TV & STREAMING

Στο «The Haunting of Bly Manor» η αγάπη είναι αυτή που σε στοιχειώνει

στα 10

Ο Μάικ Φλάναγκαν επιστρέφει στις στοιχειωμένες επαύλεις, μόνο που αυτή την φορά ο τρόμος παίρνει δεύτερο ρόλο για να δώσει την θέση του σε μια ενδιαφέρουσα ιστορία αγάπης.

Στο «The Haunting of Bly Manor» η αγάπη είναι αυτή που σε στοιχειώνει

We lay my love and I beneath the weeping willow.
But now alone I lie and weep beside the tree.

Singing 'O willow waly' by the tree that weeps with me.
Singing 'O willow waly' till my lover returns to me.

Με αυτούς τους στίχους από το τραγούδι «O Willow Waly», το οποίο ακούστηκε για πρώτη φορά στην ταινία του 1961 «The Innocents» σε σκηνοθεσία Τζακ Κλέιτον, η οποία θεωρείται ακόμα και σήμερα μια από τις πιο διάσημες κινηματογραφικές μεταφορές του κλασσικού γοτθικού μυθιστορήματος του Χένρι Τζέιμς «Το Στρίψιμο της Βίδας» (βλ. και «Οι Αλλοι» του Αλεχάντρο Αμεναμπάρ ή το χλιαρό «The Turning» της Φλόρις Σιγκισμόντι), ξεκινά το δεύτερο κεφάλαιο της σειράς ανθολογίας «The Haunting» του Μάικ Φλάναγκαν για το Netflix με τίτλο «The Haunting of Bly Manor».

Μέσω αυτών των απόκοσμων στίχων θέλησε ο Φλάναγκαν να αποτίσει τον δικό του φόρο τιμής στην ταινία του Κλέιτον και στα φαντάσματα του παρελθόντος, πριν επιστρέψει στο παρόν και πει την δική του εκδοχή της ίδιας ιστορίας. Μόνο που εδώ, αν και πρώτη ύλη της είναι κυρίως το εμβληματικό βιβλίο του Τζέιμς που γράφτηκε το 1898, η σειρά έχει αρκετές επιρροές και από άλλες ιστορίες τρόμου του συγγραφέα, όπως το «The Jolly Corner» του 1908 και το «The Romance of Certain Old Clothes» του 1868.

Δείτε ακόμα: Τα κρυμμένα φαντάσματα του «The Haunting of Bly Manor»


Η ιστορία ξεδιπλώνεται σαν ένα σκοτεινό παραμύθι δια στόματος μιας ανώνυμης αφηγήτριας η οποία μας μεταφέρει στη Αγγλία στα τέλη της δεκαετίας του ’80, εκεί όπου ακολουθούμε μια νεαρή Αμερικανίδα, την Ντάνι, η οποία έχει φύγει από το σπίτι της για να πάει στο Λονδίνο προσπαθώντας να ξεφύγει από τους δικούς της δαίμονες, και πιάνει δουλειά στην απομακρυσμένη έπαυλη του Μπλάι ως γκουβερνάντα δυο ορφανών παιδιών, του Μάιλς και της Φλόρα. Μαζί τους στην έπαυλη ζουν η οικονόμος του σπιτιού, η Χάνα Γκρόουζ, ο μάγειρας, ο Οουεν, και η κηπουρός, η Τζέιμι με τους οποίους γρήγορα αρχίζει να δημιουργεί φιλικούς δεσμούς. Αλλά όταν διάφορα περίεργα πράγματα αρχίζουν να συμβαίνουν εκεί, η γκουβερνάντα αρχίζει να υποπτεύεται πως η έπαυλη είναι στοιχειωμένη και πως τα παιδιά μπορούν να δουν και να επικοινωνούν με φαντάσματα.

