Παλιοί θεοί εναντίον νέων, ξεχασμένα είδωλα που γέννησαν τον κόσμο, την Δύση, την Αμερική, σε ευθεία σύγκρουση με τις νέες θεότητες ενός νέου κόσμου. Η ιδέα στην καρδιά του «American Gods» δεν είναι απλά μια πιθανώς πολύ διασκεδαστική αφήγηση, αλλά και ένα στόρι με έντονες αλληγορικές διαστάσεις που βρίσκει τις εικόνες που που άξιζε, στη μεταφορά των Φούλερ και Γκριν.
Μια ιστορία που θα μπορούσε να απεικονίζεται σε απλοϊκά κεφάλαια και-μετά-έγινε-αυτό-και-μετά-εκείνο οριακά υπερηρωικής αφήγησης (της οποίας το know-how σε ένα εντελώς βασικό επίπεδο κατέχει απολύτως πλέον το τηλεοπτικό μέσο), στά χέρια αυτών των σεναριογράφων και σκηνοθετών (όπως ο Ντέιβιντ Σλέιντ του «Hannibal» και του «Hard Candy» ή η φοβερή Φλόρια Σιγκισμόντι του «Handmaid’s Tale» και του βιντεοκλίπ «Mirrors», που γύρισε το φινάλε) γίνεται αισθητική εμπειρία.
Όπου η σύσταση των χαρακτήρων, το παρελθόν και το παρόν (τους), ο κόσμος γύρω μας και ο κόσμος πίσω από αυτόν, το παλιό και το νέο, το ζωντανό και το αθάνατο, όλα έρχονται σε μια slo-mo μετωπική σύγκρουση διαρκείας, την οποία ως θεατές αντιλαμβανόμαστε περισσότερο μέσα από ήχους, εικόνες και δραματικής έντασης κάδρα, παρά μέσα από exposition κατευθείαν από το πληκτρολόγιο κάποιου intern.
Δείτε ακόμη: Αυτές είναι οι must τηλεοπτικές πρεμιέρες του καλοκαιριού
Οι μέθοδοι των δημιουργών και των σειρών διαφέρουν ακραία, όμως το «American Gods» μοιάζει με το «Legion» σε ένα πράγμα: και τα δύο ξυπνούν το θεατή μες στο κεφάλι των ηρώων τους, αφήνοντάς μας εκεί να ψηλαφίσουμε όσα βρίσκουμε τριγύρω, όχι δίνοντάς μας οδηγίες για μια ασφαλή διαδρομή και ρίχνοντας ψίχουλα ώστε να ανακαλύψουμε την έξοδο, αλλά πιστεύοντας πως, γιατί όχι, ίσως και να μας ενδιαφέρει να μείνουμε εκεί, μέσα, χαμένοι.
Ο Μπράιαν Φούλερ κάνει το τηλεοπτικό αντίστοιχο του αργού σινεμά, και δε θα μπορούσα να τον αγαπώ περισσότερο.
Ο σεναριογράφος που ακόνισε τα δόντια του γράφοντας για «Star Trek» πριν επιστρέψει χρόνια μετά ως καπετάνιος του «Discovery» revival (μόνο για να αποχωρήσει στην πορεία ώστε να εστιάσει στο «American Gods»), χαράζει μια τηλεοπτική πορεία που τον φέρνει όλο και βαθύτερη στις αισθητικά εμμονικές μεθόδους του, που βρίσκει τις εικόνες του και το ρυθμό του όλο και πιο άρρηκτα συνδεδεμένες με το κείμενο.
Διαβάστε ακόμη: Το «Legion» λέει «Ζήτω η τρέλα!»
Σαν μίλια μακριά πια από κάτι σαν το - υπέροχο κι εκείνο - «Pushing Daisies» και την καθαρή procedural αφήγησή του, ο Φούλερ έχει αφοσιωθεί στις τελευταίες του δουλειές σε διασκευές που δένουν τα aesthetics και τη γλώσσα σαν κάτι απολύτως αναπόσπαστο. Το «Hannibal», μια από τις καλύτερες σειρές της δεκαετίας, στήριζε την αφήγησή του στην ιδέα ενός ψυχολογικού πολέμου ανάμεσα σε δύο εμβληματικές περσόνες κυνηγών που ο ένας αποτελούσε αντικατοπτρισμό του άλλου. Αντί να αφηγηθεί εκείνη την ιστορία ως αστυνομικό κυνηγητό πλοκής, μεταφέρει όλη τη δράση μέσα σε εγκεφαλικές διαδρομές, χτίζει παλάτια μέσα στα μυαλά των ηρώων του, μετατρέποντας τη δράση σε σύμβολα, εικόνες και αισθήσεις.
