Συνέντευξη

Βασίλης Χριστοφιλάκης: «Οι περισσότεροι Ελληνες διανομείς θα ήταν χαρούμενοι αν ΔΕΝ υπήρχε ελληνική ταινία»

στα 10

Ο σκηνοθέτης του «Guest Star», της κωμωδίας που έρχεται προσεχώς, δεν βρίσκει τίποτα αστείο στη μεταχείριση του ελληνικού σινεμά.

Βασίλης Χριστοφιλάκης: «Οι περισσότεροι Ελληνες διανομείς θα ήταν χαρούμενοι αν ΔΕΝ υπήρχε ελληνική ταινία»

Πρωτογνωρίσαμε κινηματογραφικά τον Βασίλη Χριστοφιλάκη το 2018, με το «Too Much Info Clouding Over my Head», του 2018, μια διασκεδαστική σάτιρα της ελληνικής κινηματογραφίας που έφυγε με τρία βραβεία από το τότε Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Η δεύτερη ταινία του, το «Guest Star», είναι μια πιο πολύπλοκη και μελαγχολική σάτιρα του κόσμου του θεάματος που γρήγορα καταφέρνει να μεταμορφωθεί σε μια μικρή ανεξάρτητη ταινία για ανθρώπους που αναζητούν ένα πρωταγωνιστικό ρόλο πρωτίστως στη δική τους ζωή - διαβάστε εδώ όσα γράψαμε στο Flix.

Με την ταινία του να ετοιμάζεται, αυτή τη σεζόν, να συναντήσει το κοινό, ο Βασίλης Χριστοφιλάκης μίλησε στο Flix για το σινεμά του αλλά και για τις απροσπέλαστες δυσκολίες που συναντά όποιος προσπαθεί να βγάλει (ελληνική) ταινία στις αίθουσες. Μια συνέντευξη κόλαφος, διανθισμένη με χιούμορ και μια διακριτική μελαγχολία, όχι πολύ διαφορετικά από την ίδια την ταινία.


guest star

Πώς αποφασίσατε να κάνετε το «Guest Star» και γιατί στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή;

Το «Guest Star» ήταν μια ιδέα που μου ήρθε μετά την πρώτη μου ταινία, όταν ξεκινούσα να γράψω το δεύτερό μου σενάριο. Ηθελα να είναι κάτι πολύ κοντά στο ύφος του «Too Much Info Clouding Over My Head», αλλά με λιγότερη αυτοαναφορικότητα. Τελικά έγινε μια ταινία που ναι μεν συγγενεύει με την προηγούμενη αλλά είναι και κάτι εντελώς αυτόνομο, μια άλλη εκδοχή της οπτικής μου γωνίας. Επίσης είναι αυτοαναφορικό με τον τρόπο του γιατί μάλλον δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο ή δεν χρειάζεται. Οπως και να ’χει, η ιδέα του Λουκιανού, του γιου των δυο πιο διάσημων σταρ που έχουν πια πεθάνει, μου κόλλησε και ήταν από αυτά τα κλασικά και πάντα μεγαλεπήβολα καλέσματα «πρέπει να το δω στην οθόνη».

Πόσο συνδέεται με προσωπικές σας εμπειρίες, επιθυμίες, απογοητεύσεις;

Νομίζω πως ό,τι έχω κάνει στο σινεμά και ό,τι έχω γράψει που θα γυρίσω στο μέλλον, συνδέεται 100% με το προσωπικό μου κομμάτι. Το σημαντικό είναι πόσο μπορείς να αφήσεις όλες αυτές τις επιθυμίες και απογοητεύσεις να έρθουν στην επιφάνεια. Προσπαθώ να το κάνω όσο περισσότερο μπορώ γιατί θέλω να είναι ειλικρινές το αποτέλεσμα. Από την άλλη είναι και φορές που θέλω να χτυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο, γιατί παίζω και τον κεντρικό χαρακτήρα.

guest star

Τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε στη διαδικασία της παραγωγής και εξασφάλισης budget;

Το «Guest Star» γυρίστηκε μέσα στον κόβιντ οπότε αυτό ήταν μια πρωτότυπη δυσκολία πέρα από τις συνηθισμένες. Με απλά λόγια, δεν ήταν καθόλου διασκεδαστικό να γυρίζεις μια ταινία εκείνη την εποχή. Είμαι της άποψης ως σκηνοθέτης πως πρέπει να περνάμε καλά στο γύρισμα και έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να συμβαίνει, παρόλ’ αυτά σήμερα θυμάμαι εκείνες τις μέρες με ένα βάρος και μια μελαγχολία. Είχαμε μελαγχολία στο γύρισμα και αυτό βγαίνει προς τα έξω, γι’ αυτό και το «Guest Star» είναι μια αυθεντικά μελαγχολική ταινία.

Σιγά το δύσκολο, να διατηρήσεις το χιούμορ σου με την κατάσταση του κινηματογράφου στην Ελλάδα! Εχετε καταλάβει πως το κινηματογραφικό οικοδόμημα της χώρας είναι η πιο ευφυής και σπαρταριστή κωμωδία; Δηλαδή το «Ποια Ταινία θα πάει Υποψήφια για Υποψηφιότητα στα Οσκαρ» δεν είναι μια μεγάλη κωμωδία του Ελληνικού Σινεμά που απλώς δεν έχει γυριστεί ακόμα; Φανταστείτε τους διαφορετικούς χαρακτήρες, τα αντίπαλα στρατόπεδα, τις ανατροπές, τις μεγαλειώδεις ατάκες, την κοινωνικοπολιτική σάτιρα! Δεν το λέω ειρωνικά.»

Για την εξασφάλιση budget, ό,τι συμβαίνει πάνω-κάτω κάθε φορά. Χάσιμο περίπου ενάμισι έτους γιατί ενώ είχε εγκριθεί το σενάριο από την επιτροπή αξιολόγησης ένας ανεκδιήγητος διευθυντής Ανάπτυξης στο Κέντρο Κινηματογράφου αποφάσισε να απορρίψει το «Guest Star» γιατί δεν πίστευε ότι θα πάρει επιχορήγηση από την ΕΡΤ. Τελικά μετά από λίγες μέρες πήραμε επιχορήγηση από την ΕΡΤ αλλά μας είχαν ήδη απορρίψει από το Κέντρο οπότε έπρεπε να ξανακαταθέσουμε και να περιμένουμε άλλον ένα χρόνο. Τέτοια ωραία κι όμορφα που τα ξέρουν πολύ καλά οι συνάδελφοί μου.

Μέσα σε μια κινηματογραφική βιομηχανία που συχνά οδηγεί σε αδιέξοδα, πώς διατηρείτε το χιούμορ σας;

Σιγά το δύσκολο, να διατηρήσεις το χιούμορ σου με την κατάσταση του κινηματογράφου στην Ελλάδα! Εχετε καταλάβει πως το κινηματογραφικό οικοδόμημα της χώρας είναι η πιο ευφυής και σπαρταριστή κωμωδία; Δηλαδή το «Ποια Ταινία θα πάει Υποψήφια για Υποψηφιότητα στα Οσκαρ» δεν είναι μια μεγάλη κωμωδία του Ελληνικού Σινεμά που απλώς δεν έχει γυριστεί ακόμα; Φανταστείτε τους διαφορετικούς χαρακτήρες, τα αντίπαλα στρατόπεδα, τις ανατροπές, τις μεγαλειώδεις ατάκες, την κοινωνικοπολιτική σάτιρα! Δεν το λέω ειρωνικά.

