«Μόνο αφού έχουμε χάσει τα πάντα είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε οτιδήποτε», έλεγε το θρυλικό ανεξέλεγκτο id του παγιδευμένου στο καπιταλιστικό οικοσύστημα μοντέρνου ατόμου σε εκείνη την κλασική ταινία του προηγούμενου αιώνα. Η Νταϊάν Λόκχαρτ δεν μοιράζεται καμία αντίστοιχη ριζοσπαστική διάθεση γιατί έχει υπερβολικά πολλά να χάσει (αυτή είναι και η παγίδα, μάλλον) όμως θέλοντας και μη, χάνει τα πάντα.
Στο πρώτο επεισόδιο του spin-off «The Good Fight», μια τηλεοπτική ώρα που διατηρεί τις οπερατικές διαθέσεις του «The Good Wife» προσθέτοντας χαλαρές φολκ ροκ πινελιές που υπογραμμίζουν την πιο προσγειωμένη στη Γη διάθεση και κατεύθυνση των νέων ηρωίδων της σειράς, η Νταϊάν χάνει τα πάντα. Η περιουσία της βρίσκεται μπλεγμένη στη μία ή την άλλη κομπίνα (δίχως τη γνώση της φυσικά) και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τα χάνει όλα, ένα κλασικό σεναριακό τέχνασμα προκειμένου η ιστορία μιας ηρωίδας να μπορέσει να απεμπλακεί από βαρίδια του παρελθόντος και να ξεκινήσει εκ του μηδενός. Προς τιμήν όμως των δημιουργών και συν-σεναριογράφων Ρόμπερτ & Μισέλ Κινγκ και Φιλ Aλντεν Ρόμπινσον (ο βετεράνος σκηνοθέτης των «Field of Dreams», «Sneakers» και «Band of Brothers») αυτή η οικονομική ατυχία της Νταϊάν δεν χρησιμοποιείται ως απλό σεναριακό εφαλτήριο, μα ως κινητήριος δύναμη για τις ίδιες τις θεματικές της νέας σειράς.
Διάβασε επίσης: The Good Spin-Offs: Οι καλύτερες σειρές που γεννήθηκαν από άλλες
Η οικονομική φούσκα που σκάει σε αυτό το πρώτο επεισόδιο (για την οποία μπορούμε όλοι να προσποιούμαστε πως καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει επειδή μας το εξήγησε η Μάργκο Ρόμπι στο «The Big Short») δεν παίρνει μαζί της μόνο την Νταϊάν αλλά και «όλη την liberal ελίτ». Η Νταϊαν γίνεται κατευθείαν «δηλητήριο» προς κάθε ενδιαφερόμενο εργοδότη και η σειρά εξαρχής κάνει σαφές πως δεν είναι άγια σε όλο αυτό. Οπως και κανείς από τα θύματα, κατά βάση πάμπλουτοι άνθρωποι αποκομμένοι από τον έξω κόσμο. Εχει ενδιαφέρον πως το «Good Fight» τοποθετεί με το καλημέρα το πιστόλι στον κρόταφο των ευκατάστατων φιλελεύθερων (που φυσικά αποτελούσαν και το κυρίαρχο μέρος ηρώων του «Good Wife») την ώρα που στο πρώτο πλάνο της σειράς βλέπουμε τη Νταϊάν να παρακολουθεί στην τηλεόραση την ορκωμοσία του Τραμπ και αφού συνέλθει από το σοκ να κλείνει την οθόνη μετά από λίγα δευτερόλεπτα, σαν αποφασισμένη να κάνει κάτι γι’αυτό. Ή, δεν ξέρω, να πιει κρασί απελπισμένη, στο σκοτάδι.
Είναι σαν, συνδυάζοντας αυτές τις παραπάνω ιδέες, να θέλει κι η ίδια η σειρά την οθόνη λέγοντας: «Αρκετά.», και να σηκώνει τα μανίκια για να στρωθεί στη δουλειά.
Στους τίτλους αρχής τα κάθε λογής εμβλήματα του εργασιακού χώρου, των πολιτισμένων διενέξεων, εκρήγνυνται. Τίποτα δεν είναι πια δεδομένο.
