Η ταινία
Δύο ψαράδες βρίσκουν ένα δελφίνι που πνίγεται στα δίχτυα τους. Το δελφίνι με τη σειρά του βρίσκει έναν ψαρά που πνίγεται στη θάλασσα και προσπαθεί να τον σώσει. Σ' αυτό το μικρό χωριό στη Μεσόγειο, ένας αρχαίος μύθος ξαναζωντανεύει αναπάντεχα.
Η σκηνοθέτης
Σκηνοθέτιδα και γιατρός Παθολόγος. Επιλέχθηκε στο Sarajevo Talents το 2021. Η πρώτη της ταινία μικρού μήκους, «54 / Η Τυφλή Χελώνα κι η Απέραντη Θάλασσα», προβλήθηκε συνολικά σε πάνω από 20 χώρες στον κόσμο και σε 30 φεστιβάλ, μεταξύ αυτών και 3 Oscar qualifying φεστιβάλ. Πλέον στην Ελλάδα προβάλλεται από την Cosmote TV Cinema ενώ από το φθινόπωρο του 2022 θα ενταχθεί στο πρόγραμμα του γαλλικού CANAL+. Το σενάριο που έγραψε για τη δεύτερη ταινία μικρού μήκους με τίτλο «Nothing Holier Than a Dolphin», επελέγη από έναν από τους μεγαλύτερους περιβαλλοντικούς οργανισμούς της Μεσογείου για τη σημασία του στο θέμα της υπεραλίευσης και των τυχαίων συλλήψεων στην αλιεία, που έχει οδηγήσει σε εξαφάνιση ή απειλή πολλών θαλάσσιων θηλαστικών. Αυτή την περίοδο γράφει το σενάριο για την πρώτη της ταινία μεγάλου μήκους, ένα ηπειρώτικο μετα-αποκαλυπτικό western. Την ενδιαφέρει η θεραπευτική λειτουργία της τέχνης ενώ εξερευνά ως βασικά αφηγηματικά εργαλεία το ανθρώπινο σώμα και το σημείο τομής μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας. Ο στόχος της στο σινεμά είναι η δημιουργία ποιητικών ιστοριών με πλατιά απεύθυνση.
5 ερωτήσεις για την «Nothing Holier Than A Dolphin»
Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;
Υπήρξε ένα διεθνές κάλεσμα από μια μεγάλη περιβαλλοντική οργάνωση, να γραφτεί ένα σενάριο με θέμα τις τυχαίες συλλήψεις ευάλωτων ειδών σε αλιευτικό εξοπλισμό, γνωστές και ως «bycatch». Το bycatch αποτελεί ένα σοβαρό ζήτημα για τα απειλούμενα θαλάσσια είδη στην περιοχή της Μεσογείου. Ειδικά τα δελφίνια, πιάνονται μαζικά στα μεγάλα αλιευτικά που στοχεύουν σε διάφορα είδη τόνου στους ωκεανούς. Το φαινόμενο αυτό αφορά και το ευρύ κοινό γιατί επηρεάζει τις διατροφικές του συνήθειες και την βιωσιμότητα των θαλασσών. Αυτή ήταν η αφορμή της ταινίας. Ωστόσο, όταν ξεκίνησα να γράφω το σενάριο, επειδή βασίστηκα σε λαϊκούς μύθους, άνοιξαν πέρα από το περιβαλλοντικό άλλες κατευθύνσεις, πολύ διαφορετικές, μιας και η λαϊκή παράδοση πάντα απευθύνεται στο ασυνείδητο. Κάτι φίλοι ψυχολόγοι που την είδαν μου έλεγαν ότι η ταινία βρίθει σεξουαλικότητας! Η ιστορία πάντως βασίζεται σε δύο μύθους. Ο ένας προέρχεται από τους «Δελφινόσημους» στο νησί της Σάμου. Ακόμα και σήμερα, υπάρχουν μέρη της Σάμου στα οποία θεωρείται πολύ τιμητικό να προέρχεται η γενιά κάποιου από ένα συγκεκριμένο αγόρι, που λέγεται ότι έφτασε στις ακτές του νησιού καβαλώντας τη ράχη ενός δελφινιού. Το αγόρι με το δελφίνι γενικά υπάρχει στην ελληνική λαϊκή παράδοση. Υπάρχει στον Ομηρο, στον Πλούταρχο, αλλά και στις αφηγήσεις του Ηρόδοτου για το πώς ο μουσικός της αρχαιότητας Αρίων διασώθηκε από ένα δελφίνι όταν έπεσε θύμα ληστών ενώ ταξίδευε στη θάλασσα. Εκεί μαθαίνουμε και για τη μεγάλη αγάπη που έχουν τα δελφίνια στη μουσική. Ο δεύτερος μύθος που ήταν σημείο αναφοράς για μένα προέρχεται από τον Αρκτικό κύκλο και αφορά μια πολική αρκούδα που έσωσε έναν ψαρά που πνιγόταν και τον επέστρεψε στη στεριά. Η ιστορία αυτή με συγκινεί πολύ γιατί μου θυμίζει κάτι επιτακτικό - πως οτιδήποτε σεβόμαστε και προστατεύουμε στη φύση, επιστρέφει σε μας με τρόπους που ούτε καν μπορούμε να τους διανοηθούμε.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση του να είσαι σκηνοθέτης στην Ελλάδα σήμερα; Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερε μεγάλη χαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;