Επίσης θα μου επιτρέψετε να διορθώσω την ερώτησή σας. Δεν υπάρχει καμία κινηματογραφική βιομηχανία στην Ελλάδα σήμερα. Υπάρχουν δυο-τρεις κινηματογραφικές καφετέριες με διαφορετικούς θαμώνες η καθεμία. Μέσα εκεί γίνονται πού και πού κάποιες μεμονωμένες προσπάθειες.

guest star

Ποιος είναι ο κεντρικός σας ήρωας και πώς… συγγενεύετε;

Ο Λουκιανός Ασβεστόπουλος είναι ένας σαραντάρης celebritychild, από αυτά τα παιδιά που έχουν φάει τρία γκολ πριν ξεκινήσει το ματς. Είναι ένας τυπικός κινηματογραφικός λούζερ: μοναχικός, αμήχανος, αδέξιος και ανεσταλμένος. Ζει στη σκιά των γονιών του ή του εαυτού του. Του γίνεται μια πρόταση να γίνει νέος παρουσιαστής σε βραδινό talk show. Θέλει να το κάνει και δεν θέλει . Εκείνοι θέλουν να του βελτιώσουν την εικόνα. Θα γνωρίσει μια τραγουδίστρια-influencer σε καθοδική πορεία, ένα παλιάς κοπής manic pixiedream girl και το σύμπαν του θα αλλάξει.

Η έννοια της διασημότητας είναι συμβολική στην ταινία. Οι γονείς μας είναι πάντα οι «διάσημοι», τα «πρότυπα», τα σημεία αναφοράς. Εγώ δεν είμαι γιος διασήμων αλλά είχα πάντα αντιπαλότητα με τους γονείς μου όπως και τα περισσότερα άτομα από τη γενιά μου. Αλλες γενιές, άλλα μυαλά, αλληλοκατηγορίες, χάσμα. Δεν βρίσκουμε εύκολα κοινό έδαφος. Ολο αυτό βγάζει μια αίσθηση ανεπάρκειας στο τέλος. Αισθάνομαι κι εγώ συχνά ανεπαρκής, όπως κι ο Λουκιανός.

Πώς επιλέξατε το καστ σας, τόσο το πρωταγωνιστικό, όσο και τους/τις guest stars;

Η Ελλη Τρίγγου δεν ήταν στα αρχικά μου σχέδια. Εχουμε μεγάλη διαφορά στον σωματότυπο και αυτό με φόβιζε για τη χημεία στην οθόνη, πόσο μάλλον όταν πρόκειται και για ρομαντική σχέση. Οταν τη γνώρισα από κοντά, όλα αυτά έφυγαν αμέσως και η Ελλη έγινε ίσως το σημαντικότερο κομμάτι αυτής της ταινίας. Η Νατάσα Εξηνταβελόνη ήρθε από το πουθενά και έπαθα πλάκα με το ταλέντο της. Με τη Δώρα Μασκλαβάνου ήμασταν φίλοι και ήθελα να συνεργαστώ πολύ μαζί της. Το ίδιο και με τον Αλέξανδρο Καλπακίδη, έναν εξαιρετικό ηθοποιό και φανταστικό καρατερίστα. Ο Κώστας Αρζόγλου μου άρεσε πολύ για τον ρόλο του καναλάρχη και τελικά τον έπεισα. Ο Μπάμπης Αλεφάντης είναι ένας από τους πιο ταλαντούχους νέους ηθοποιούς και ήθελα πολύ να δουλέψω μαζί του. Δεν έχω παράπονο.

guest star

Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 2023: τι νιώθετε ότι κερδίσατε από αυτή τη συμμετοχή;

Κέρδισα δύο εξαιρετικές sold out προβολές. Με τον κόσμο να μένει στο Q&A και να συζητάμε σχεδόν σαράντα λεπτά μετά την λήξη. Τίποτα άλλο.

Συνηθίζετε να δουλεύετε λίγο έξω από το mainstream, την πεπατημένη: είναι επιλογή αυτό, ή καθορίζεται από τις συνθήκες;

Σίγουρα ο τρόπος που δουλεύω δεν είναι mainstream. Και δεν θέλω να γίνει και ποτέ. Μου αρέσουν οι ταινίες που φτιάχνονται από μικρές ομάδες. Με γοητεύει η πρόθεση να είναι καθαρή και όχι αν μια ταινία την πετυχαίνει. Δεν με ενδιαφέρουν τα τεχνικά περιτυλίγματα.

