Η ιστορία της «Περιφρόνησης» δεν διαφέρει πολύ από την ιστορία κάθε ταινίας που είναι προορισμένη να σημαδέψει τη φιλμογραφία ενός σκηνοθέτη. Οποιος κι αν είναι αυτός. Ακόμη κι ο ίδιος ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ που εν έτει 1963 δεν είχε κανένα λόγο να επιτρέψει σε κανένα παραγωγό να του επιβάλλει τις επιθυμίες του και να έρθει αντιμέτωπος με το αιώνιο δίπολο της τέχνης και της εμπορικότητας.
Το «Ζούσε τη Ζωή της» το 1962 ήταν μια τεράστια επιτυχία, οι «Καραμπινιέροι» του 1963, μετά από προτροπή του Ρομπέρτο Ροσελίνι, θα πήγαιναν ακόμη παραπέρα την κοινωνική διάσταση του έργου του και η πρόταση του μεγαλοπαραγωγού Κάρλο Πόντι για μια συνεργασία θα μπορούσε απλά να πέσει στο κενό - ειδικά αν σκεφτεί κανείς πως θα ακολουθούσαν ακόμη περισσότερες επιτυχημένες ταινίες από το 1964 και μετά, μέχρι τουλάχιστον να μπει ως προτεραιότητα και στο σινεμά του (εκτός από τη ζωή του) η πολιτική.
Ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ στα γυρίσματα της «Περιφρόνησης»
Η πρόταση του Πόντι όμως ήταν δελεαστική για τον Γκοντάρ που ήθελε να δοκιμάσει να «μεγαλώσει» το σινεμά του και μαζί τη φήμη του ως ο πιο σημαντικός σκηνοθέτης της γενιάς του.
Η δική του αντιπρόταση ήταν μια διασκευή του μυθιστορήματος του Αλμπέρτο Μοράβια «Η Περιφρόνηση» από το 1954, με την κεντρική ιστορία ενός ζευγαριού που βρίσκεται να «πρωταγωνιστεί» με φόντο μια ταινία για την «Οδύσσεια» που γυρίζεται στην Ιταλία. Ο Γκοντάρ ήθελε για πρωταγωνιστικό ζευγάρι την Κιμ Νόβακ και τον Φρανκ Σινάτρα, όταν αυτοί αρνήθηκαν ο Πόντι πρότεινε το ζευγάρι Σοφία Λόρεν - Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, ο Γκοντάρ αναζήτησε κάποια στιγμή και την Μόνικα Βίτι, αλλά τελικά οι ρόλοι δόθηκαν στον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Μισέλ Πικολί (αρχικός πρωταγωνιστής ήταν ο Ραφ Βαλόνε που όμως δεν μπορούσε να αποδεσμευθεί από τα γυρίσματα του «The Cardinal» του Οτο Πρέμινγκερ) και στην Μπριζίτ Μπαρντό - το πιο πολύτιμο εξαγώγιμο προιόν που διέθετε η Γαλλία, από καταβολής της χώρας.
Οι παραγωγοί ήταν σίγουροι πως το γυμνό σώμα της Μπαρντό θα εξασφάλιζε τα απαιτούμενα εισιτήρια, μόνο που ο Γκοντάρ δεν είχε στο νου του να την κινηματογραφήσει γυμνή. Ετσι πρόσθεσε, αφού η ταινία είχε ολοκληρωθεί, την εναρκτήρια σκηνή με το ζευγάρι στο κρεβάτι, αυτή γυμνή μπρούμυτα και τον Πικολί να την κοιτάζει - τι ειρωνία για μια από τις πιο σπουδαίες, απέριττα επιτηδευμένες, ποπ, σπαρακτικές, κλασικές σκηνές στην ιστορία του σινεμά.
Αναγκάστηκε να γυρίσει και σε σινεμασκόπ, μετά από απαίτηση των παραγωγών - φορμά που ο ίδιος δεν συμπάθησε ποτέ - όπως αναφέρει και μια από τις πιο διάσημες ατάκες της ταινίας δια στόματος Φριτζ Λανγκ «το σινεμασκόπ είναι καλό για να γυρίζεις φίδια ή φέρετρα, όχι ανθρώπους».
Και κάπως έτσι η «Περιφρόνηση» άρχισε να παίρνει την τροπή μιας ταινίας που θα γινόταν ο καθρέφτης του ίδιου του θέματος της: της τυραννίας των παραγωγών και την αιώνια πάλη ανάμεσα στη βιομηχανία και την τέχνη του σινεμά, την ανεξαρτησία του καλλιτέχνη και τις θυσίες που πρέπει να κάνει προκειμένου να επιβάλλει τη γνώμη του. Μια δοκιμασία για έναν από τους πιο ανεξάρτητους σκηνοθέτες (και ανθρώπους) που γνώρισε ποτέ το σινεμά. Μια δοκιμασία που ίσως την είχε ο ίδιος ανάγκη για να αποδείξει στον εαυτό του πως μπορεί να επιβιώσει ακόμη και μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες.
Για το ρόλο του σκηνοθέτη επιλέχθηκε προσωπικά από τον Γκοντάρ ο Φριτζ Λανγκ (σε αντίθεση με το βιβλίο όπου ο σκηνοθέτης ήταν ένας άσημος Γερμανός κινηματογραφιστής), για το ρόλο του παραγωγού ο Τζακ Πάλανς και για τα τρία σκηνικά της ταινίας τα άδεια σοκάκια της Τσινετσιτά, μια γειτονιά κάπου στη Ρώμη και η θρυλική Βίλα Μαλαπάρτε στο Κάπρι. Μαζί με τον Γκοντάρ ο Ραούλ Κουτάρ για να φωτίσει σχεδόν με φυσικό φως και τα τρία μέρη της ταινίας και ο Ζορζ Ντελερί που έγραψε ένα από τα πιο σπαρακτικά μουσικά θέματα που ακούστηκαν ποτέ σε ταινία.
Η «Περιφρόνηση» θα γινόταν το talk of the country για τη Γαλλία, με τους παπαράτσι να διακόπτουν συνεχώς τα γυρίσματα για να απαθανατίσουν την Μπριζίτ Μπαρντό, αλλά και η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του Ζαν-Λικ Γκοντάρ. Αν και αλώβητη από οποιεσδήποτε συγκρούσεις είτε με τους παραγωγούς, είτε με τον ίδιο του τον εκρηκτικό εαυτό, ο Γκοντάρ δεν μίσησε ποτέ καμιά του άλλη ταινία τόσο πολύ.
Δείτε παρακάτω making of και υλικό από τα γυρίσματα της «Περιφρόνησης»:
Δείτε εδώ μια κινηματογραφημένη συνέντευξη ανάμεσα στον Ζαν-Λικ Γκοντάρ και τον Φριτζ Λανγκ: