«Δεν θέλω να με θυμούνται όταν πεθάνω. Θέλω τα καλά λόγια όταν μπορώ να τα ακούσω.» /
Τζέρι Λιούις (1926-2017)
Ηταν λίγο πριν τον ερχομό του 2017, όταν το The Hollywood Reporter έκανε ένα αφιέρωμα στους κινηματογραφικούς και τηλεοπτικούς θρύλους του Χόλιγουντ που συνεχίζουν να δουλεύουν στην ένατη δεκαετία της ζωής τους.
Ανάμεσα σε νοσταλγικές, χαριτωμένες, γεμάτες σοφία ζωής συνεντεύξεις με ανθρώπους που έζησαν σχεδόν ένα αιώνα διασημότητας, η συνέντευξη ενός 90χρονου ήταν η πιο αμήχανη, η πιο «δύσκολη», η πιο γεμάτη από μια ανεξήγητη οργή και μια αίσθηση δυσαρέσκειας.
Η συνέντευξη που έγινε viral μέσα σε λίγα λεπτά και μπορείτε να τη δείτε εδώ ανήκε στον Τζέρι Λιούις που όλοι γνώριζαν πως ήταν ένας δύσκολος άνθρωπος, μια ντίβα για πολλούς. Για άλλους η κλασική περίπτωση του ανθρώπου που ενώ έγραψε ιστορία στην κωμωδία παρέμεινε ένας άνθρωπος εντελώς αντίθετος από αυτό που έχεις στο μυαλό σου για έναν κωμικό.
Δείτε ακόμη: Οι σπάνιες εικόνες της ζωής και της καριέρας του Τζέρι Λιούις
Δεν ήταν λίγες οι ιστορίες γύρω από το όνομά του που επιβεβαίωναν αυτήν την αντίφαση στο χαρακτήρα του. Από τους τηλεμαραθωνίους που οργάνωνε για περισσότερες από πέντε δεκαετίες για την αντιμετώπιση της μυικής δυστροφίας που κατέληγαν συχνά να τον μπλέκουν σε οικονομικές ατασθαλίες μέχρι τα ακραία του αστεία που έφτασαν πολλές φορές να αγγίξουν τα όρια της ομοφοβίας, του μισογυνισμού και του ρατσισμού, ο Τζέρι Λιούις ήταν ένας άνθρωπος που δεν μπορούσε να κρύψει αυτά που ένιωθε, αυτά που πίστευε, αυτά που για τον ίδιο ήταν ό,τι τον κρατούσε ζωντανό παρά τις πολλές δοκιμασίες που πέρασε η υγεία του μέσα στα χρόνια.
«Το να περνάω απαρατήρητος δεν ήταν το δυνατό μου σημείο», θα δήλωνε κάποτε, αφού θα είχε εγκαταλείψει σχεδόν ολοκληρωτικά το σινεμά και θα είχε επιστρέψει στα ζωντανά σόου στο Λας Βέγκας, εκεί απ' όπου θα ξεκινούσε την καριέρα του στα τέλη της δεκαετίας του '40, μαζί με τον Ντιν Μάρτιν σε ένα ντουέτο που θα τον έκανε διάσημο.
Σκηνή από το «Sailor Beware» του 1952
Στη διάρκεια των επόμενων δέκα ετών, ο Τζέρι Λιούις και ο Ντιν Μάρτιν με το όνομα «Martin and Lewis» θα κάνουν 16 ταινίες μαζί στην Paramount, από τις οποίες ξεχωρίζουν τα «My Friend Irma Goes West» (1950), «The Stooge» (1952) και «Hollywood or Bust» (1956). Από την πρώτη τους ταινία, όμως, το «My Friend Irma», θα γνώριζαν και εμπορική αλλά και καλλιτεχνική επιτυχία. Είναι χαρακτηριστική η κριτική των New York Times που μιλούσαν για τον Τζέρι Λιούις με ενθουσιασμό:
«Αυτός ο παράξενος στο σκαρί και την υποκριτική νεαρός έχει γνήσια κωμικά στοιχεία. Η σπασμωδική εκκεντρικότητα των κινήσεών του, τα βασανισμένα χαρακτηριστικά του προσώπου του και το τρίξιμο των φωνητικών χορδών του διαθέτουν φυσικό ταλέντο. Η βλακεία του αποτελεί το μπουρλέσκ του να είναι κανείς βλάκας, που είναι εξάλλου κάτι διαφορετικό. Είναι το πιο αστείο πράγμα στην ταινία».
Μετά το 1956, οι Τζέρι Λιούις και Ντιν Μάρτιν άφησαν πίσω τους το επιτυχημένο δίδυμο για να κυνηγήσει ο καθένας μια δική του ξεχωριστή καριέρα. Ο «χωρισμός» τους δεν έγινε πολιτισμένα - για να θυμηθεί κανείς το δύσκολο χαρακτήρα του Τζέρι Λιούις, αλλά το μέλλον υπήρξε λαμπρό για τον νεαρό που μάθαινε στην Αμερικη έναν νέο τρόπο να κάνεις κωμωδία.
Ενα τρόπο σωματικό, με έμφαση στο σλάπστικ αλλά και σε μια ολοκληρωμένη περσόνα ηρώων που μέσα στην υπερβολή τους έκρυβαν κάτι από τη μελαγχολία της πραγματικότητα, αυτό δηλαδή που ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ (τεράστιος λάτρης της τέχνης του Τζέρι Λιούις, όπως και όλο το γαλλικό «νέο κύμα» που αποθέωσε τον auteur Λιούις βάζοντας τον οριστικά στο πάνθεον των μεγάλων) περιέγραφε με τα εξής λόγια: «Το αποκορύφωμα του τεχνητού μπερδεύεται σε στιγμές με την ευγένεια ενός αληθινού ντοκιμαντέρ στο πρόσωπο του Λιούις».
Ο Τζέρι Λιούις θα δοκίμαζε τις δυνάμεις του και στο τραγούδι, αλλά και στην παραγωγή και θα έμενε στην Paramount με συμβόλαια που του έδιναν και ποσοστά από τα κέρδη, αλλά και την υποχρέωση να παραδίδει ταινίες και, αν είναι δυνατόν, επιτυχίες στο στούντιο. Οπως κι έκανε. Η πρώτη του ταινία σόλο το «The Delicate Delinquent» του 1959 ήταν μια τρομερή επιτυχία. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον Φρανκ Τάσλιν σε πέντε ταινίες («The Sad Sack», «Rock-A-Bye Baby», «The Geisha Boy», «Don't Give Up The Ship», «Cinderfella») και συνέχισε να ανανεώνει το συμβόλαιο του με το στούντιο, κρατώντας ακμαία την παρουσία και την επιτυχία του. Τίποτα δεν θα ήταν βέβαια το ίδιο για αυτό που τελικά είναι και θα είναι ο Τζέρι Λιούις, αν το 1960 δεν σκηνοθετούσε και πρωταγωνιστούσε σε μια χειροποίητη ταινία.
Σκηνή από το «Cinderfella» του 1960
Σκηνή από το «The Bellboy» του 1960
Το «The Bellboy», εμπνευσμένο από τις μέρες που και ο ίδιος δούλευε σε ένα ξενοδοχείο της Νέας Υόρκης για να βγάζει χρήματα ήταν στην πραγματικότητα το είδος ταινίας που ήθελε να κάνει ο Τζέρι Λιούις, πιο κοντά στο βωβό σινεμά των μεγάλων κωμικών (Αμερικάνων και Ευρωπαίων) και με τον ίδιο να κρατάει τον απόλυτο έλεγχο ως σεναριογράφος, σκηνοθέτης, παραγωγός και πρωταγωνιστής. Ετσι θα συνέχιζε μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του '60, με ταινίες που έγραφε ο ίδιος μαζί με τον Μπιλ Ρίτσμοντ και με βοήθεια σε κάποιες από τις ταινίες στη σκηνοθεσία από τον φίλο και συνεργάτη του, Φρανκ Τάσλιν.
Η μεγαλύτερη επιτυχία της καριέρας του ήταν το κλασικό «The Nutty Professor» του 1963, ενώ ξεχωρίζουν από την εποχή ταινίες όπως το «The Ladies Man», το «The Errand Boy» το «The Patsy», το «The Disorderly Orderly» που τον οδήγησαν σταδιακά στο τέλος της χρυσής του περιόδου.
Σκηνή από το «The Ladies Man» του 1961
«Ο γιατρός μου είχε πει πως έχω διπλή προσωπικότητα και μου ζήτησε να πληρώσω ένα λογαριασμό 82 δολαρίων. Του έδωσα τα 41 και του είπα να πάρει τα άλλα 41 από τον άλλο.»
Σκηνή από το «The Nutty Professor» του 1963
Θα συνέχιζε να σκηνοθετεί, να παίζει και να βρίσκεται στο προσκήνιο για όλη τη δεκαετία του '70. Εκεί, το 1971 θα προσπαθούσε να ολοκληρώσει ένα από τα μεγαλύτερα όνειρα της ζωής του, μια ταινία με τον τίτλο «The Day the Clown Cried», ένα δράμα τοποθετημένο σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, εμπνευσμένο από την εβραϊκή καταγωγή του που γύρισε αλλά δεν θέλησε ποτέ να δώσει στη δημοσιότητα. Η ταινία βρίσκεται από το 2015 ωστόσο στη βιβλιοθήκη του Αμερικανικού Κονγκρέσσου με εμπάργκο δημόσιας προβολής της τα 10 χρόνια. Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη την ιστορία της ταινίας εδώ..