Θα έλεγα πως ξεκίνησα κάνοντας underground κωμωδία αλλά μου αρέσει να μετακινούμαι και προς τη μέση. Εξαρτάται βέβαια τι εννοούμε με τον όρο. Υπάρχει καλό και κακό mainstream. Με αφορά μόνο το πρώτο. Βασικά πιστεύω ακράδαντα πως αυτό που λείπει από την Ελλάδα είναι το καλό mainstream. Και στο σινεμά και στην τηλεόραση. Δεν γίνεται διαρκώς να παίζουμε στα δύο άκρα - τρασίλα κυρίαρχης κουλτούρας πρώτου επιπέδου από τη μία και κουλτουριάρηδες, underground από την άλλη. Με έχει κουράσει το «δεν είναι για φεστιβάλ, είναι για αίθουσες» και το ανάποδο. Μια ταινία μπορεί να είναι τα πάντα.

Στο σημερινό τοπίο του ελληνικού κινηματογράφου, ποιο χώρο θεωρείτε ότι καλύπτει μια ταινία σαν το «Guest Star» και πού περιμένετε να βρει το κοινό της;

Οπως είπα και πριν, τον χώρο του καλού mainstream.

Η σχέση κοινού - ταινίας αφορά και τις δυο πλευρές. Το «Guest Star» θα κάνει ό,τι μπορεί για να ακουστεί. Αυτό δεν είναι πάντα εύκολο. Το κοινό από την πλευρά του πρέπει να ψαχτεί. Εγώ ξέρω πως υπάρχει εκεί έξω ένα κοινό πολύ μεγαλύτερο από αυτό που θέλουν να μας πείσουν οι διάφοροι κλειδοκράτορες. Δεν πρέπει να ζητάμε άδεια από κανέναν. Ούτε οι δημιουργοί ούτε το κοινό. Μπορούμε να συναντηθούμε.

Υπάρχει καλό και κακό mainstream. Με αφορά μόνο το πρώτο. Βασικά πιστεύω ακράδαντα πως αυτό που λείπει από την Ελλάδα είναι το καλό mainstream. Και στο σινεμά και στην τηλεόραση. Δεν γίνεται διαρκώς να παίζουμε στα δύο άκρα - τρασίλα κυρίαρχης κουλτούρας πρώτου επιπέδου από τη μία και κουλτουριάρηδες, underground από την άλλη. Με έχει κουράσει το "δεν είναι για φεστιβάλ, είναι για αίθουσες" και το ανάποδο. Μια ταινία μπορεί να είναι τα πάντα.»

Ο κόσμος που περνάει καλά με την κωμωδία νομίζω θα ευχαριστηθεί το «Guest Star». Είτε είναι κουλτουριάρης, φασαίος, αντιφασαίος (φασαίος δηλαδή), ανυποψίαστος, σινεφίλ, έχει υπαρξιακά ή δεν έχει. Τον περιμένω να γνωρίσει το χιούμορ μου και την οπτική μου γωνία.

Πώς σχεδιάσατε τη διανομή του «Guest Star» στις αίθουσες και τι εμπόδια χρειάστηκε να υπερπηδήσετε;

Το μεγαλύτερο πρόβλημα του Ελληνικού Κινηματογράφου λέγεται Ελληνική Διανομή. Τα πράγματα δυστυχώς έχουν φτάσει στο απροχώρητο. Σας το λέω πολύ καθαρά: Οι περισσότεροι Ελληνες διανομείς θα ήταν χαρούμενοι αν ΔΕΝ υπήρχε Ελληνική Ταινία. Κάνω έκκληση σε όλους τους θεσμούς γιατί είμαστε απροστάτευτοι. Εξηγώ:

Στην εποχή μας και σε παγκόσμια κλίμακα ο διανομέας έχει πλέον αλλάξει επιχειρηματικό πλάνο: 1) δεν έχει αυστηρά κριτήρια επιλογής των ταινιών που παίρνει 2) αγοράζει σε volume (τα πετάει όλα στο καλάθι) 3) δεν κάνει promotion. Γιατί αγοράζει σε volume; Θέλει να έχει όσο περισσότερες ταινίες μπορεί ώστε αν μια ταινία δεν τραβήξει, να την αντικαταστήσει αμέσως με μια άλλη. Γιατί δεν κάνει promotion; Γιατί κοστίζει και η υπερφορτωμένη αγορά δεν του δίνει καμία εγγύηση ότι θα πάρει τα χρήματά του πίσω. Προτιμάει φυσικά ταινίες με προαγορασμένο κοινό (Μάρβελ, Οσκαρικες καμπάνιες κτλ). Ο διανομέας σήμερα θέλει να έχει παθητικό εισόδημα (βλέπε Ελλάδα - ταινία των Unboxholics).

