Buzz

O Γκας Βαν Σαντ, η Κλερ Ντενί, o Γιόνας Μέκας αποχαιρετούν τη Σαντάλ Ακερμάν

στα 10

Η αντίδραση στον αιφνίδιο θάνατο της Σαντάλ Ακερμάν στα 65 της χρόνια ήταν άμεση από τους σκηνοθέτες που ενέπνευσε, τους συνεργάτες που στιγμάτισε, τους φίλους που άφησε μόνους.

O Γκας Βαν Σαντ, η Κλερ Ντενί, o Γιόνας Μέκας αποχαιρετούν τη Σαντάλ Ακερμάν

Αμέσως μετά την είδηση του θανάτου της Σαντάλ Ακερμάν, στις 5 Οκτωβρίου του 2015, σκηνοθέτες που ανέκαθεν την τιμούσαν ως εμπνευσή τους, αλλά και συνεργάτες και φίλοι που τη γνώρισαν και στις καλές και τις κακές της στιγμές, άνοιξαν το προσωπικό τους ημερολόγιο με τις αναμνήσεις τους από τη μεγάλη σκηνοθέτη.

Αναμεσά τους ο Γκας Βαν Σαντ, ο πάπας του αμερικανικού underground Γιόνας Μέκας, η σκηνοθέτης Κλερ Ντενι, ο ηθοποιός Νιλς Αρεστρουπ που έπαιξε στο «Je, Tu, Lui, Elle», η σκηνοθέτης Μαρί Λοζιέ, η ηθοποιός Σιλβί Τεστίντ που πρωταγωνίστησε στο «La Captive», ο σκηνοθέτης («Computer Chess») Αντριου Μπουζάλσκι που ήταν και μαθητής της στο Χάρβαρντ και η Κάθι Χαλμπράιχ του MoMA που είχε επιμεληθεί την πρώτη της εικαστική έκθεση το 1995 στο Walker Art Center της Μινεάπολι.

Διαβάστε ακόμη: Ενα μεγάλο αντίο στην Σαντάλ Ακερμάν

Γκας Βαν Σαντ / «Εχω επηρεαστεί από τις περισσότερες ταινίες της, αλλά και από τις εγκαταστάσεις που έκανε στα εικαστικά, αλλά κυρίως από την ανακάλυψη της "Jeanne Dielman" όταν σπούδαζα σινεμά. Το βλέπω ακόμη και σήμερα όταν είμαι σπίτι και παραμένω έκπληκτος από τα όρια που σπάει σε αυτήν την ταινία, τους νέους τρόπους αφήγησης, τη σκιαγράφηση του κεντρικού χαρακτήρα. Οταν έκανα ταινίες σαν το "Gerry", το "Elephant" και το "Last Days", αυτή ήταν κάτι παραπάνω από έμπνευση. Για μένα υπήρχαν ο Μπέλα Ταρ και η Σαντάλ Ακερμάν».

Γιόνας Μέκας / «Γνώρισα την Σαντάλ Ακερμάν στο Anthology Film Archives που είχε ανοίξει το 1970. Εκείνη την εποχή περνούσε τον περισσότερο καιρό της στη Νέα Υόρκη. Είχε κάνει ήδη μια μικρού μήκους ταινία αλλά το Anthology ήταν το πανεπιστήμιό της, το σχολείο της, παρακολουθούσε καθημερινά τα μαθήματα. Γίναμε φίλοι. Δεν ξέρω αν επηρεάσαμε ο ένας τον άλλον, αλλά το σινεμά που ανακάλυψε εκείνη την εποχή, το δικό μου και των υπόλοιπων Αμερικάνων του πειραματικού κινηματογράφου την βοήθησε να αναπτύξει ένα ενδιαφέρον για την αληθινή ζωή. Κάτι σαν μια επιβεβαίωση όσων ιδεών είχε στο μυαλό της. Μου άρεσε πάρα πολύ το έργο της, ήταν πολύ δυνατό ακόμη και πριν γίνει πιο προσωπικό. Θυμάμαι πως όταν έφυγα από την προβολή του "Jeanne Dielman" έγραψα μια πολύ θετική κριτική για τη Village Voice γιατί πίστευα πως αυτή η ταινία ήταν πολύ σημαντική. Ηταν αγωνίστρια, είχε έναν ευθύ τρόπο να κάνει τα πράγματα, χωρίς αμφιβολία και με τέλειο έλεγχο των ιδεών, των μέσων που χρησιμοποιούσε. Χωρίς να χάνει τον προσωπικό της χαρακτήρα. Το έργο της γινόταν ολοένα και πιο προσωπικό καταλήγοντας σε μια ταινία για τη μητέρα της. Δεν θα μάθει κανείς τι θα μπορούσε να κάνει στη συνέχεια, γεγονός το οποίο είναι πολύ θλιβερό. Το έργο της είναι σαν ένα τεράστιο έπος που θα μπορούσε να ενώσει τους πάντες».

