνή αυτή μπορεί οι λέξεις να είναι χυδαίες αλλά μοιάζουν ταυτόχρονα και ως μια προσευχή. Και στο δεύτερο μέρος, η σκηνή με τον εθνικό ύμνο, είναι κάτι που λίγοι έχουν προσέξει και σε ευχαριστώ που το ανέφερες. Εκείνη είναι η στιγμή που σπάει η ψευδαίσθηση και καταλαβαίνει πως ο εθνικισμός σε κάθε χώρα είναι κακός, άσχημος. Και πως κάθε κοινωνία στηρίζεται ως ένα μικρό βαθμό στη βία. Οι άλλοι μαθητές στην σκηνή αυτή τραγουδάνε τον εθνικό τους ύμνο, αλλά εκείνος τον απαγγέλει και πολύ γρήγορα. Κατά έναν τρόπο τον απεχθάνεται αλλά ταυτόχρονα επιμένει να τον τελειώσει, σαν να λέει «εντάξει θα απεχθάνομαι τον εθνικό μου ύμνο όσο θέλετε, αλλά θα τον πως ως το τέλος». Δηλαδή θα μισώ την χώρα μου όσο θέλω, αλλά θα είναι για πάντα η πατρίδα μου.
... ταινίες σαν το «Synonymes» μπορεί να καταλήγουν να παίζουν σε μια μικρή αίθουσα για 30 άτομα. Για μένα πάντως όλο αυτό σημαίνει πως ναι, κέρδισα την Χρυσή Αρκτο, θα την φιλήσω αλλά μετά την πετάξω από το παράθυρο. Κι αυτό το λέω γιατί το χειρότερο που θα μπορούσε να τύχει σε κάποιον είναι να γίνει σκλάβος του βραβείου που κέρδισε. Δεν θα το ήθελα αυτό για τον εαυτό μου και για κανέναν. Πέτα το και προχώρα παρακάτω.»
Και μιας και μιλάμε για πατρίδες, τι είναι αυτό που κάνει εσένα να αποκαλέσεις ένα μέρος ως «πατρίδα»;
Θέλω να νιώσω οικεία με το μέρος αυτό. Οταν δεν χρειάζεται να έχεις κάποιου είδους ταυτότητα. Ενα από τα πιο δύσκολα πράγματα για μένα όταν έφτασα στην Γαλλία ήταν το πως θα έπρεπε να αντιμετωπίσω όλα θέματα με την ταυτότητά μου. Και όχι μόνο για την χώρα μου αλλά και πράγματα όπως η αγάπη και το σεξ. Νομίζω πως εκείνη την στιγμή, όταν άρχισα να τα σκέφτομαι όλα αυτά, ανακάλυψα δεν βρίσκομαι πλέον σπίτι μου.
Υπήρχαν αρκετές αναφορές στην ταινία και στην Ομήρου Ιλιάδα. Είχε η συγκεκριμένη ιστορία κάποια ιδιαίτερη σημασία για εσένα;
Οταν ήμουν παιδί, οι γονείς μου μου διάβαζαν την Ιλιάδα και ερωτεύτηκα και θαύμαζα τον Εκτορα. Οπως και στην ταινία έτσι κι εγώ μιλούσα συνέχεια για τον Εκτορα και οι γονείς μου αποφάσισαν να κρύψουν το βιβλίο για να μην μάθω ποτέ το τραγικό τέλος του ήρωα. Αλλά ένιωθα ότι θα πέθαινε, ήμουν σίγουρος από την πρώτη στιγμή. Στο Ισραήλ ξέρεις έχουμε αυτή την βιβλική κληρονομιά και το να διαλέξω έναν αρχαίο Ελληνα ήρωα κι όχι κάποιον βιβλικό χαρακτήρα όπως τον Βασιλιά Σολομώντα ή τον Μωυσή, αλλά τον Εκτορα αυτόν τον ηρωικό «χαμένο», ήταν γιατί κάτι τέτοιο δεν υπήρχε ποτέ στο Ισραήλ. Στο Ισραήλ επικρατεί μια λογική ότι πρέπει πάντα να κερδίζουμε γιατί από την ιστορία μας έχουν κάνει να πιστεύουμε πως μπορούμε να κερδίσουμε χιλιάδες πολέμους αλλά αν χάσουμε έναν τότε είμαστε καταδικασμένοι. Είμαστε μια αίρεση νικητών. Αιωνίων νικητών θα έλεγα. Και αυτός ο θαυμασμός για τον ήρωα που χάνει την μάχη και πεθαίνει με έναν τόσο κομψό, αν μπορώ να τον χαρακτηρίσω, τρόπο είναι ένα είδος επανάστασης για μένα.