Προκλήσεις είναι το να μην υποτάσσεσαι στην επικαιρότητα και στη μόδα - είτε θεματολογικά, είτε στον τρόπο κινηματογράφησης. Nα κάνεις ταινίες με όρους οικονομικής αξιοπρέπειας για τους συνεργάτες σου ενώ ανήκεις στην εργατική τάξη. Να διατηρείς, μέσα σε έναν κόσμο που φθίνει, την εμπιστοσύνη σου στους ανθρώπους και στην καλοσύνη τους. Δεδομένου ότι τα γυρίσματα έγιναν πέρυσι το καλοκαίρι, με δυσκόλεψε ότι το μισό team της ταινίας το πήρε ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ! (Χαλάλι του). Επίσης, με δυσκόλεψε ότι 3 εβδομάδες πριν το γύρισμα επέστρεψα όλη τη χρηματοδότηση που είχα πάρει, γιατί έμαθα ξαφνικά ότι δεν θα είχα το final cut της ταινίας. Και με δυσκόλεψε ότι ήμουν ολίγον έγκυος χωρίς να το ξέρει κανένας στο set! Με εξέπληξε θετικά και με χαροποίησε αδιανόητα ότι η Κυριακή Βήρου ανέλαβε την παραγωγή και με εμπιστεύτηκε να ολοκληρώσω την ταινία μόνο με ένα τηλεφώνημα στις 11 η ώρα το βράδυ και μία συνάντηση στο γραφείο της, όπου απλώς της διάβασα το σενάριο. Ηθελε γενναιότητα αυτή η απόφαση. Νιώθω μεγάλη χαρά που στην ταινία συναντήθηκαν τρεις γενιές ηθοποιών, ένας κι ένας όλοι - ο Δημήτρης Καταλειφός κι ο Γιώργος Συμεωνίδης έχουν υπάρξει και δάσκαλοί μου. Είμαι περήφανη για το γεγονός ότι συστήνεται με αυτή την ταινία η Φλομαρία Παπαδάκη ως ηθοποιός στο ελληνικό σινεμά και για τη μουσική που έχει γράψει ο Γρηγόρης Ελευθερίου στην τελευταία σκηνή της ταινίας - είμαι σίγουρη ότι θα κάνουν πολύ σπουδαία πράγματα στο όχι πολύ μακρινό μέλλον. Το ίδιο ισχύει και για τον Χρήστο Γιαννακόπουλο, που έχει κάνει το μοντάζ. Οποιος δει την ταινία, ελπίζω να καταλάβει τι εννοώ.
Είναι οι πλατφόρμες και η νέα πραγματικότητα του streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Που στέκεστε στο δίλημμα αίθουσες ή πλατφόρμες;
Η εμπειρία της αίθουσας προφανώς δεν συγκρίνεται με την εμπειρία της πλατφόρμας, ούτε ως αισθητηριακή ούτε ως συλλογική εμπειρία. Η αίθουσα χρειάζεται αμέριστη στήριξη κι από τους θεσμούς κι από τον κόσμο. Για να σωθεί ωστόσο η αίθουσα, χρειάζεται νομίζω να σταματήσουμε τον καθαγιασμό της σημερινής λειτουργίας της, που δε βοηθάει να δούμε την πραγματικότητα: ότι ένας μεγάλος αριθμός αιθουσών λειτουργούν υποταγμένες στους όρους της αγοράς, που εν τέλει υπονομεύουν την ίδια τους την ύπαρξη (υπάρχουν φυσικά κι εξαιρέσεις). Κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι το βασικό που χρειάζεται να δούμε, κι όχι ότι οι πλατφόρμες ανταγωνίζονται τις αίθουσες. Το τελευταίο είναι απλώς το σύμπτωμα. Οι αίθουσες χρειάζεται να ξαναχτίσουν τη δική τους μυθολογία γύρω από το σινεμά αν θέλουμε να ανθίσουν, χρειάζεται να ξαναχτίσουν συνειδητά μια κοινότητα με όρους μύησης κι όχι με όρους κυνηγιού του blockbuster. Αν το κάνουν αυτό και βρουν και πραγματική βοήθεια, θα μπορέσουν να συνυπάρξουν με τις πλατφόρμες σε μια άλλη βάση, χωρίς τον κίνδυνο του αφανισμού. Εγώ ως θεατής πάντως θα ομολογήσω ότι ως νέα μητέρα με μια κόρη που θήλαζε μαραθώνια για ώρες και δεν μπορούσα να πάω σινεμά (οριακά μπορούσα να σηκωθώ από τον καναπέ για μήνες), το Cinobo μου έσωσε τη ζωή. Αλλά κι ως δημιουργός, βρήκα πολύ τιμητική την πρόσκληση του γαλλικού CANAL+ να συμπεριλάβει την πρώτη μου μικρού μήκους «54 / Η Τυφλή Χελώνα κι η Απέραντη Θάλασσα» στο πρόγραμμά του από το φθινόπωρο. Ξέρω πως οι 30 εκατομμύρια συνδρομητές του δεν θα έρχονταν ποτέ σε επαφή με την ταινία μου, εκτός αν την έβγαζα ανοιχτή στο διαδίκτυο - που και πάλι, ο αλγόριθμος δε θα μου έκανε τη χάρη. Για τις μικρού μήκους, όπως μάλλον και για τις μεγάλου μήκους, στο streaming το κλειδί είναι να υπάρχει κάποιο σοβαρό curation και να μην είναι πεταμένες σε έναν ωκεανό «content». Από κει και πέρα, οι αίθουσες στις οποίες πρέπει να μπουν σίγουρα οι μικρού μήκους αύριο το πρωί, είναι οι σχολικές. Εκεί διαμορφώνονται οι αυριανοί θεατές του σινεμά, εκεί η ίδια η φόρμα της μικρού μήκους μπορεί να λειτουργήσει ανοίγοντας εκπληκτικές δυνατότητες.
Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για σας, αλλά και για το σημερινό ελληνικό κινηματογραφικό τοπίο; Τι σημαίνουν οι συνεχείς επιτυχίες της ελληνικής ταινίας μικρού μήκους στο διεθνές τοπίο;
Είναι το πρώτο φεστιβάλ όπου πήγα με την πρώτη μου ταινία, οπότε έχει εξ ορισμού μια αθωότητα η εμπειρία μου. Ελπίζω να διατηρήσω την αθωότητα και με την επιστροφή μου. Για το ελληνικό σινεμά, η Δράμα είναι ένα κινηματογραφικό στέκι, ένα ραντεβού για μπύρες κι ένα σκηνοθετικό εφαλτήριο με αυξανόμενη βαρύτητα τα τελευταία χρόνια. Οι επιτυχίες της ελληνικής μικρού μήκους διεθνώς σημαίνουν πως δώδεκα χρόνια κρίσης μπορεί να μην πήγαν τελείως χαμένα.
Ο,τι κι αν γίνει το σινεμά θα επιβιώσει γιατί...
Παρότι πολύ τεχνικό, είναι βαθιά ανθρώπινο. Αυτό φυσικά δεν αποκλείει ότι μια μέρα, ταινίες θα φτιάχνουν κι οι μηχανές.
«Nothing Holier Than A Dolphin» | Σενάριο / Σκηνοθεσία: Ισαβέλλα Μαργάρα | Ηθοποιοί: Δημήτρης Καταλειφός, Γιώργος Συμεωνίδης, Φλομαρία Παπαδάκη, Σαμουήλ Ακίνολα, Χρήστος Καραβέβας, Μιχαήλ Γιαννικάκης, Γιώργος Κασαπάκης, Χαρίλαος Τρουβάς, Ιωάννα Φασούλα | Παραγωγή: AbFab Productions | Παραγωγός: Κυριακή Βήρου, Συμπαραγωγός: Ισαβέλλα Μαργάρα, Executive Producers: Παναγιώτης Σιμόπουλος, Κυριάκος Γκίκας | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Claudio Bolivar, GSC | Art direction: Δήμητρα Λιάκουρα | Μοντάζ: Χρήστος Γιαννακόπουλος | Πρωτότυπη μουσική: Γρηγόρης Ελευθερίου | Υποβρύχια Φωτογραφία: Πέτρος Νούσιας, GSC | Διεύθυνση παραγωγής: Πολύμνια Παπαδοπούλου-Σαρδέλη | Ήχος: Στέφανος Ευθυμίου | Boom: Αλκαίος Νικολάου | Σχεδιασμός ήχου / Μίξη: Λέανδρος Ντούνης, Νίκος Λιναρδόπουλος | Μουσικοί (χάλκινα): Hasta Brassta the band | Color grading: Δημήτρης Καρτέρης |Βοηθός σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Καλογρίδης | Α' βοηθός κάμερας: Νίκος Καρούζος | Β' βοηθός κάμερας: Αλέξης Ιωσηφίδης | Ηλεκτρολόγοι: Δημήτρης Σταμπόλης, Ηλίας Μιχελής | Script Supervisor: Έλενα Παπασταύρου | Μακιγιάζ: Πολυξένη Γιανναράκη | Casting: Athens Casting, Ισαβέλλα Μαργάρα | Practical Effects: Μιχάλης Γκιόκας | Βοηθοί παραγωγής: Βαγγέλης Παναγιωτόπουλος, Κωστής Ευγενιτάκης, Κωνσταντίνος Δημήτρης Παπαδόπουλος | Βοηθοί σκηνογράφου: Ηλέκτρα Ρούνη, Έλενα Μπούγου | Βοηθός ηχολήπτη: Φωτεινή Τρυφεροπούλου | Διανομή / sales agent: Zen Movie Distribution