
Ο κόσμος του κινηματογράφου αποχαιρετά έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς του αμερικανικού σινεμά. Ο Ρόμπερτ Μπέντον, σκηνοθέτης, σεναριογράφος και τρεις φορές βραβευμένος με Οσκαρ, άφησε την τελευταία του πνοή την Κυριακή στη Νέα Υόρκη, σε ηλικία 92 ετών. Την είδηση επιβεβαίωσε η βοηθός και μάνατζέρ του, Μαρίσα Φορζάνο, στους New York Times.
Ο Μπέντον υπήρξε ένας από τους δημιουργούς που σφράγισαν την αμερικανική κινηματογραφική δημιουργία από τη δεκαετία του 1960 και μετά, προσφέροντας στο κοινό ταινίες-σταθμούς όπως το «Κράμερ Εναντίον Κράμερ» (1979), που κέρδισε πέντε Οσκαρ, ανάμεσά τους Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας και Σεναρίου, αλλά και τα «Μια Θέση στην Καρδιά», «Nobody’s Fool», «The Late Show» και «Η Υποπτη».
Ο Ρόμπερτ Μπέντον γεννήθηκε στο Γουαξαχάτσι του Τέξας και σπούδασε Καλές Τέχνες στο Πανεπιστήμιο του Τέξας, ενώ αργότερα έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Columbia με στόχο να γίνει ζωγράφος. Παράλληλα προσπαθούσε να βιοποριστεί ως σκιτσογράφος. Η πρώτη του επαγγελματική επιτυχία ήρθε όταν προσλήφθηκε ως βοηθός καλλιτεχνικού διευθυντή στο περιοδικό Esquire, για να αναλάβει αργότερα τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή (1958-64).
Εκεί γνώρισε τον Ντέιβιντ Νιούμαν, με τον οποίο σχημάτισαν ένα δημιουργικό δίδυμο που θα άλλαζε την πορεία του σινεμά. Το πρώτο τους σενάριο, «Μπόνι και Κλάιντ» (1967), αντιμετώπισε πολλές απορρίψεις μέχρι να το αναλάβει ο Αρθουρ Πεν στη σκηνοθεσία και ο Γουόρεν Μπίτι στην παραγωγή και τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Το φιλμ έγινε πολιτιστικό φαινόμενο και αναγέννησε το νέο αμερικανικό σινεμά της εποχής.
Παρότι ξεκίνησε ως σεναριογράφος, ο Μπέντον σύντομα θέλησε να βρεθεί πίσω από την κάμερα. Η πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα ήταν το «Bad Company» (1972), με πρωταγωνιστή τον Τζεφ Μπρίτζες. Αν και οι κριτικές ήταν θετικές, η ταινία απέτυχε εμπορικά και προσωρινά πάγωσε τη σκηνοθετική του πορεία. Η επιστροφή του ήρθε το 1977 με το «The Late Show», ένα σατιρικό νουάρ με τους Αρτ Καρνι και Λίλι Τόμλιν. Η ταινία απέσπασε θετικά σχόλια και του έδωσε νέα ώθηση. Δύο χρόνια αργότερα ήρθε η απογείωση με το «Κράμερ Εναντίον Κράμερ», μια βαθιά ανθρώπινη ιστορία για τη διάλυση του γάμου και τη μάχη για την επιμέλεια ενός παιδιού. Με τους Ντάστιν Χόφμαν και την ανερχόμενη τότε Μέριλ Στριπ, η ταινία συγκλόνισε το κοινό και κατέκτησε πέντε Οσκαρ, ανάμεσά τους και δύο για τον ίδιο τον Μπέντον (Σκηνοθεσία και Σενάριο).
Στα 52α Οσκαρ
Το 1984, το «Μια Θέση στην Καρδιά», εμπνευσμένο από τη γενέτειρά του στο Τέξας, επιβεβαίωσε τη φήμη του ως ενός δημιουργού που ήξερε να αφηγείται συγκινητικές ιστορίες γεμάτες ανθρωπιά. Η Σάλι Φιλντ κέρδισε Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, ενώ και το σενάριο βραβεύτηκε με Οσκαρ. Η δεκαετία του '80 δεν ήταν εξίσου ευοίωνη. Οι «Ναντίν - Αλεξίσφαιρος Ερωτας» και «Billy Bathgate» δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα. Ομως ο Μπέντον επανήλθε θριαμβευτικά με το «Nobody’s Fool» (1994), χαρίζοντας στον Πολ Νιούμαν έναν από τους πιο ώριμους ρόλους της καριέρας του και αποσπώντας υποψηφιότητα για Οσκαρ Σεναρίου.
Ακολούθησε το «Το Λυκόφως του Ντετέκτιβ», ένα υποβλητικό νουάρ με τους Νιούμαν, Τζιν Χάκμαν και Σούζαν Σαράντον. Το 2003, ανέλαβε τη μεταφορά του μυθιστορήματος του Φίλιπ Ροθ «Το Ανθρώπινο Στίγμα», με πρωταγωνιστές τον Αντονι Χόπκινς και τη Νικόλ Κίντμαν, μια επιλογή που προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της ιδιαιτερότητας του ρόλου του Χόπκινς ως λευκός ηθοποιός που υποδύεται έναν μαύρο που περνά για λευκός. Το τελευταίο του έργο ήταν η μαύρη κωμωδία «The Ice Harvest» (2005), με σκηνοθέτη τον Χάρολντ Ράμις και συνσεναριογράφο τον Ρίτσαρντ Ρούσο. Παρά τις καλές προθέσεις, δεν σημείωσε εμπορική επιτυχία.
Με την Νικόλ Κίντμαν
Ο Μπέντον δεν ήταν ποτέ ο σκηνοθέτης των εντυπωσιακών εφέ ή των μεγάλων προϋπολογισμών. Αντιθέτως, το έργο του χαρακτηριζόταν από ήσυχες αλλά βαθιά ανθρώπινες ιστορίες, ευαισθησία στους χαρακτήρες και εξαιρετικές ερμηνείες – δεν είναι τυχαίο πως πολλοί ηθοποιοί κέρδισαν Οσκαρ χάρη στη συνεργασία τους μαζί του.
Τιμήθηκε δύο φορές από την Ενωση Σεναριογράφων Αμερικής, με το Βραβείο Ian McLellan Hunter για το σύνολο του έργου του το 1995 και το Βραβείο Laurel για την προσφορά του στην τέχνη του σεναρίου το 2007. Εμφανίστηκε επίσης σε ντοκιμαντέρ για την ιστορία του κινηματογράφου, όπως τα «Wanderlust» (2006) και «Moguls and Movie Stars: A History of Hollywood» (2010).
Ο Ρόμπερτ Μπέντον αφήνει πίσω του μια σπουδαία παρακαταθήκη: μια σειρά από ταινίες που συνδυάζουν την απλότητα με τη συγκίνηση, το προσωπικό βλέμμα με τη ματιά ενός μεγάλου αφηγητή. Ενας δημιουργός που ήξερε να ακούει τους χαρακτήρες του και να φτιάχνει σινεμά με καρδιά.