Ο Γκάλαβαντ δεν είναι ένας ιππότης σαν αυτούς που διάβαζες μικρός ή μικρή. Όχι, άκυρο. Κανείς μας δεν διάβαζε για ιππότες όταν ήμασταν μικροί γιατί ζούμε στον 21ο αιώνα, οπότε ας το πω αλλιώς.
Ο Γκάλαβαντ δεν είναι ένας ιππότης σαν αυτούς που έβλεπες στα μιούζικαλ της Disney. Αυτός ο ηρωικός ιππότης είναι λίγο ψωνισμένος, είναι λίγο ανεπρόκοπος, είναι εντελώς στην κοσμάρα του, έφαγε επικολυρική χυλόπιτα από την ‘Μάριον’ της καρδιάς του και, α ναι, τραγουδάει. Τραγουδάει για τον εαυτό του, ΟΚ, τραγουδάει κυρίως για τον εαυτό του («Square jaw and perfect hair / Cojones out to there»), αλλά τραγουδάει και για νυμφομανείς, για πειρατές της στεριάς, για ανήμπορους βασιλιάδες, ακόμα και για δείκτες θεαματικότητας.
Επειδή ναι, το «Galavant» εκπροσωπεί ακριβώς αυτό το είδος αυτοσαρκαστικού, μεταειρωνικού χιούμορ. Που ακολουθεί τις συμβάσεις ενός είδους την ίδια ακριβώς ώρα που κάνει πλάκα με αυτό, έχοντας πλήρη επίγνωση του εαυτού του και της ύπαρξής του ως μεταμοντέρνο ανέκδοτο αγάπης απέναντι σε ένα συγκεκριμένο μιούζικαλ υπο-είδος, αυτό του ιπποτικού love story έπους.
Διαβάστε ακόμη: The truth is still out there: το Fox θέλει έναν ακόμα κύκλο «X-Files»
Το «Galavant» έχει δημιουργήσει για το ABC (το δίκτυο που ανήκει, φυσικά, στην Disney) ο Νταν Φόγκελμαν, σεναριογράφου του θαυμάσιου «Tangled», που λίγα χρόνια πριν το «Frozen» ήταν εκείνο το animation που ανέστησε επί της ουσίας την παραδοσιακή Disney. Συνεργάτης του ως συνθέτης τραγουδιών, τόσο στο «Tangled» όσο και τώρα στο «Galavant», o ντισνεϊκός θρύλος Άλαν Μένκεν, που μαζί με τον Χάουαρντ Άσμαν ήταν εξαρχής οι υπεύθυνοι για το μοντέλο της επιτυχίας του animation μιούζικαλ με τους Μπρόντγουεϊ όρους που αγαπήθηκε στα ‘90s.
Οι καιροί φυσικά αλλάζουν και οι δεκαετίες περνάνε. Ένα μιούζικαλ τόσο αγνό και ειλικρινές όσο οι δουλειές των Μένκεν/Άσμαν στις αρχές των ‘90s, σαν το «Beauty and the Beast» ή το «Aladdin» σήμερα δε θα μπορούσαν να σταθούν ως καινούριο προϊόν, γιατί τα ‘10s είναι μια δεκαετία που όχι απλά έχει προσπεράσει ως πασέ την έννοια του ειλικρινούς ενθουσιασμού, αλλά έχει βαρεθεί ακόμα και την σοβαρή, αναλυτική προσέγγιση. Δεν είναι τυχαίο πως μαζί με τα ‘90s πέθανε και το ντισνεϊκό μιούζικαλ. Όταν οι Φόγκελμαν/Μένκεν το επανέφεραν στο προσκήνιο με το «Tangled», η επιτυχία δεν ήταν -αποκλειστικά- προϊόν νοσταλγίας, αλλά βασίστηκε και σε μια έξυπνη, διακριτική επανεπροσέγγιση του μύθου. Η ταινία ήταν σύγχρονη, έπαιζε με τη δυναμική ανάμεσα στα γνώριμα στερεότυπα χαρακτήρων (η πριγκίπισσα με τη μητριά της, ας πούμε) και εισήγαγε με επιτυχία μοντέρνο χιούμορ χωρίς το αποτέλεσμα να μοιάζει με έβδομο σίκουελ του «Shrek».