Chantal Akerman 607

Κλερ Ντενί / «Οι πρώτες μου συναντήσεις με την Σαντάλ ήταν στο Φεστιβάλ του Ρότερνταμ τη δεκαετία του '70 όπου είδα τις τρεις πρώτες της ταινίες. Εκείνη την εποχή ένιωθα ότι ταυτιζόμουν. Ενιωσα κάτι πολύ δυνατό γι' αυτήν. Κάτι διαφορετικό. Ηταν η ζωή της, η καριέρα της, το γεγονός πως ήταν ήδη μια κινηματογραφική ηρωίδα. Δεν ήταν κάτι που μπορούσες να αντιγράψεις. Θυμάμαι το "Toute Une Nuit" του 1982 με την Ορόρ Κλεμάν. Μια ταινία που σημαίνει πολλά για μένα. Ακόμη βλέπω τα πλάνα της, όπως το σιδηροδρομικό σταθμό στις Βρυξέλλες στο φινάλε. Αυτή η ταινία ενσαρκώνει την αυτονομία που είχε όταν έκανε τις ταινίες της, πράγμα που αργότερα έγινε πιο δύσκολο. Ηταν ταυτόχρονα η ιστορία της Σαντάλ και η ιστορία μιας γυναίκας κινηματογραφίστριας, όλα όσα ήθελα σε μια ταινία. Το «Je, tu, il, elle" του 1976 ήταν επίσης πολύ δυνατό γιατί μοιάζει φτιαγμένο από το δέρμα της, τη ζωής της. Οταν λέμε ότι κάποιος βάζει τα πάντα σε μια ταινία χωρίς επιτήδευση, εννοούμε κάτι τέτοιο. Τη θυμάμαι να μου φωνάζει όταν είχαμε βρεθεί στις Κάννες για το Ισραήλ. Είχε συγκεκριμένες απόψεις. Υπήρχε κάτι βίαιο και ταυτόχρονα ελαφρύ στο θυμό της. Η απώλειά της ισοδυναμεί με ένα κομμάτι από τον εαυτό μου που έχασα για πάντα».

Αντριου Μπουζάλσκι / «Είμαι σοκαρισμένος και πολύ θλιμμένος. Την αγαπούσα πολύ. Οταν ήμουν 20 χρόνων στα αμερικανικά προάστια, ενσάρκωνε για μένα αυτό που ήταν η Ευρωπαία καλλιτέχνης. Οταν τη συνάντησα ήταν ακόμη πιο αποφασιστική, αστεία και γενναιόδωρη απ' όσο είχα φανταστεί. Το έργο της είναι ξεχωριστό και ελπίζω οι νέες γενιές να το ανακαλύψουν».