Αν και η σειρά «Haunting» επικεντρώνονταν πάντα στις προσωπικές ιστορίες και το δράμα που κρύβεται πίσω από αυτές, χωρίς ποτέ να ξεπέφτει στο μελόδραμα, ο τρόμος και η ζοφερή ατμόσφαιρα πάντα έβρισκαν έναν τρόπο να συρθούν μέσα σε αυτές. Και με το νέο κεφάλαιο της ανθολογίας ο Φλάναγκαν συνεχίζει να εξερευνά και να χτίζει πάνω σε κάποια από τα θέματα της προηγούμενης σεζόν, όπως τις ενοχές, τα τραύματα και την ψυχική υγεία - ήδη από το πρώτο επεισόδιο του «Bly Manor» δείχνει να ακολουθεί μια κάπως διαφορετική πορεία στην αφηγηματική προσέγγισή του από εκείνη του «Hill House» δυο χρόνια πριν.

Κι αυτό γιατί κάτω από τον θάνατο, τον τρόμο και το έρεβος που ελλοχεύουν σε κάθε γωνία της έπαυλης, η ιστορία του Μπλάι χτίζεται πάνω σε τελείως διαφορετικά θεμέλια, αυτά της αγάπης. Είτε μιλάει για την πραγματική, την αληθινή αγάπη, είτε για κάτι ανεκπλήρωτo, είτε πρόκειται για την πιο σκοτεινή εκδοχή της, την τοξική, την καταδικασμένη αγάπη που σε σαπίζει από μέσα προς τα έξω. Εξάλλου κάθε ιστορία φαντασμάτων που σέβεται το κοινό της χρειάζεται να κρύβει καλά μέσα της μια ανείπωτη τραγωδία για να σε κάνει να επενδύσεις πάνω στους χαρακτήρες και στις ιστορίες τους, κάνοντάς σε ταυτόχρονα πιο ευάλωτο στο τρόμο που κουβαλά.

Διαβάστε ακόμα: To «The Haunting of Hill House» επιστρέφει με δεύτερη σεζόν στο Netflix ως σειρά ανθολογίας

bly manor 607

Κάθε μια από αυτές τις ιστορίες έχει το δικό της ενδιαφέρον και την δική της δυναμική που σε κεντρίζει ολοένα και περισσότερο να την γνωρίσεις καλύτερα, με τον τρόμο και την απόγνωση απλά, αυτή την φορά, να παίζουν έναν πολύ μικρό ρόλο, τόσο όσο χρειάζεται για να γεμίσουν τα όποια κενά ανάμεσα στις ρωγμές που έχει αφήσει η δύναμη αυτή της αγάπης στις ψυχές των χαρακτήρων. Ομως μερικές φορές ο Φλάναγκαν δείχνει να προσπαθεί πολύ περισσότερο από όσο χρειάζεται για να δημιουργήσει την μυθολογία του σύμπαντος που με τόση λεπτομέρεια θέλει να χτίσει, καθώς υπάρχουν φορές όπου φαίνεται να χάνεται μέσα σε μια πυκνή ομίχλη από αχρείαστες πληροφορίες και ακατανόητους κανόνες που περισσότερο κρατάνε την ιστορία πίσω παρά την πάνε μπροστά, ενώ τα περίτεχνα παιχνίδια αφήγησης με τον χρόνο μερικές φορές αποπροσανατολίζουν τον θεατή.