Στο «Galavant» ο ήρωας του τίτλου είναι ένας ανυπόφορος νάρκισσος με εύθραυστο εγώ, όχι ακριβώς το μοντέλο του ηρωικού, τετράγωνου πρίγκιπα που έχουμε συνηθίσει να σώζει την ανήμπορη σύντροφό του. Α, και η ‘ανήμπορη σύντροφος’ Μανταλένα; Είναι εκείνη που τον πρόδωσε και προτίμησε στα ίσα τον πλούσιο βασιλιά επειδή duh. Μαζί στο ταξίδι του έχει τον βοηθό του, Σιντ (ο Λουκ Γιάνγκμπλοντ είναι ο Μάγκνιτιουντ από το «Community») και την πριγκίπισσα Ιζαμπέλα (η Καναδοβρετανή Κάρεν Ντέιβιντ): «Κοιτάχτε μας. Είμαστε πανέμορφοι. Και είμαστε πολύ diverse», τραγουδά ο Γκάλαβαντ σε μια από τις πολλές μουσικές στιγμές του ταξιδιού τους προς το κάστρο του κακού βασιλιά.
Διαβάστε ακόμη: Αν δείτε ένα crime series στην τηλεόραση φέτος, δείτε το «Fortitude»
Α, ο βασιλιάς. Ο βασιλιάς είναι ο κωμικός Τίμοθυ Ομούντσον και μαζί με τον Βίνι Τζόουνς που παίζει το δεξί του χέρι, είναι το πιο ανεκτίμητο κωμικό ντούο της σειράς. Ο βασιλιάς Ρίτσαρντ είναι προφανέστατα πλήρως ανίκανος, ένα μικρό παιδάκι τίγκα στην ανασφάλεια, τον οποίο η Μανταλένα τον κάνει ό,τι θέλει, περιμένοντας να δει μια άσπρη μέρα.
Η δομή της ιστορίας είναι εντελώς αναμενόμενη, κι αυτός είναι ένας από τους λόγους που λειτουργεί το όλο εγχείρημα. Δεν είναι ανατρεπτικό σε βαθμό αναρχίας, γιατί αυτό ίσως έκανε τη σειρά να μην μπορεί να έχει διάρκεια- για να παρακολουθείς κάτι κατ’εξακολούθηση χρειάζεται κάποιου είδος δεσμό με κάτι στην οθόνη. Το ταξίδι του Γκάλαβαντ λοιπόν μπορεί να είναι γεμάτο ανατροπές και χαρακτήρες γραμμένους ως καρτουνίστικες πλακίτσες στα μοντέλα που τους γέννησαν, αλλά παραμένει κάτι κατά βάση αναγνωρίσιμο. Ο ιππότης προσπαθεί να αντισταθεί στον κακό βασιλιά, το ταξίδι του ήρωα, και λίγο από μοντέρνο will-the-won’t-they με την πριγκίπισσα Ιζαμπέλα, και έτοιμο το γλυκό.
Όμως εν τέλει, όλα παίζονται και κερδίζονται στις λεπτομέρειες του χιούμορ. Το «Galavant» είναι θρίαμβος- και το εννοώ. Δεν είναι χαριτωμένο. Δεν είναι διασκεδαστικό αλλά ως εκεί. Δεν είναι ένα πείραμα που γρήγορα κουράζει. Όχι. Είναι θρίαμβος. Η πρώτη σεζόν (και ελπίζω όχι η τελευταία) αποτελείται από 8 εικοσάλεπτα επεισόδια, το καθένα εκ των οποίων προσφέρει αυτό που υπόσχεται (γέλιο και διασκέδαση και μουσική) από την αρχή ως το τέλος.
Αντί να γράφω όλες αυτές τις κουραστικές λέξεις θα μπορούσα απλά να έχω παραθέσει τα 50 πιο αστεία πράγματα που είδαμε στην 1η σεζόν του «Galavant». Πλοκές με πειρατές που έχουν ξεμείνει στη στεριά. Με έναν βασιλιά που προσπαθεί μάταια να μάθει πώς να είναι χιουμορίστας. Με έναν μεθυσμένο Γκάλαβαντ να εξομολογείται πως «είναι λες και ο όμορφος εγκέφαλός σου εξερράγη πάνω στη μούρη σου». Με τον Βίνι Τζόουνς να παγώνει τη στιγμή που κάποιος του ακουμπάει το πρόσωπο. Με το κουφό cameo του Ρίκι Τζερβές. Με την απεγνωσένη προσπάθεια του Γκάλαβαντ να καταφέρει επιτέλους να τελειώσει το ρημάδι ρεφρέν που του έμαθε ο πατέρας του. Με τον ξάδερφο της πριγκίπισας Ίζζυ. Με μοναχούς που έχουν πάρει όρκο τραγουδιού. (Weird Al alert!) Με νότες που κρατούν μισό λεπτό αφήνοντας τους ήρωες να λαχανιάζουν για ανάσα. Με -κι αυτή είναι η πιο απροσδόκητα χαριτωμένη υπο-πλοκή- δύο χαρακτήρες που δουλεύουν στο κάστρο ως υπηρέτες να φοβούνται να ερωτευτούν και όλα να κορυφώνονται με ένα δηλητηριασμένο(;) δείπνο. («Ναι, είμαι εδώ και μαγειρεύω για όλους τους άλλους επειδή ποιος με ^%@# εμένα».)