O τρόπος που, μαζί με τους συνεργάτες του στο σενάριο (Μάικλ Γκριν, σεναριογράφος των «Logan» και «Blade Runner 2049») και σκηνοθεσία (με μπροστάρη τον Σλέιντ) αποδίδει στην τηλεόραση τη μάχη των θεών α λα Γκέιμαν, κρύβει μια παρόμοια διάθεση απορρόφησης στην αισθητική και στις έννοιες της εικόνας.
Δείτε ακόμη: Η αρχή και το τέλος. Το πρώτο και το τελευταίο πλάνο αγαπημένων τηλεοπτικών σειρών
Το «American Gods» ακολουθεί την ιστορία ενός άντρα που έχει μόλις αποφυλακιστεί αλλά πριν προλάβει να επανενωθεί με τη γυναίκα του, μαθαίνει πως εκείνη πέθανε, απατώντας τον με έναν φίλο του. Το ταξίδι της επιστροφής μοιάζει με ψυχοφθόρα κατάρα, κι αν η επίκληση στους θεούς δε συμβαίνει ποτέ, οι θεοί έρχονται από μόνοι του. Ο μυστηριώδης Mr. Wednesday (Ιαν ΜακΣέιν, χαλαρά καθηλωτικός ως κήρυκας του εαυτού του) προσλαμβάνει τον Σάντοου Μουν (Ρίκι Γουίτλ, το πιο ζωγραφισμένο βλέμμα θυμού, κούρασης και απορίας σε ένα πρόσωπο για φέτος) να τον συντροφεύσει σε μια αποστολή της οποίας τις λεπτομέρειες δε γνωρίζουμε.
Οι Φούλερ και Γκριν θα μπορούσαν άνετα, υποψιάζομαι, να έχουν ξεπετάξει όλο το βιβλίο σε 8 επεισόδια, αντ’αυτού η 1η σεζόν υπό την δική τους καθοδήγηση είναι μια μακρά εισαγωγή με πολλούς τρόπους. Παράλληλα με την (θρησκευτική, υπό μία έννοια) μεταστροφή διαρκείας του Σάντοου, η σειρά εισάγει και όλο το θίασο θεών της, αφιερώνοντάς τους κεφάλαια απολύτως διακριτά μεταξύ τους, απλωμένα στα επεισόδια. Η έλευση στην Αμερική, διαφορετικών οντοτήτων, από διαφορετικές περιόδους της ιστορίας, και υπό διαφορετικές συνθήκες, βοηθά τη σειρά να απλώσει την ιστορία της σε όλη την ιστορία του κόσμου, αντί να περιοριστεί στο σήμερα.
Κι ακόμα κι εκεί, έχει ενδιαφέρον αυτή η διαπίστωση: οι παλιοί θεοί, από τον Οντιν που απαιτεί θυσίες αίματος, μέχρι την Μπίλκουις που ζητά σεξουαλικές ανθρωποθυσίες, παίρνουν ξεχωριστής αισθητικές βινιέτες, σαν παρενθετικά origin stories μες στο ευρύτερο στόρι. Την ίδια ώρα, οι μοντέρνοι θεοί, όπως τα media (η Γκίλιαν Άντερσον με μορφές από Λούσι Μπολ ως Μέρλιν Μονρόε και Ντέιβιντ Μπόουι κερδίζει άκοπα την 1η σεζόν) ή ο techno boy (και τα εκπληκτικά εφέ που απεικονίζουν τη σωματικότητα των πίξελ και της τεχνολογίας) έρχονται ως οργανικά κομμάτια της ιστορίας, ως εχθροί ή πιθανοί σύμμαχοι του τώρα. Είναι εδώ, βρίσκονται τώρα ανάμεσά μας, την ώρα που οι παλιοί θεοί, παροπλισμένοι, στο περιθώριο του Σήμερα, είναι απλώς παρενθετικά origin stories, είναι ηχώ.