Διαβάστε ακόμη: Τα επεισόδια, οι δικαστές κι ο Γουίλ Γκάρντνερ: Aποχαιρετισμός στο «The Good Wife»
Η Νταϊάν είναι το πρώτο όνομα και δικαίως, και ευτυχώς κιόλας. Διότι ήταν πάντα ο πιο ενδιαφέρων χαρακτήρας του «Good Wife». Και διότι η Κριστίν Μπαράνσκι ήταν πάντα η πιο ψυχωμένη του ερμηνεύτρια. Αν έπρεπε να διαλέξω έναν χαρακτήρα της λατρεμένης σειράς των Κινγκ για να παρακολουθώ για άλλα 7 χρόνια, θα ήταν χωρίς δεύτερη σκέψη η Νταϊάν.
Ομως την ίδια στιγμή, όσο περίεργο κι αν ακουστεί, δεν είναι ακριβώς η πρωταγωνίστρια. Ή τελοσπάντων υποπτεύομαι πως δεν θα μείνει για πολύ. Αν η Νταϊάν και, σε δεύτερο στάδιο η Λούκα Κουίν, είναι η εισαγωγή μας στον κόσμο του «Good Fight» λόγω πρότερης γνωριμίας, είναι η Μάια Ριντέλ της Ρόουζ Λέσλι που αποτελεί την καρδιά της νέας σειράς.
Η Λέσλι έπαιξε για χρόνια στο «Downton Abbey» και φυσικά στο «Game of Thrones» και αν βάσει των προηγούμενων αυτών ρόλων της πιστεύατε πάντα πως δικαιούτο έναν πολύ πιο ζουμερό ρόλο, τότε μπράβο. Και σε εσάς και σε αυτήν. Διότι η Λέσλι είναι επί της ουσίας το κέντρο του δράματος του «Good Fight» και το σηκώνει στις πλάτες της με πειθώ και γοητεία και ευάλωτο πάθος λες κι είναι καμιά Κριστίν Μπαράνσκι.
Διάβασε επίσης: Βλέποντας τηλεόραση: Νέο «24», Ολίβια Πόουπ κι άλλοι σπουδαίοι υπερήρωες αυτού του μήνα
Η ηρωίδα της, η Μάια Ριντέλ, είναι η κόρη του φερόμενου ως υπεύθυνου για την καταστροφική χρηματική απάτη που κοστίζει στην μισή αμερικάνικη φιλελεύθερη ελίτ τα λεφτά της. Είναι επίσης και βαφτισιμιά της Νταϊάν, κάτι που όπως καταλαβαίνει κανείς πρόκειται να δημιουργήσει αμέτρητες μελλοντικές άβολες επισκέψεις το Πάσχα. («Συγγνώμη, δεν πήρα λαμπάδα στη μικρή φέτος επειδή ΜΟΥ ΕΦΑΓΕΣ ΟΛΗ ΜΟΥ ΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ.») Η Μάια πιάνει δουλειά στην εταιρεία Λόκχαρτ & Λοιπά λίγο πριν αποχωρήσει από εκεί η ίδια η Νταϊάν, με τον αέρα του προνομίου να την ακολουθεί όσο κι αν η ίδια προσπαθεί να κάνει κάτι για αυτό. Ετσι είναι το προνόμιο, δεν επιλέγεις εσύ πότε θα είναι στο on και πότε στο off, πότε θα σε καθορίζει ή όχι.
Ετσι, η Μάια εισέρχεται στο γραφείο μαζί με ένα μάτσο ακόμα νέους δικηγόρους, αλλά με το καλημέρα η συμπεριφορά απέναντί της (και οι ευκαιρίες που παίρνει) είναι δυσανάλογα θετική. Αυτός ο υπερβάλλων ζήλος από τους Ντέιβιντ Λι του κόσμου μετατρέπεται εν μια νυκτί σε μίσος, όταν η οικογένεια της Μάια στηλιτεύεται από το οικονομικό σκάνδαλο. Τώρα, οι ίδιοι που την αναγνώριζαν και της άνοιγαν πόρτες, την κυνηγούν ορμητικά κλείνοντάς τες.