Στην Ελλάδα συμβαίνει ακριβώς το ίδιο με μια σημαντική διαφορά: Η ελληνική ταινία θεωρείται, ακόμα και σήμερα, μη εμπορικό προϊόν. Δυστυχώς αυτή η πεποίθηση δε λέει να φύγει. Ο μόνος τρόπος για να πάει μια Ελληνική ταινία καλά στο box office είναι να γίνει όχι μόνο σωστό αλλά και εξαιρετικά φροντισμένο promotion. Αυτό απαιτεί χρόνο, ρίσκο και προσωπική εμπλοκή από τον διανομέα. Κανένας διανομέας δεν θέλει να κάνει αυτή τη δουλειά.

Ούτε ακόμα θέλει να δώσει σε εμάς τους παραγωγούς - σκηνοθέτες την ευκαιρία να το κάνουμε (θα το κάνουμε κι αυτό). Απλώς δεν πιστεύει στην Ελληνική ταινία. Το ξέρουμε πως η αγορά είναι ελεύθερη και πως ο καθένας κοιτάει το business plan του. Και τι μ’ αυτό; Ψάχνουμε να βρούμε ανθρώπους να δουλέψουμε μαζί τους για να βγει η ταινία στις αίθουσες και δεν απαντάει κανείς. Είναι ντροπή.

Το αποτέλεσμα: Πολλές ελληνικές δεν παίρνουν καν διανομή και όσες πάρουν (με πολλά παρακάλια) παίζουν με μηδενικό promotion μια βδομάδα σε 10 αίθουσες, την επόμενη σε μια και μετά χάνονται στο υπερπέραν. Ως πότε θα χαντακώνουν οι διανομείς την Ελληνική ταινία; Γιατί κανένας δε μιλάει;

guest star

Λέτε ο διανομέας δεν κάνει promotion, γιατί κοστίζει. Ωστόσο δεν υπάρχει από το ΕΚΚ (και το ΕΚΚΟΜΕΔ τώρα) επιδότηση για τα έξοδα μάρκετινγκ και προώθησης για την κάθε ελληνική ταινία;

Ναι, υπάρχει το συγκεκριμένο πρόγραμμα. Φτάνει στη θεωρία μέχρι τις 20.000 αλλά στην πραγματικότητα οι περισσότερες Ελληνικές ταινίες παίρνουν μέχρι 5.000. Το γιατί δεν το γνωρίζω. Μπορεί να σας πουν πως έχει κυρίως να κάνει με το πόσες αίθουσες έχει κλείσει ο διανομέας. Σε αυτό το κομμάτι καταλαβαίνω τον διανομέα γιατί ξέρω πόσο δύσκολο είναι να κλείσει αίθουσα για Ελληνική ταινία. Οπως και να το κάνουμε τα 5 χιλιάρικα είναι ένα δυνατό ποσό για marketing ταινίας μεγάλου μήκους το 2025 όπου μπορείς να τυπώσεις άνετα τις αφίσες σου, να βάλεις βενζίνη στο αυτοκίνητό σου για να πας να τις πάρεις και να κεράσεις και τον 22χρονο σπουδαστή δραματικής που σου τρέχει τα social, σουβλάκια και καμένο βάσκικο τσιζ- κέικ από το Παγκράτι.