Το 1972 θα έδινε το όνομα του σε μια αλυσίδα 200 κινηματογράφων που χρεοκόπησε δύο χρόνια μετά, ενώ το βαρύ πρόγραμμά του τον οδήγησε στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, με προβλήματα εξάρτησης από χάπια και χρόνιου καπνίσματος που θα οδηγούσαν το 1982 σε μια διπλή εγχείρηση καρδιάς.
Σκηνή από το ανέκδοτο «The Day the Clown Cried» του 1972
Ο Τζέρι Λιούις στα γυρίσματα του «The Day the Clown Cried»
Στην πραγματικότητα, ο Τζέρι Λιούις δεν σταμάτησε ποτέ να ασχολείται με το σινεμά, την τηλεόραση, το θέατρο (το 2012 σε ηλικία 86 ετών σκηνοθέτησε το πρώτο του μιούζικαλ - ένα ριμέικ του «The Nutty Professor), αλλά οι επιστροφές του στο σινεμά θα έρχονταν πλέον με τη σφραγίδα ενός θρύλου είτε στο «King of Comedy» του Μάρτιν Σκορσέζε το 1983, είτε στο «Arizona Dream» του Εμίρ Κουστουρίτσα το 1994. H τελευταία του εμφάνιση στο σινεμά ήταν στο «Max Rose» του 2016 σε σκηνοθεσία του Ντάνιελ Νόα, ένα πρότζεκτ που χρειάστηκε χρόνια για να ολοκληρωθεί και έκανε την πρεμιέρα του το 2016 στο Φεστιβάλ Καννών.
Σκηνή από το «The King of Comedy» του 1983
Με τον Τζόνι Ντεπ στα γυρίσματα του «Arizona Dream»
Σκηνή από το «Max Rose», την τελευταία του ταινία
Προπομπός μιας γενιάς κωμικών (από τον Εντι Μέρφι που τόλμησε και το ριμέικ του «The Nutty Professor» το 1996 μέχρι τον Τζιμ Κάρεϊ) που αναφέρονται (και θα αναφέρονται) σε αυτόν ως τον πρωτοπόρο, ο Τζέρι Λιούις διέσχισε τις εννέα δεκαετίες της ζωής του δίνοντας μάχες, παίρνοντας ρίσκα, δημιουργώντας εχθρούς, χτίζοντας μια δυνατή βάση θαυμαστών, αστείος περισσότερο όταν η κάμερα ήταν ανοιχτή και σοβαρός όταν αυτή ήταν κλειστή.
Ενας γνήσιος κωμικός που είδε το Χόλιγουντ να αλλάζει χέρια, αναγνωρίστηκε ως καλλιτέχνης πρώτα στην Γαλλία και μετά στη χώρα του και έζησε με το έτσι θέλω και το όπως θέλω του (μέσα σε αυτό και η συντηρητική του πολιτική φιλοσοφία που έφτασε μέχρι και τη στήριξη του Ντόναλντ Τραμπ), για πολλούς ένας δύσκολος άνθρωπος, για ακόμη περισσότερους έτσι όπως οφείλει να ζει κάθε θρύλος.
«Είμαι πολυπρόσωπος, ταλαντούχος, πλούσιος, διεθνούς φήμης ιδιοφυία. Εχω ΙQ 190 - υποτίθεται ότι με αυτό είσαι ιδιοφυία. Στον κόσμο δεν αρέσει αυτό. Η απάντηση σε όλους αυτούς που με κρίνουν είναι απλή: μου αρέσω. Μου αρέσει αυτό που έχω γίνει. Είμαι περήφανος για όλα όσα πέτυχα και δεν πιστεύω ότι έχω ακόμη ξύσει ούτε καν την επιφάνεια των πραγμάτων.»
Δείτε εδώ τον Τζέρι Λιούις να παραλαμβάνει το τιμητικό Οσκαρ για τη φιλανθρωπική του δράση το 2009
**Δείτε εδώ μια κλασική σκηνή από το «The Bellboy» του 1960**
**Δείτε εδώ μια κλασική σκηνή από το «Cinderfella» του 1960**
**Δείτε εδώ μερικές κλασικές σκηνές από το «The Nutty Professor» του 1963**
**Δείτε τους Ντιν Μάρτιν και Τζέρι Λιούις να τραγουδούν το «That's Amore»**
Δείτε εδώ ολόκληρο το «Hollywood or Bust» του 1956 με τον Τζέρι Λιούις και τον Ντιν Μάρτιν
Δείτε εδώ τον Τζέρι Λιούις να μιλάει για το προσφυγικό, το ISIS και τον Ντόναλντ Τραμπ
Δείτε εδώ ένα ντοκιμαντέρ για την... τρέλα του Τζέρι Λιούις