Συνέντευξη

Η Λέα Σεντού δεν έχει πέσει θύμα της διασημότητάς (της)

στα 10

Αλώνοντας το γαλλικό κι όχι μόνο σινεμά, η Λέα Σεντού βρίσκεται ξανά στις αίθουσες, αυτή τη φορά με το «France» του Μπρούνο Ντιμόν. Και μιλάει στο Flix για τη διασημότητα που (δεν) σκοτώνει.

Η Λέα Σεντού δεν έχει πέσει θύμα της διασημότητάς (της)
(φωτό: Νικ Τόμσον για το Madame Figaro, 2022)

Εχουν περάσει χρόνια από τότε που η Λέα Σεντού ήταν απλά η νέα σταρ του γαλλικού σινεμά. Με επιμονή εργάτη, αλλά και επιλογές που δεν την πρόδωσαν παρά ελάχιστες φορές μέσα στην υπερπαραγωγική της καριέρα ως ηθοποιού, η 37 σήμερα διεθνής σταρ παίζει από τον νέο Κρόνενμπεργκ στο «Dune» και από τον Τζέιμς Μποντ στην «Εμανουέλα» του 21ου αιώνα, συνεχίζοντας μια ιλιγγιώδη πορεία που δεν μοιάζει να σταματά πουθενά.

Αντίθετα, η ηρωίδα της στο «France» του Μπρούνο Ντιμόν, μια διάσημη πολεμική ρεπόρτερ και παρουσιάστρια, θα νιώσει τριγμούς στη δημόσια εικόνα της, μετά από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα που θα τη φέρει σε επαφή με την... πραγματική ζωή. Γι' αυτήν την ηρωίδα που στέκεται με το ένα πόδι στην διασημότητα και με το άλλο στην αλήθεια κάθε γυναίκας σήμερα, η Λέα Σεντού μιλάει στο Flix, προσπαθώντας να δει όλα όσα κρύβονται πίσω από τα φαινόμενα και τα φαινομενικά.

Το «France» του Μπρούνο Ντιμόν προβάλλεται στις αίθουσες από την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου. Διαβάστε εδώ την κριτική του Flix.

france

Η ταινία δεν είναι για μια παρουσιάστρια. Αυτό είναι η αφορμή ή η δικαιολογία. Το «France» είναι μια ταινία για μια σύγχρονη γυναίκα που έρχεται σε σύγκρουση με την κοινωνία, αλλά κυρίως με τα δικά της συναισθήματα, τις σταθερές της. Είναι μέρος του συστήματος, αλλά ταυτόχρονα στέκεται και απέναντί του, είναι και θύμα του συστήματος. Γίνεται μια γυναίκα της εποχής μας, αντιμέτωπη με όλες τις προκλήσεις που την ορίζουν και την καθορίζουν.

Δεν μοιάζω με την Φρανς. Αλλωστε είναι πολύ πιο διάσημη από μένα και με τελείως διαφορετικό τρόπο. Οι ηθοποιοί δεν είναι σαν τους παρουσιαστές. Στη Γαλλία υπάρχει ένα πλέγμα προστασίας των ηθοποιών από τους παπαράτσι, για παράδειγμα. Με κάποιον τρόπο μπορώ να ελέγχω την εικόνα μου. Η Φρανς είναι πιο ανοιχτή στον κόσμο, θέλει να είναι ανοιχτή στους θαυμαστές της. Δεν έχω υπάρξει ποτέ θύμα της διασημότητάς μου. Η ζωή μου είναι σχετικά φυσιολογική.

Στην αρχή θυμάμαι είχα προτείνει στον Μπρούνο Ντιμόν, η Φρανς να είναι ηθοποιός. Αυτός όμως ήταν αρνητικός. Οι ηθοποιοί κουβαλάνε περισσότερο μυστήριο μέσα στη λάμψη που τους δίνει η έκθεση. Ηθελε η Φρανς να είναι μια γυναίκα πιο ευάλωτη στον κοινωνικό θαυμασμό αλλά και την κριτική. Ετσι - όπως συμβαίνει και στην ταινία - είναι πιο γλαφυρή η πτώση της.