Γιατί λέτε ότι η έξοδος της ταινίας των Unboxholics, «Μην Ανοίγεις την Πόρτα», ήταν μια περίπτωση παθητικού εισοδήματος για τον διανομέα, Rosebud.21;

Το «Μην Ανοίγεις την Πόρτα» είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση. Οι Unboxoholics είναι το πιο επιτυχημένο κανάλι στο YouTube και έχουν ένα εκατομμύριο subscribers. Σίγουρα το πραγματικό κοινό τους είναι πολύ πιο κάτω. Ο διανομέας βλέπει το ένα εκατομμύριο και λέει «έστω το μίνιμουμ, το 10% να έρθει, έχουμε γίνει». Κι έτσι κι έγινε πάνω κάτω, η ταινία έκανε γύρω στα 150 χιλιάδες εισιτήρια σε 115 αίθουσες. Θεωρείτε ότι ο διανομέας εδώ έκατσε να ασχοληθεί με το promotion της ταινίας αυτής; Επειδή έστειλε δελτία τύπου σε 20 σάιτ «χαμός με την προπώληση των εισιτηρίων» και «ουρές για την ταινία»; Για να μην παρεξηγηθώ, είναι δικαίωμά του. Εγώ όμως έχω πρόβλημα με το 115 αίθουσες. Μεγάλο πρόβλημα. Γιατί θεωρώ ότι προσβάλει τη λογική μου, τον κόπο και το αίμα που έχω φτύσει για να κάνω ταινίες, τις σπουδές μου και πολλά άλλα. Γιατί μια ταινία (που είναι ένα αξιοπρεπές horror) πρωτοεμφανιζόμενων youtubers ανοίγει σε 115 αίθουσες ενώ άλλες ελληνικές δεν μπορούν να βρουν έστω μια; Σας φαίνεται λογική αυτή η διαφορά; Σας μιλάω για ταινίες καταξιωμένων επαγγελματιών του χώρου, για ντεμπούτα ταλαντούχων πρωτοεμφανιζόμενων με πορεία στη μικρού μήκους κτλ.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα του Ελληνικού Κινηματογράφου λέγεται Ελληνική Διανομή. Τα πράγματα δυστυχώς έχουν φτάσει στο απροχώρητο. Σας το λέω πολύ καθαρά: Οι περισσότεροι Ελληνες διανομείς θα ήταν χαρούμενοι αν ΔΕΝ υπήρχε Ελληνική Ταινία. Κάνω έκκληση σε όλους τους θεσμούς γιατί είμαστε απροστάτευτοι.

Δεν είμαι κλειδοκράτορας και εύχομαι στα παιδιά αυτά να κάνουν κι άλλες ταινίες. Πάω στη Rosebud.21: Προσέξτε τώρα γιατί εταιρίες σαν αυτή μας κάνουν πόλεμο. Ετοιμαστείτε την επόμενη τριετία για την «Μεγάλη Επέλαση των TikTokers και πάσης φύσεως Influencers στο Ελληνικό Σινεμά» για να κάνουν το όποιο cash-in και να συντηρούν το market value τους. Την ίδια ακριβώς στιγμή που το πραγματικό ελληνικό σινεμά φυτοζωεί. Θα ψάχνεις να βρεις αίθουσα να παίξεις την ταινία σου και θα τρως άκυρο γιατί τώρα βγαίνει η x κωμωδία με καμιά 20αριά φάτσες του ίνσταγκραμ, με σκηνοθεσία της κακιάς ώρας και σεναριακό κόνσεπτ από τα Lidl. Και αυτή η ταινία θα προηγείται γιατί αυτοί όλοι μαζί έχουν x followers. Σας αρέσει; Θα συμβεί γιατί οι διανομείς θα τα παίρνουν με κλειστά μάτια. Τη νοιάζει τη Rosebud.21; Οχι. Θα έπρεπε; Οχι. Εμένα σαν επαγγελματία του χώρου με νοιάζει; Με καίει. Γιατί φτάνουμε με μαθηματική ακρίβεια στην απόλυτη απαξίωση του εγχώριου σινεμά μας.