Διαβάστε ακόμη: Flix Top-10 TV 2014: Οι δέκα καλύτερες τηλεοπτικές σειρές της χρονιάς!
Η μικρή του διάρκεια βοηθάει κι όλας- τίποτα δεν προφταίνει να γίνει επαναλαμβανόμενο (μια υποψία πλοκής που σέρνεται στο β’ μισό της σεζόν με τους φυλακισμένους ήρωες δεν γίνεται ακριβώς πρόβλημα γιατί μέχρι να το διαπιστώσεις έχουμε τελειώσει την ιστορία) και είναι σημαντικό για μια σειρά να ξέρει σε ποιο σημείο αρχίζει απλά να καίει επεισόδια. Για ένα ειρωνικό μιούζικαλ σαν το «Galavant» κάτι τέτοιο θα ήταν αληθινό πρόβλημα.
(Αυτό αφήνει ως μόνη ουσιαστική γρίνια το φινάλε, που επιχειρεί ένα πολύ-cliffhanger το οποίο ποντάρει ουσιαστικά σε 2η σεζόν αντί να προσφέρει ένα κάποιο closure.)
Η λεπτή γραμμή που χωρίζει την επιτυχία για ένα εγχείρημα σαν του «Galavant» από τον ποπ εξυπνακισμό είναι πάρα πολύ λεπτή κι όχι άμεσα αναγνωρίσιμη. Υπάρχει ένα όριο στην ποσότητα σαχλών αναχρονισμών που μπορείς να δεχτείς, και αναμφίβολα χρειάζεται να υπάρχει και λίγη αληθινή έγνοια, λίγη σοβαρή αγάπη πίσω από κάθε σάτιρα, πίσω από το κάθε καρτούν, πίσω από το κάθε αδέξιο gag. Γενικά είμαι απόλυτα υπέρ της ιδέας πως πρέπει να λατρεύεις κάθε τι το οποίο σατιρίζεις σε επίπεδο φόρμας.
Πάνω σε όλα αυτά, ισχύον εδώ δύο πράγματα. Πρώτον, το να είναι κάτι πάρα πολύ αστείο σώζει πολλές καταστάσεις. Το «Galavant» είναι πάρα πολύ αστείο. Πάρα πολύ αστείο.
Δεύτερον, και κυριότερο. Το «Galavant» είναι φτιαγμένο με αγάπη. Όχι, δεν πήρα τηλέφωνο τον Φόγκελμαν να τον ρωτήσω πόσες φορές έχει δει το «Little Mermaid», αλλά επιστρέφουμε πάντα σε μια παρατήρηση που γράψαμε παραπάνω: Το «Galavant» αναγνωρίζει και σέβεται αυτά με τα οποία κάνει πλάκα. Από τον τρόπο που αναπτύσσεται η ιστορία μέχρι τις αγνά παλιομοδίτικες, γνώριμες νότες του Άλαν Μένκεν, το πλαίσιο είναι ειλικρινές. Ακόμα και στις επιμέρους λεπτομέρειες το βλέπεις- από το απρόσμενο ρομάντσο των υπηρετών, μέχρι την μεθυσμένη εξομολόγηση του Γκάλαβαντ. Όπως κι ο ήρωάς του, το «Galavant» μπορεί να μεγάλωσε μέσα σε ένα περιβάλλον που το δίδαξε πως είναι λάθος να είσαι ειλικρινής και ανοιχτός, όμως όταν πρέπει να μοιραστεί κάτι με τον θεατή, το λέει το τραγούδι.
Καταφέροντας έτσι να πετύχει κάτι αρκετά δύσκολο: Να έχει στοιχεία που θα αφήσουν ικανοποιημένους τόσο εκείνους που θα έρθουν σε αυτό ως αγνοί φαν του μιούζικαλ το οποίο καφρίζει, αλλά και τους κάφρους που είναι εδώ για την ανατρεπτική πλάκα.
Μεγάλη δουλειά να είσαι τόσο πολύ αστείος.
Διαβάστε ακόμη:
Tags: galavant, tangled, άλαν μένκεν