H ταινία
O Φοίβος επιστρέφει στο σπίτι όπου μεγάλωσε για να ολοκληρώσει μια συζήτηση με τον εκλιπόντα πατέρα του.
O σκηνοθέτης
Γεννημένος το 1989, ο Αλέξανδρος Παπαθανασόπουλος είναι σκηνοθέτης με έδρα την Αθήνα. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του με πτυχίο στις Επικοινωνίες, τον Κινηματογράφο και την Τηλεόραση, παρακολούθησε ένα τρίμηνο μάθημα πρακτικής εξάσκησης στον κινηματογράφο, στο UCLA της Καλιφόρνιας. Εκτοτε εργάζεται ως σκηνοθέτης σε διάφορα έργα σε στενή συνεργασία με την εταιρεία παραγωγής DK Films. Συνεργάζεται με μερικούς από τους πιο αναγνωρισμένους πολιτιστικούς φορείς στην Ελλάδα, όπως το Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, καθώς και με το Vice Greece. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει σκηνοθετήσει και μοντάρει δύο ταινίες μικρού μήκους («Pathologies of Everyday Life» και «Beyond Good & Evil»), οι οποίες βραβεύτηκαν στο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας καθώς και στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, Νύχτες Πρεμιέρας. Τον Δεκέμβριο του 2022 ολοκλήρωσε την τελευταία του ταινία μικρού μήκους, «Firebug», σε συνεργασία με τον άμεσο συνεργάτη του Γιώργο Ζαφειρόπουλο και σε συμπαραγωγή Marni Films και ΕΡΤ Μικροφίλμ. Αυτή την περίοδο βρίσκεται στην προπαραγωγή της επόμενης ταινίας του, « Η Τελευταία Μέρα του Σύμπαντος».
Φιλμογραφία (κλικάρετε τον τίτλο για να δείτε την ταινία ή το μουσικό κλιπ)
Ταινίες:
Pathologies of Everyday Life (2019 - Τιμητική Διάκριση Ηχου Φεστιβάλ Δράμας)
Beyond Good & Evil (2018 - Εύφημος Μνεία στο Φεστιβάλ Δράμας και συμμετοχή στιςΝύχτες Πρεμιέρας)
Music Videos:
Shovel - I. The Void (2022 - Best Music Video @ Atlanta Horror Film Festival + βραβεία και συμμετοχές σε 13 άλλα φεστιβάλ του εξωτερικού)
Nuage - Sixteen Hundred Miles (2021 - Best Music Video @ Bristol Independent Film Festival + βραβεία και συμμετοχές σε 7 άλλα φεστιβάλ του εξωτερικού)
Λόγος Τιμής - Ελεύθεροι (2022)
Pale Oaks - Circles (2021)
Novel 729 - Ετοιμάζομαι (2019)
5 ερωτήσεις για το «Firebug»
Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;
Το θέμα της ταινίας δεν «επιλέχθηκε» ακριβώς. Ηταν κάτι που ερχόταν και επανερχόταν στη ζωή μου από την παιδική μου ηλικία, κάθε φορά ενσαρκωμένο με διαφορετικό τρόπο, και αφορούσε το εξής: τι είναι αυτό που δημιουργείται από αυτό που δεν λέγεται μέσα σε μια οικογένεια. Τι φαντασιακά «τέρατα» γεννιούνται στο μυαλό ενός παιδιού (και παραμένουν εκεί για χρόνια αργότερα) από την αποσιώπηση κάποιου πράγματος που συνέβαινε γύρω του. Αυτή ήταν κι η αρχική ιδέα της ταινίας. Κι η ανάγκη να την αφηγηθούμε έγκειται στην ανάγκη να μπει σε λέξεις κάτι που δεν ειπώθηκε ποτέ από τον άλλον. Η ανάγκη είναι ουσιαστικά μια προσπάθεια να «μπαλωθεί» ένα κενό που δημιουργήθηκε παλιά. Ενα κενό γλωσσικό, που γέννησε φοβίες, παρερμηνείες αλλά και συμπτώματα.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση του να είσαι σκηνοθέτης στην Ελλάδα σήμερα; Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερε μεγάλη χαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;
Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να μπορείς να έχεις τον απαιτούμενο χρόνο για να είσαι σωματικά και πνευματικά παρών στο έργο σου, χωρίς να σε αποσπούν άλλα εκατό πράγματα, τα εβδομήντα από τα οποία συνήθως αφορούν τον βιοπορισμό που δυστυχώς δεν γίνεται να προέρχεται από το ίδιο σου το έργο. Επομένως, μια δεύτερη πρόκληση είναι να μπορέσεις να διατηρήσεις την σκηνοθετική σου φωνή «αμόλυντη» από τη μαρκετινίστικη γλώσσα της διαφήμισης με την οποία αναπόφευκτα έρχεσαι σε συχνή και στενή επαφή με σκοπό τον βιοπορισμό. Αρα, εκτός κι αν με κάποιο τρόπο η οικονομική σου κατάσταση δεν υπαγορεύει την εργασία, δεν έχεις ούτε τον ιδανικό χρόνο ούτε το κατάλληλο state of mind για να τιμήσεις το έργο σου όπως θα έπρεπε.