Περισσότερο από οτιδήποτε τόσο συγκεκριμένο, αυτή η πρώτη σεζόν ολοκλήρωσε την εισαγωγή μας σε ένα σύμπαν χαρακτήρων, με τρόπο μεγαλειωδώς αισθητικό. Αν ο Φούλερ στο «Hannibal» απέδιδε την πλοκή και τους χαρακτήρες ως μεταβαλλόμενους πίνακες εύθραυστων ψυχολογικών μαχών, στο «American Gods» κάθε ματιά στην πινακοθήκη ηρώων και θεών, κάθε νέα μας διαδρομή στον κόσμο των θνητών ή μη, κάθε λέξη, εικόνα ή διεισδυτικός ήχος, συνθέτει μια σύντομη νέα βίβλο από βίαιες αγιογραφίες.
Καθώς ο πόλεμος παλιών και νέων θεών μοιάζει να είναι αναπόφευκτος, αυτή η καθαρά εισαγωγική διαδρομή της 1ης σεζόν μας συστήσει σταδιακά κι άλλους σημαντικούς χαρακτήρες. Ένα ξωτικό δίχως κατεύθυνση. Ένα τζίνι που πρωταγωνιστεί στην πιο έντονη και αξέχαστη ερωτική σκηνή της τηλεοπτικής χρονιάς. Μια αρχαία πανίσχυρη θεά σε πλήρη δυτική παρακμή, να δέχεται την προσφορά ενός μοντέρνου θεού για rebranding ως κάτι πεζά σύγχρονο. Ο Πίτερ Στορμάρε ως ένα αληθινό σάρκινο σφυρί Νορβηγών θεών, σε μια παρτίδα ντάμας πάνω από αντικείμενα φθαρμένα από το χρόνο.
Διαβάστε ακόμη: To «Handmaid’s Tale» είναι κάτι παραπάνω από το δυστοπικό sci-fi που έχεις συνηθίσει
Μα καμία τους νομίζω πιο συναρπαστική από τη Λόρα Μουν, τη νεκρή σύζυγο που επιστρέφει στη ζωή χάρη στην ύπαρξη ενός κέρματος. Ή, στα δικά μου μάτια, επειδή δεν γούσταρε να πεθάνει ρε παιδί μου. Η ίδια είναι ξανά εδώ, όμως το σώμα της παραμένει νεκρό. Η ιστορία της Λόρα (φανταστική Εμιλι Μπράουνινγκ, τσαντισμένη με τον κόσμο και χαρούμενη σαν παιδάκι στις λιγοστές στιγμές που νιώθει λαχτάρα για κάτι) παρουσιάζεται ήδη αρκετά επεισόδια μες στη σειρά, όλη από την οπτική της, σε μια αφηγηματική μετατόπιση που έρχεται τη στιγμή που νομίζεις πως η σειρά έχει αγκυλωθεί στο περίεργο pattern της. Μια ακόμα υπενθύμιση πως οι Φούλερ και Γκριν έχουν απόλυτο έλεγχο του υλικού τους, παίζοντας με κανόνες και μοτίβα, με ρυθμό και με πλοκή και με χαρακτήρες, δίχως ποτέ να δίνουν την αίσθηση πως κυλούν αργά και αμήχανα προς το όποιο μετά.
Μέσα από μια αφήγηση που ρίχνει το βάρος πλοκής και ιδεών στην εικόνα και τον ήχο, οι Φούλερ και Γκριν πετυχαίνουν μια ανάδειξη του συμβόλου σε πλήρη αποκοπή από τις λέξεις- οι λέξεις πάντα φτηναίνουν τα σύμβολα. Το να σου περιγράψει κανείς την πάλη στο κέντρο της σειράς με λόγια θα την έκανε να ακουστεί εκτός από παράλογη, και ίσως αρκετά πιο απλουστευτική. Αντιθέτως, αυτή η εισαγωγική διαδρομή προς τη σύγκρουση, είναι γεμάτη εικόνες που γράφονται ανεξίτηλα στον αμφιβληστροειδή και στο νου. Ο Μουν λιντσάρεται και κρέμεται από μια θηλιά σε μια εικόνα ενοχλητική όσο και διαχρονικά (και ενοχικά) αμερικάνικη. Η μοντέρνα κυριαρχία περνά μέσα από στιβαγμένες τηλεόράσεις που προβάλουν ειρηνικά γνώριμες εικόνες μιας φιγούρας πλήρους αποδοχής (και παράδοσης) όπως η Λούσι Ρικάρντο (κι όχι Λουσίλ Μπολ!, όπως η Media διορθώνει τον Σάντοου).