Σ’ αυτή τη θεώρηση, πού τοποθετείτε εξόδους ταινιών όπως αυτές της Tanweer («Ευτυχία», «Φόνισσα», «Ο Νόμος του Μέρφυ», «Υπάρχω»); Είναι εξαίρεση; Γιατί υφίσταται εκεί και όχι σε άλλες εταιρείες;

Η Tanweer είναι η μοναδική εξαίρεση στον κανόνα γιατί είναι ταυτόχρονα εταιρία διανομής αλλά και εταιρία παραγωγής. Δραστηριοποιείται διεθνώς σαν διανομέας που σημαίνει ότι έχει κεφάλαιο για promotion πολύ πάνω από τον μέσο όρο στην Ελλάδα και δεν βασίζεται σε κανέναν. Η επιτυχία τους όμως δεν οφείλεται μόνο στην οικονομική ισχύ. Η επιλογή των θεματικών που κάνει στις κινηματογραφικές παραγωγές της είναι στο όριο της ιδιοφυΐας σε συνάρτηση με το τι «πρέπει» να δει ο μέσος Ελληνας θεατής.

Θυμάμαι, είχα βρεθεί κι εγώ κάποτε στα γραφεία της Tanweer για το «Guest Star» όταν δεν είχαν κάνει ακόμα παραγωγή. Μου είχαν πει πως αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να κάνουν «ιστορικές» ταινίες κι εγώ αναρωτιόμουν από μέσα μου αν θα αναβιώσουν τη φουστανέλα. Μετά είδα το τρέιλερ της «Ευτυχίας» και κατάλαβα. Ο μέσος Ελληνας δεν ήξερε τότε την Ευτυχία Παγιαννοπούλου αλλά ήξερε τα τραγούδια της κι αυτά ήταν στο τρέιλερ. Οπως και δεν έχει διαβάσει το διήγημα του Παπαδιαμάντη αλλά θα έπρεπε να πάει να το δει στο σινεμά.

Η Tanweer είναι η μόνη εταιρία που παίζει σοβαρό παιχνίδι στο κινηματογραφικό μας οικοσύστημα με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Βέβαια, το μονοπώλιο που κάνει στα εισιτήρια σαφώς και δεν είναι πραγματικό. Κι εδώ η διαφορά είναι πλασματική γιατί και οι υπόλοιπες ελληνικές δεν έχουν να ζηλέψουν το παραμικρό. Γι’ αυτό φωνάζω να μας προστατεύσουν ώστε να έχουμε κι εμείς ευκαιρίες. Μπορούμε όλοι μαζί να κοντραριστούμε με υγεία. Και όχι δεν θα κάνω ένα «ιστορικό με τον Γιάννη Μπέζο για να τους δείξω», όπως μου είπε ένας παλιός συμμαθητής. Θα κάνω το δικό μου σινεμά γιατί πιστεύω πως έχει θέση.

guest star

Ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα έχει η έξοδος και πάρα πολλών μη-ελληνικών καλλιτεχνικών (ή ακόμα και… οσκαρικών) ταινιών. Γιατί θα έπρεπε ο χειρισμός των ελληνικών να διαφέρει;

Μα φυσικά και ισχύει. Εδώ έχουν πεθάνει τα σινεμά ρεπερτορίου. Τότε που πήγαινες να δεις μια ταινία γιατί την έπαιζε συγκεκριμένο σινεμά. Εγώ μεγάλωσα μέσα στο Πτι Παλαί και το Παλάς. Ο,τι έπαιζαν το βλέπαμε. Ουρές.

Τονίζω πως οι ξένες ταινίες δεν κουβαλούν τη ρετσινιά της ελληνικής. Ε λοιπόν, όχι! Δεν θα μας πείσουν οι κακόβουλοι πως φταίνε οι ελληνικές ταινίες. Αυτό το παραμύθι βολεύει πολλούς αλλά πρέπει να τελειώσει. Το ελληνικό σινεμά είναι σε μια από τις καλύτερές του φάσεις. Είδα όλες τις Ελληνικές ταινίες του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το ‘23. Στην πλειοψηφία τους εξαιρετικές και για κάθε γούστο. Στην πλειοψηφία τους θα μπορούσαν να κάνουν αρκετά εισιτήρια. Στην πλειοψηφία τους δεν έκαναν τίποτα. Τα νούμερα δεν βγαίνουν. Είναι πολύ κρίμα…

Μιλάμε για μια ανωμαλία που αν δεν διορθωθεί άμεσα θα υπάρξουν θλιβερές επιπτώσεις. Μην σας προκαλέσει έκπληξη αν σε πέντε χρόνια έχουν κλείσει σχεδόν τα πάντα. Τα σινεμά πάντως κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Το ίδιο ισχύει και για τις εταιρίες διανομής απλώς δεν ακούγεται το ίδιο. Υπάρχει τεράστιος κίνδυνος να χαθούν δυο ολόκληρες γενιές υπερταλαντούχων σκηνοθετών. Οποιος το θεωρεί υπερβολικό είναι αφελής.