Ολο αυτό δεν τον βοηθάει στην τόσο σημαντική ισορροπία ανάμεσα στις διάφορες προσωπικές ιστορίες και τα δράματα των, αρκετών, χαρακτήρων του - κάτι που πέτυχε τόσο καλά με το «Hill House». Σχεδόν η μισή σεζόν επικεντρώνεται πάνω στην Ντάνι, η οποία αν και είναι καταφέρνει να γίνει ένας από τους πιο ενδιαφέροντες χαρακτήρες της σειράς, με την Βικτόρια Μπερντέντι να παραδίδει μια αρκετά ώριμη ερμηνεία, προσεγγίζοντάς τον με μια ιδιαίτερη τρυφερότητα αλλά και τα απαραίτητα ξέφρενα ξεσπάσματα όπου χρειάζεται, αφήνει τους υπόλοιπους ήρωές να μοιάζουν σαν σκιές μπροστά της. Μόνο όταν φτάσουμε στο πέμπτο επεισόδιο με τίτλο «The Altar of Blood», και ίσως το καλύτερο ολόκληρης της σεζόν, είναι εκεί που η σειρά φαίνεται να βρίσκει το πάτημά της και αρχίζει να γίνεται μια ιστορία που αξίζει να δεις, με όλους τους ηθοποιούς, μικρούς και μεγάλους, να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό, αλλά με την Τ’Νία Μίλερ στον ρόλο της κα. Γκρόουζ να ξεχωρίζει δίνοντας μια δυνατή και σπαρακτική ερμηνεία η οποία δεν θα αφήσει κανέναν ασυγκίνητο.

Μπορεί αυτή την φορά ο Φλάναγκαν να παραχώρησε την σκηνοθετική του καρέκλα σε άλλους ταλαντούχους σκηνοθέτες, με τον ίδιο να ασχολείται σκηνοθετικά μόνο στο πρώτο επεισόδιο, αλλά η σειρά δεν παύει να δείχνει ανατριχιαστικά υπέροχη. Καθώς ακολουθούμε την κάμερα από τους τεράστιους κήπους της, όπου ακόμα και τη μέρα σε κάνουν να νιώθεις άβολα, μέσα στην έπαυλη και με τους μακρόστενους σκοτεινούς διαδρόμους της, όπου νιώθεις να σε κυριεύει ένα ασφυκτικό αίσθημα κλειστοφοβίας μαζί με έναν απροσδιόριστο τρόμο για ότι κρύβεται στις γωνίες τους, ζωντανό ή μη, το Μπλάι δείχνει τόσο δυσοίωνο όσο και πανέμορφο μαζί. Και παρά τα όποια ελάχιστα jump scares ο Φλάναγκαν και η ομάδα του καταφέρνει να σε κάνει να νιώσεις ένα απροσδιόριστο είδος ανατριχίλας από την πρώτη στιγμή που θα πατήσεις, έστω και νοερά, το πόδι σου εκεί μέχρι και ώρα αφού αφήσεις πίσω σου την καταραμένη αυτή έπαυλη.

Διαβάστε ακόμα: To «The Haunting of Bly Manor» ετοιμάζεται να μας στοιχειώσει τον Οκτώβριο

bly manor 607

Και με την σειρά να φτάνει, με μαθηματική ακρίβεια, στο συναισθηματικά φορτισμένο φινάλε της και εκείνη την τελευταία σκηνή, το «The Haunting of Bly Manor» μπορεί να μην είναι η γροθιά στο στομάχι που θα περίμενες να βρεις στο τέλος του ταξιδιού μέσα από αυτό το γεμάτο αλληγορία δράμα, ειδικά μετά την σχεδόν αριστουργηματική πρώτη σεζόν, αλλά ο Φλαναγκάν καταφέρνει να δημιουργήσει μια φιλόδοξη ιστορία αγάπης η οποία έχει σε στιγμές τη δύναμη να σε στοιχειώσει. Γιατί εξάλλου, όπως είχε πει και ο συγγραφέας Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας, «κάθε ιστορία αγάπης είναι μία ιστορία φαντασμάτων».

Κάτι που οι κάτοικοι, ζωντανοί και μη, της έπαυλης Μπλάι φαίνεται πως γνωρίζουν πολύ καλά.

Και τα εννιά επεισόδια του «The Haunting of Bly Manor» παίζονται ήδη στο Netflix από τις 9 Οκτωβρίου με ελληνικούς υπότιτλους.

Δείτε παρακάτω τους τίτλους έναρξης του «The Haunting of Bly Manor».


bly manor 607