Η Νταϊάν και η Μάια βρίσκουν καταφύγιο στη μόνη φίρμα που θα τις πάρει. Ο Εϊτριαν Μπόουζμαν (κλασικά απολαυστικός ο Ντελρόι Λίντο) θα πάρει τη Νταϊάν στη φίρμα του στο Σικάγο, όπου όπως αστειεύεται, η Λόκχαρτ είναι «η diversity πρόσληψή» τους. Ηδη από την πρώτη στιγμή η έλευση της Νταϊάν συναντά αντιστάσεις, καθώς στα μάτια της άλλης συνεταίρου φαίνεται λίγο-πολύ σαν ξεπούλημα στο διάβολο. Και ταυτόχρονα, επίσης από την πρώτη στιγμή, το «Good Fight» ξεκαθαρίζει πως ενδιαφέρεται με απτό τρόπο να απλώσει τη ματιά του σε σχέση με την προκάτοχο σειρά. Η πρώτη σημαντική υπόθεση αφορά μια πιθανή μαζική αγωγή εργαζομένων απέναντι στις εταιρείες για τις οποίες δουλεύουν, όταν η Μάια ανακαλύπτει πως μια συχνή τακτική μεγάλων εργοδοτών είναι να βρίσκουν τρόπους-απειλές για να μειώνουν τους μισθούς σε επίπεδα εξαθλίωσης, ποντάροντας στην απελπισία των εργατών απέναντι στο ενδεχόμενο να μείνουν άνεργοι.
«Είναι το πρώτο μέρος που έχω βρεθεί όπου κανείς δε με αναγνώρισε», λέει η Μάια σχεδόν χαρούμενη μετά από μια συνεδρία με μέλη ενός σωματείου εργατών, μακριά από τα κοκτέιλ και τα κομψά events των εκατομμυρίων δολαρίων.
Διαβάστε ακόμη: Ο δεύτερος κύκλος του «Stranger Things» ανοίγει τα χαρτιά του!
Είναι μια νέα πρόκληση, μια συναρπαστική και καλοδεχούμενη πρόκληση μάλιστα, για τη νέα αυτή ενσάρκωση μιας σειράς που δεν έπαυσε ποτέ ως «Good Wife» να γεννιέται και να ζει κάθε στιγμή στους διαδρόμους των ελίτ που το «Good Fight» ξεκινά ανατινάζοντας. Η Νταϊάν είναι μια πλούσια λευκή progressive που είχε πάντα την άνεση να πίνει τα κοκτέιλ της ανάμεσα σε ένα μάτσο πλούσιους άντρες ρεπουμπλικάνους και να συζητούν στη θεωρία περί ελευθεριών, που είχε την άνεση να παίρνει μία, όποια πλευρά στο κάθε πιθανό ζήτημα- όπως στην αρχή του «Good Fight», όταν η Λούκα Κουίν της υπενθυμίζει πως βρίσκεται στη λάθος πλευρά της μάχης. (Σε μια ακόμα κλασική περίπτωση πλοκής που η σειρά ξεσηκώνει από τους τίτλους εφημερίδων, η τελευταία αντιδικία της Νταϊαν στη Λόκχαρτ & Λοιπά αφορά μια υπόθεση απρόκλητης αστυνομικής βίας.)
Εδώ όμως, τα σημάδια μιας κοινωνίας σκισμένης στα δύο, ή ίσως στα δέκα, βρίσκονται πλέον παντού. Στις συμβουλευτικές συνεδρίες που προσφέρονται δωρεάν στα μέλη του εργατικού σωματείου, η ουρά της Μάια (που είναι λευκή) είναι υπερδιπλάσια από όλων των άλλων δικηγόρων της φίρμας του Μπόουζμαν (που είναι όλοι τους μαύροι και μαύρες). Στην υπόθεση αστυνομικής βίας ένας σωματικά διαλυμένος αφροαμερικάνος δεν μπορεί να αναφερθεί καν ως «θύμα» χωρίς την ένσταση των δικηγόρων της κομητείας. Οι υποθέσεις ξυλοδαρμών από τους αστυνομικούς έχουν γίνει κάτι σαν εμπορικό χαρτί ανάμεσα σε δικηγορικά γραφεία. Και την ίδια στιγμή, οι απλοί εργάτες υποφέρουν στα χέρια εργοδοτών που τους φέρονται σα να είναι ντε φάκτο ένοχοι, αποσπώντας από αυτούς μαρτυρίες ενοχής-υποταγής.
Βάζοντας την Νταϊάν να χάσει τα πάντα, είναι σαν οι Κινγκ να μοιάζουν αυτή τη στιγμή πιο ελεύθεροι από ποτέ(*).
(*Σχεδόν. Πιο ελεύθεροι από ποτέ ήταν αναμφίβολα στη διάρκεια του παλαβού καλοκαιρινού τους mash-up πολιτικής σάτιρας και monster b-movie, του θαυμάσιου και υποτιμημένου «Braindead». Στη διάρκεια των 13 επεισοδίων του οποίου κατάφεραν όχι μόνο να αφηγηθούν μια ολοκληρωμένη ιστορία εξωγήινης εισβολής κάτι εγκεφαλοφάγων ζωυφίων, αλλά και να στήσουν μια χαριτωμένη επαναπροσέγγιση του έρωτα μιας δημοκρατικής Ιουλιέτας κι ενός ρεπουμπλικάνου Ρωμαίου στην εποχή της ακραίας πόλωσης και του τέλους της συμβατικής πολιτικής των περασμένων 20 χρόνων. Το «Braindead» είναι για το «Good Fight» ό,τι είναι το «Starship Troopers» για, δεν ξέρω, τον Κεν Λόουτς.)