Ο κόσμος είναι ήδη πολύ βίαιος, για να διαβάζουμε και στις εφημερίδες ή τα sites για τη βία γύρω μας. Προσπαθώ να ενημερώνομαι, από το ραδιόφωνο κυρίως και όχι την τηλεόραση. Αλλά προστατεύω τον εαυτό μου και ξέρω ότι μπορεί να ζω σε μια φούσκα, αλλά αυτό δεν με κάνει λιγότερο ευαίσθητη ή λιγότερο ανήσυχη για όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας.»

france

Η ταινία μιλάει και για τη μελαγχολία. Η Φρανς είναι απομονωμένη. Και μόνη. Νιώθει συνεχώς ένοχη. Είναι μια ταινία σκοτεινή και ουσιαστικά αναζητά, μαζί με την ηρωίδα του, το νόημα της ζωής. Η Φρανς ξέρει ότι είναι διεφθαρμένη και θέλει να διορθώσει ό,τι μπορεί με όποιον τρόπο μπορεί. Καταλαβαίνει αργά στη ζωή της πως είναι ένα εργαλείο μέσα σε ένα σύστημα και προσπαθεί να δει πίσω από το πρώτο - επιφανειακό - επίπεδο της ζωής, της δικής της και των άλλων.

Ο Μπρούνο Ντιμόν διδάσκει φιλοσοφία. Και το «France» είναι μια πολύ φιλοσοφημένη ταινία. Πολλοί πίστεψαν ότι η ταινία είναι μόνο μια σάτιρα για τον κόσμο της τηλεόρασης και των media. Είναι ένα πορτρέτο του σύγχρονου ανθρώπου.

Είναι πάντα ωραίο να παίζεις κάποιον που δεν είναι συμπαθητικός.** Είναι μια πρόκληση. Και σε αναγκάζει να ψάξεις βαθιά μέσα σου και μέσα του προκειμένου να βρεις τι είναι αυτό που τον κάνει αντιπαθητικό. Αυτό που προσπαθώ πάντα να κάνω είναι να φτιάξω ένα χαρακτήρα που να είναι ολοκληρωμένος.»

france

**Είμαι ένας άνθρωπος γεμάτος παραδοξότητες. Χρησιμοποιώ κάθε φορά διαφορετικά κομμάτια του εαυτού μου για να ενσαρκώσω ένα ρόλο. Ψάχνω πάντα κάτι που με συνδέει μαζί του, ένα στοιχείο της προσωπικότητάς μου. Το χρέος μας σαν ηθοποιοί είναι να ενσαρκώνουμε ένα χαρακτήρα και να προσπαθούμε να βρούμε την αλήθεια του. Οποια κι αν είναι αυτή.

Είναι πάντα ωραίο να παίζεις κάποιον που δεν είναι συμπαθητικός. Είναι μια πρόκληση. Και σε αναγκάζει να ψάξεις βαθιά μέσα σου και μέσα του προκειμένου να βρεις τι είναι αυτό που τον κάνει αντιπαθητικό. Αυτό που προσπαθώ πάντα να κάνω είναι να φτιάξω ένα χαρακτήρα που να είναι ολοκληρωμένος. Που να μπορεί ο θεατής να προβάλλει πάνω του τον ίδιο του τον εαυτό. Κανείς μας δεν είναι μόνο ένα πράγμα. Οπως και η ζωή.

Ο κόσμος είναι ήδη πολύ βίαιος, για να διαβάζουμε και στις εφημερίδες ή τα sites για τη βία γύρω μας. Προσπαθώ να ενημερώνομαι, από το ραδιόφωνο κυρίως και όχι την τηλεόραση. Αλλά προστατεύω τον εαυτό μου και ξέρω ότι μπορεί να ζω σε μια φούσκα, αλλά αυτό δεν με κάνει λιγότερο ευαίσθητη ή λιγότερο ανήσυχη για όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Απλά προτιμώ να περιτριγυρίζομαι από όμορφα πράγματα. Να πηγαίνω σε ένα μουσείο, να διαβάζω ένα ωραίο βιβλίο, να βλέπω ταινίες παρά τηλεόραση. Είναι στιγμές, ναι, που συνειδητά είμαι αποκομμένη από την πραγματικότητα.

Το «France» του Μπρούνο Ντιμόν προβάλλεται στις αίθουσες από την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου. Διαβάστε εδώ την κριτική του Flix.