Πέραν των προβλεπόμενων πρακτικών δυσκολιών, η βασικότερη δυσκολία κρυβόταν στην ίδια τη σκέψη της ολοκλήρωσης της ταινίας. Πέραν της προσωπικής σύνδεσης με τη θεματική της ταινίας, λόγω των πολλών χρόνων που τη δουλεύαμε, το «τέλος» της φάνταζε σαν κάτι όχι μόνο απίθανο, αλλά κάτι που με κάποιο τρόπο φοβόμουνα να γίνει. Λες και όταν ερχόταν η ολοκλήρωσή της, μετά τι;
Αυτό που με εξέπληξε ευχάριστα ήταν το γεγονός ότι έπρεπε - περισσότερο από κάθε άλλη φορά, από οποιοδήποτε άλλο γύρισμα - να παραιτηθώ από την τάση μου να θέλω να ελέγξω όλες τις πτυχές της υλοποίησης της ταινίας, αφήνοντάς την, μερικώς, στην ερμηνεία και την επιθυμία των υπόλοιπων συντελεστών. Αν δεν συνέβαινε αυτό, η ταινία δεν θα ολοκληρωνόταν ποτέ. Η ευχάριστη έκπληξη έγκειται στο γεγονός ότι, ενώ υπήρξε αυτό το πίσω βήμα, αυτή η παραίτηση από την θέση του «πλήρους ελέγχου», η ιδέα, η καρδιά της ταινίας, παρέμεινε αναλλοίωτη. Κι αυτό λέει περισσότερα για τους συνεργάτες μου και για το γεγονός ότι το σινεμά δεν είναι ποτέ ατομικό άθλημα, παρά για εμένα ως σκηνοθέτη.
Είναι οι πλατφόρμες και η νέα πραγματικότητα του streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Πού στέκεστε στο δίλημμα αίθουσες ή πλατφόρμες;
Οσο πιο μικρό σε διάρκεια το έργο, τόσο πιο πολύ βολεύεται από το streaming το οποίο μπορείς να το κάνεις με οποιοδήποτε φορητό μέσο, (σχεδόν) όποτε θες. Επιπλέον, με την καταδυνάστευση του YouTube και του TikTok, έχουμε συνηθίσει πλέον το online content να εξυπηρετεί την όλο και πιο περιορισμένη γκάμα της προσοχής μας. Αρα κάπως, στοιχειωδώς, η μικρού μήκους μπορεί όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και να αποκτήσει μεγαλύτερο κοινό τη σήμερον ημέρα. Το θέμα είναι ότι η μικρού μήκους παραμένει σινεμά, και το σινεμά παράγεται για θέαση εντός του σκοταδιού του κινηματογράφου, οπότε ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που χαρακτηρίζει την εμπειρία της θέασης της μικρού μήκους, θα χαθεί στο streaming. Το ερώτημα είναι τι προτιμάμε: να δει περισσότερος κόσμος τις μικρού μήκους ταινίες, ή να τις δει όπως πρέπει;
Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για σας, αλλά και για το σημερινό ελληνικό κινηματογραφικό τοπίο; Τι σημαίνουν οι συνεχείς επιτυχίες της ελληνικής ταινίας μικρού μήκους στο διεθνές τοπίο;
Το Φεστιβάλ Δράμας είναι μια πολύ καλή ευκαιρία συναναστροφής και συνδιαλλαγής με άλλους Ελληνες δημιουργούς, σε ένα πλαίσιο όπου τόσο εμείς οι ίδιοι όσο και τα έργα μας, εκτίθενται, δημιουργώντας έτσι έναν τόπο εντός του οποίου μπορούμε να μάθουμε περισσότερα για την ίδια τη δική μας τέχνη, επηρεαζόμενοι/εμπνευσμένοι παράλληλα από την τέχνη του άλλου.