Γύρισες αρκετές ταινίες στο Ισραήλ πριν αποφασίσεις να έρθεις στην Γαλλία και να γυρίσεις ταινίες κι εκεί. Αντιμετώπισες κάποιες δυσκολίες σε όλο αυτό; Υπάρχουν «συνώνυμα» μεταξύ των δύο χωρών;
Φυσικά αντιμετώπισα αρκετές δυσκολίες όταν αποφάσισα να γυρίσω μια ταινία στο Παρίσι. Αλλά υπάρχει μια περίεργη ομοιότητα μεταξύ των δυο αυτών χωρών. Κάθε φορά που γύριζα μια ταινία, οι δρόμοι, τα μέρη, οι άνθρωποι όλα αποτελούσαν μια έκρηξη από έννοιες τις οποίες προσπαθούσα να αποτυπώσω στις ταινίες μου. Είχε ένα ψυχολογικό, ιδεολογικό, υπαρξιακό ενδιαφέρον, το οποίο μπορεί πολλές φορές να συγκρούονταν μεταξύ του, ως δυο διαφορετικές χώρες, αλλά αυτό ήταν που με συνάρπαζε. Ηταν ένας πειρασμός για την κάμερα.
O σκηνοθέτης Ναντάβ Λαπίντ ανάμεσα στους δυο πρωταγωνιστές της ταινίας του, τον Τομ Μερσιέρ και την Λουίς Σεβιλότ.
Φαντάζομαι πως έτσι θα μπορεί να είναι. Και κάτι τελευταίο. Κέρδισες την Χρυσή Αρκτο στο Φεστιβάλ του Βερολίνου φέτος με την ταινία σου, ένα αρκετά σημαντικό βραβείο. Αλλαξε τίποτα όλο αυτό για σένα;
Σε ένα παγκόσμιο κινηματογραφικό επίπεδο ήταν αρκετά σημαντικό μια ταινία σαν το «Synonymes» να κερδίσει ένα τέτοιο βραβείο. Γιατί τον τελευταίο καιρό βλέπουμε, ακόμα και σε αυτά τα μεγάλα φεστιβάλ, ότι να κερδίζουν βραβεία κάποιες καλές ταινίες αλλά συνήθως τα παίρνουν πιο… νορμάλ ταινίες. Και ταινίες σαν το «Synonymes» μπορεί να καταλήγουν να παίζουν σε μια μικρή αίθουσα για 30 άτομα. Είναι ο δικός μου τρόπος να πω πως κι αυτό είναι κινηματογράφος. Για μένα πάντως όλο αυτό σημαίνει μόνο αυτό: κέρδισα την Χρυσή Αρκτο, θα την φιλήσω αλλά μετά θα την πετάξω από το παράθυρο. Κι αυτό το λέω γιατί το χειρότερο που θα μπορούσε να τύχει σε κάποιον είναι να γίνει σκλάβος του βραβείου που κέρδισε. Δεν θα το ήθελα αυτό για τον εαυτό μου και για κανέναν. Πέτα το και προχώρα παρακάτω.
Το 10ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Οδησσού διεξάγεται από τις 12-20 Ιουλίου και το Flix θα βρίσκεται εκεί για να σας μεταφέρει την ατμόσφαιρα μέσα και έξω από τις αίθουσες.