Πρέπει το Υπουργείο Πολιτισμού να συνέλθει και όπως έδειξε φοβερή εγρήγορση να αλλάζει επιτροπές λες και παίζει videogame, να δει πώς μπορεί να προστατεύσει την Ελληνική ταινία. Σε όλες τις χώρες του κόσμου ο εγχώριος κινηματογράφος είναι ο πιο επιτυχημένος. Εδώ τον αγνοούμε, τον υποτιμούμε και πλέον τον πολεμάμε.

Μην σας προκαλέσει έκπληξη αν σε πέντε χρόνια έχουν κλείσει σχεδόν τα πάντα. Τα σινεμά πάντως κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Το ίδιο ισχύει και για τις εταιρίες διανομής απλώς δεν ακούγεται το ίδιο. Υπάρχει τεράστιος κίνδυνος να χαθούν δυο ολόκληρες γενιές υπερταλαντούχων σκηνοθετών. Οποιος το θεωρεί υπερβολικό είναι αφελής.»

Πρέπει το Υπουργείο Πολιτισμού να επιχορηγήσει τους διανομείς ώστε να παίρνουν υποχρεωτικά ελληνικές ταινίες; Ναι. Χθες. Να κάνει το ίδιο και με τις αίθουσες; Ναι. Πρέπει να πάρει αυτός ο νέος φορέας που έγινε, τρεις-τέσσερεις αίθουσες που θα παίζουν μόνο ελληνικές; Ναι. Ο νέος φορέας θα πρέπει να έχει σοβαρό τμήμα marketing και promotion των ελληνικών ταινιών όπου θα καθοδηγεί κάθε ταινία ξεχωριστά για το πώς θα επικοινωνήθει στην αγορά; Ναι. Δεν είναι πυρηνική φυσική.

Προστατεύστε την ελληνική ταινία υποχρεωτικά και θα δείτε πώς θα τρέξουν όλοι αυτοί να κάνουν promotion… Δεν είναι σύνθετο το ζήτημα του ελληνικού κινηματογράφου. Η ελληνική ταινία πρέπει να φτάνει στην ελληνική αίθουσα. Ας γίνει αυτό και μετά ας ασχοληθούν με τα λεφτά που λείπουν από τις παραγωγές ή τα φεστιβάλ του εξωτερικού. Δυστυχώς όμως αυτό που νοιάζει τους περισσότερους συναδέλφους είναι πώς θα φύγουν από αυτή τη χώρα καθώς έχουν πλήρως αποδεχτεί πως το τοπίο είναι κατεστραμμένο.

Το «Guest Star» θα βγει σε ανεξάρτητη διανομή. Δεν θα κάνει παραδοσιακό release της μιας βδομάδας και «αν πάει καλά βλέπουμε». Θα ξεκινήσει και μετά θα πηγαίνει όπου βρίσκει στέγη. Θα είμαι σε κάθε προβολή να μιλάω για την ταινία μου. Αν χρειαστεί θα παίξω την ταινία και σε θέατρα, μπαρ και ταράτσες. Δεν μπορώ να κάνω κάτι περισσότερο. Θεωρώ πως ξημερώνει μια νέα εποχή που καλούμαστε και εμείς οι κινηματογραφιστές να γίνουμε πλήρως εξωστρεφείς και να σκαρφιζόμαστε νέους τρόπους για να φτάνουν οι ταινίες μας στο κοινό, βασιζόμενοι αποκλειστικά στις δικές μας δυνάμεις. Ας ελπίσουμε πως θα πάει καλά όλο αυτό.

guest star