Δείτε ακόμη: Η gay ερωτική σκηνή του «American Gods» που έχει κάνει τους πάντες να μιλάνε γι' αυτή
Στο τέλος ο Wednesday με τον Σάντοου φτάνουν στον προορισμό τους σε μια συνάθροιση στην αυλή της Κρίστεν Τσένογουιθ, τέλειο καστινγκ ως Πάσχα. Κι αυτή, όπως η Μπίλκουις, έχει αποδεθχεί την βοήθεια των νέων θεών για rebranding, συνδέοντας την σύγχρονη αναγέννησή της με την ανάσταση του Ιησού- ο οποίος είναι φυσικά εκεί, σε όλες τις πιθανές εκδοχές του. Καθώς ο πόλεμος κηρύσσεται πλέον ανοιχτά και ο Wednesday αποκαλύπτει την αληθινή του ταυτότητα στον Σάντοου (αλλά όχι πριν εκείνος πρώτα Πιστέψει), η 1η σεζόν φτάνει σε ένα οργανικό φινάλε, στο τέλος της εισαγωγής.
Παρόλο που αυτό που μεταφέρεται εδώ στην τηλεόραση είναι απλά το ξεκίνημα ενός βιβλίου, άρα θεωρητικά κινείται με αρκετά ‘κλειστό’ τρόπο προς μια βέβαιη εξέλιξη, νιώθω πως η προσέγγιση των Φούλερ και Γκριν αναδεικνύει την ιστορία των «American Gods» με τρόπο που ξεφεύγει από μια απλή κυριολεκτική απόδοση λέξεων σε εικόνα. Το φινάλε απαντά κάποια βασικά ερωτήματα της σειράς και θέτει κάποια καινούρια τόσο για χαρακτήρες όπως η Λόρα Μουν και το τι ακριβώς σημαίνει η συνεχιζόμενη ύπαρξή της, όσο και για την ευρύτερη θέση των παλιών θεών απέναντι στους νέους τώρα που ήρθαν σε μια πρώτη σύγκρουση.
Διαβάστε ακόμη: Στο «Twin Peaks» το σκοτάδι εξακολουθεί να κρύβεται πίσω από ένα πλατύ χαμόγελο
Ομως περισσότερο από οτιδήποτε τόσο συγκεκριμένο, αυτή η πρώτη σεζόν ολοκλήρωσε την εισαγωγή μας σε ένα σύμπαν χαρακτήρων, με τρόπο μεγαλειωδώς αισθητικό. Αν ο Φούλερ στο «Hannibal» απέδιδε την πλοκή και τους χαρακτήρες ως μεταβαλλόμενους πίνακες εύθραυστων ψυχολογικών μαχών, στο «American Gods» κάθε ματιά στην πινακοθήκη ηρώων και θεών, κάθε νέα μας διαδρομή στον κόσμο των θνητών ή μη, κάθε λέξη, εικόνα ή διεισδυτικός ήχος, συνθέτει μια σύντομη νέα βίβλο από βίαιες αγιογραφίες.
Δείτε ακόμη: OMG! Οι τίτλοι αρχής του «American Gods» είναι αντικείμενο λατρείας
Διαβάστε ακόμη:
- To «Handmaid’s Tale» είναι κάτι παραπάνω από το δυστοπικό sci-fi που έχεις συνηθίσει
- 6 κινηματογραφικοί auteurs που έκαναν ξεχωριστή τηλεόραση
- Το «13 Reasons Why» είναι από τα πιο σημαντικά κομμάτια φετινής τηλεόρασης
- Το «Imposters» είναι η πιο διασκεδαστική σειρά που δεν ήξερες ότι παίζεται στην τηλεόραση
- 20 χρόνια «Buffy»: Οι στίχοι, τα επεισόδια, τα outfits
- The good spin-offs: Οι καλύτερες σειρές που γεννήθηκαν από άλλες
- 20 φιλιά που έγραψαν τηλεοπτική ιστορία
- Η 90s γενιά του WB, το «νέο Χόλιγουντ» του σήμερα
- Γάμοι, θάνατοι, κι ο Μάγος του Οζ: Τα καλύτερα 100ά επεισόδια σειρών
- Τελικά δεν ήταν νεκροί: 10 τηλεοπτικοί χαρακτήρες (και ένας πλανήτης) που επέστρεψαν στη ζωή
- Τα 10 καλύτερα τηλεοπτικά φινάλε
- 10 τηλεοπτικές σεζόν που έπαιξαν με διαφορετικούς κανόνες
- «Tι ήταν αυτό που μόλις είδα;»: τα καλύτερα cliffhangers στην τηλεοπτική ιστορία