Η επιτυχία της ελληνικής μικρού μήκους στα φεστιβάλ του εξωτερικού σημαίνει ότι μάλλον οι Ελληνες δημιουργοί έχουν μάθει να κάνουν καλές μικρού μήκους ταινίες. Το αν αυτή η «επιτυχία» ακολουθεί όμως κάποια συνταγή είναι ένα θέμα. Το βασικότερο ερώτημα όμως είναι κατά πόσο αυτή η επιτυχία στον κόσμο της «μικρού» μεταφράζεται σε μια αντίστοιχη πορεία/επιτυχία στον κόσμο της «μεγάλου». Διαγράφει η ελληνική μεγάλου μήκους αντίστοιχη επιτυχία/αναγνώριση στο εξωτερικό με την μικρού; Εχει βοηθήσει αυτή η επιτυχία της ελληνικής μικρού να εδραιώσει κάπως καλύτερα την αίσθηση μιας υποτυπώδους έστω εγχώριας βιομηχανίας κινηματογράφου; Βοηθά στο να παράγονται πιο εύκολα, πιο γρήγορα, με καλύτερες οικονομικές, εμπορικές, καλλιτεχνικές προδιαγραφές, μεγάλου μήκους ταινίες Ελλήνων σκηνοθετών; Ή το μόνο πράγμα που ξέρει η ελληνική βιομηχανία να κάνει καλά είναι να προσφέρει υπηρεσίες service σε μεγάλες, ξένες παραγωγές;
Ο,τι κι αν γίνει το σινεμά θα επιβιώσει γιατί...
...Μακάρι να επιβίωνε το σινεμά ό,τι κι αν γίνει, αλλά δεν είμαι πολύ αισιόδοξος γι' αυτό. Oπως και με τη μουσική, έτσι και στο σινεμά, η επιτυχία πλέον μετριέται από τα big data των πλατφορμών στις οποίες προβάλλονται κατά κύριο λόγο πλέον τα έργα (Spotify στη μουσική - Netflix κ.ά. στον χώρο του σινεμά). Κι αυτή η μετρήσιμη επιτυχία οδηγεί και σε μετρήσιμη γραφή, σε δημιουργία βασισμένη σε συνταγές, χωρίς καμία πρωτοτυπία, καμία φρεσκάδα. Οι ταινίες φτιάχνονται με γνώμονα το τι νομίζουμε ότι θέλει να δει ο θεατής, και παύoυν να εκπλήσσουν, παύουν να σου δείχνουν αυτό που ποτέ δεν ήξερες ότι θες να δεις. Κι όσο το big tech μεγαλώνει, επιτρέποντας ακόμα πιο ακριβή κι άμεσο έλεγχο των παραγόντων που εξασφαλίζουν την επιτυχία, τόσο η έμπνευση και η έκπληξη θα μειώνεται. Ε και κάπως έτσι το σινεμά μπορεί και να πεθάνει, γιατί δεν θα υπάρχει επιθυμία για δημιουργία πέραν αυτής για την ικανοποίηση κάποιου άλλου.
Δείτε εδώ το τρέιλερ του «Firebug»:
Firebug | Cast: Κωνσταντίνος Βασαρδάνης, Ανδρέας Κωνσταντίνου, Ελενα Τοπαλίδου, Αλέξανδρος Σωτήρης | Σενάριο: Γιώργος Ζαφειρόπουλος & Αλέξανδρος Παπαθανασόπουλος | Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Παπαθανασόπουλος | Παραγωγή: Ηρώ Αηδόνη, Μίνα Ντρέκη, Αλέξανδρος Παπαθανασοπουλος, Δημήτρης Κατρανίδης | Executive Producer: Θεοδώρα Βαλέντη | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Πέτρος Νούσιας, GSC | Art Director: Δάφνη Λαρεντζάκη | Ενδυματολόγος: Μαρία Παπαδοπούλου | Μακιγιάζ: Ανδριανή Εύα Ματθαίου | Μοντάζ: Αλέξανδρος Παπαθανασόπουλος | Πρωτότυπη Μουσική: Αλίκη Λευθεριώτη & Χρήστος Λούπης | Σχεδιασμός Ηχου: Χρήστος Λούπης | Μίξη Ηχου: Βάλια Τσέρου | Ηχοληψία: Βαγγέλης Παπαδόπουλος & Φώντας Κοντόπουλος | Color Correction: Δημήτρης Καρτέρης