Τα νέα αυτά σύνορα που εξερευνά το «Good Fight» έρχονται παρέα με ένα μάτσο γνώριμα πρόσωπα που, υποθέτει κανείς, θα γίνουν μόνο περισσότερα στην πορεία. Βοηθός της Νταϊάν στο νέο της γραφείο είναι η Μαρίσα, η αβίαστα scene-stealer κόρη του Ιλάι Γκολντ. Σε ένα μοντάζ αποχαιρετισμού της Νταϊάν τη βλέπουμε να κοιτά με γλυκιά σιωπή μια εικόνα του Γουίλ Γκάρντνερ. Ο Ντέιβιντ Λι και ο Χάουαρντ Λάιμαν είναι εκεί για να μας θυμίζουν πως το κακό δεν ξεριζώνεται έτσι απλά, από τη μία σειρά στην άλλη. Και φυσικά η Λούκα Κουίν της Κας Τζάμπο παίρνει εντελώς καλοδεχούμενα ακόμα πιο κεντρικό ρόλο από ό,τι στο «Good Wife».
(Και στην εμφάνιση του πιο λατρεμένου δικαστή όλων απλά άρχισα να χειροκροτώ.)
Είναι όλα τους προσεκτικά διαλεγμένα στοιχεία, που έρχονται να πλαισιώσουν μία νέα ηρωίδα σε μια ιστορία που μοιάζει να πηγαίνει τις ιδέες και το σύμπαν του «Good Wife» ένα βήμα παραπέρα. Το «Good Wife» είχε να επιδείξει προβληματικά αποτελέσματα σε αρκετές από τις φορές που επιχείρησε να κοιτάξει έξω από τον κύκλο ασφαλείας του πάντως, οπότε μπορεί κάλλιστα κι εδώ το πείραμα να μην πετύχει εν τέλει. (Ψιλοφοβάμαι τον χειρισμό του οικογενειακού δράματος των Ριντέλ, αν και βρίσκω απολαυστική την Μπερναντέτ Πίτερς, που παίζει τη μητέρα της Μάια σε ένα ακόμα δείγμα διάνα κάστινγκ.)
Ομως ας αναλογιστούμε πως το ίδιο το «Good Wife» ξεκινώντας ήταν επίσης κάθε άλλο παρά εύκολο να αναδειχθεί ως το πρεστίζ δράμα στο οποίο τελικά, απρόσμενα, εξελίχθηκε. Το αρχικό κόνσεπτ ήταν κλεμμένο κατευθείαν από τα πρωτοσέλιδα-σοκ, ένα ακόμα σεξουαλικό σκάνδαλο, μια ακόμα δυναμική γυναίκα που στέκεται στο πλευρό του πολιτικού άντρα της. Το «Good Fight» κλέβει κι αυτό πρωτοσέλιδη είδηση, για καταστροφικά trust funds που αφήνουν πίσω τους μακελειό.
Η αρχική αυτή «σκίσε το προνόμιο» διάθεση του «Good Fight» δεν έχω ιδέα πώς θα εξελιχθεί και τι χειρισμών θα τύχει. Πάντως επιχειρεί, αν μη τι άλλο, να δώσει τη μάχη από τη σωστή πλευρά.
Δείτε ακόμη:
- Τζέσικα Λανγκ εναντίον Σούζαν Σαράντον: Πρώτα (υπέροχα camp) teasers για το «Feud»
- To «Riverdale» είναι το «Twin Peaks, 90210» των ονείρων μας
- «Search Party»: Μια σειρά που θα σας κάνει να αγαπήσετε (σχεδόν) τους hipsters
- «Stranger Things»: 3 νέα στοιχεία για τη 2η σεζόν
- Ο Τομ ΜακΚάρθι του «Spotlight», η Σελένα Γκόμεζ και «13 Reasons Why» να δείτε τη νέα σειρά του Netflix
- Καλώς σας βρήκαμε Πράκτορα Κούπερ! Νέο teaser για την επιστροφή του «Twin Peaks»