Μαρί Λοζιέ / Κάτω από το σκούρο δέρμα της, με το τσιγάρο στο στόμα, ήταν μια τρυφερή και αγνή φίλη, εύθραυστη, εμπνευστική σκηνοθέτης που πολεμούσε ενάντια σε όλα και ήταν περίεργη για τα πάντα. Ηταν αυτή που με έπεισε να μην εγκαταλείψω την πρώτη μου ταινία παρά τα προβλήματα χρηματοδότησης. "Μην περιμένεις τίποτα Μαρί, κάνε ταην ταινία σου αργά και μην αλλάξεις καθόλου αυτό που είσαι", μου είχε πει. Και ήταν εκεί, βγάζοντας τα παπούτσια της κάθε πέντε λεπτά. Περπατούσε με τις κάλτσες, ανάβοντας ένα τσιγάρο. Οταν την ρώτησα τι κάνει και μου απάντησε με μια βαθιά φωνή: "Εβγαλα τα παπούτσια μου!". Και γελούσε. Βρισκόταν πάντα στο όριο των πραγμάτων και αυτό ήταν που την έκανε τόσο όμορφη».

Chantal Akerman 607

Σιλβί Τεστίντ / «Μαζί της κατανόησα πώς μπορείς να είσαι ενήλικας και ταυτόχρονα να θες συνεχώς να μαθαίνεις χωρίς διακοπή. Ηταν πολύ νεανική, με τα μάτια της ανοιχτά συνεχώς. Δεν με έκανε να νιώσω ποτέ πως ήταν 20 χρόνια μεγαλύτερη από μένα. Μαζί της έμαθα πως δεν μπορείς να κάνεις τα πάντα στην κάμερα. Μου έμαθε να μπορώ να είμαι απλά παρών. Και αυτό είναι πολλές φορές αρκετό. Σε όλη της τη δουλειά, συμπεριλαμβανομένης και της διασκευής του Προυστ, ήταν όλα δουλεμένα από πριν. Μόνο όταν τα πράγματα είναι ακριβή, το τυχαίο αναδεικνύει την ομορφιά του. Τραβούσε τα πράγματα στα άκρα. Ηταν ερωτευμένη με τις ατέλειες. Ηταν μανιοκαταθλιπτική, άλλες φορές σοβαρά και άλλες όχι. Οταν ήταν σκοτάδι, ήταν μελαγχολική. Είχε την περιέργεια ενός εφήβου, έτοιμη να ξεκινήσει ανά πάσα στιγμή ένα ταξίδι ή να αναθεωρήσει τα πάντα. Νομίζω πως η Σαντάλ Ακερμάν δεν ορίζεται σαν μια πλήρη προσωπικότητα. Οι ενήλικοι δίνουν ρόλους: γιατρός, δικηγόρος, σκηνοθέτης. Ακόμη και το τελευταίο δεν το αναγνώριζε. Ηταν τόσο φωτεινή που όταν έφευγε από ένα δωμάτιο ένιωθες το κενό».

Νιλς Αρεστρουπ / «Επαιζα σε ένα θέατρο στις Βρυξέλλες, όταν ένα βράδυ, μια νεαρή γυναίκα με πλησιάσε και μου ζήτησε να παίξω στην ταινία της. Ηταν η Σαντάλ Ακερμάν. Δεν ξέρω. Δεν είχε χρήματα, ούτε σενάριο, αλλά τα μάτια της έβγαζαν σπίθες και η αποφασιστικότητά της ήταν τόσο έντονη. Ειπα στον εαυτό μου πως δεν έχω τίποτα να χάσω. Τη ρώτησα πότε είναι προγραμματισμένο το γύρισμα και μου είπε "αμέσως". Πήγαμε στον αυτοκινητόδρομο, όπου κάποιες νεαρές γυναίκες ήταν το συνεργείο. Κανείς δεν ήξερε πως να οδηγήσει ένα φορτηγό που έπρεπε και έτσι ακολούθησα τις οδηγίες και το έβαλα μπρος. Πήραμε τον αυτοκινητόδρομο Βρυξέλλες Παρίσι και ξεκίνησαμε το γύρισμα. Κράτησε μέχρι τις πέντε το πρωί, με πολύ μικρά διαλλείματα. Ηταν πολύ ευγενική μαζί μου και ως σκηνοθέτης και ως ο χαρακτήρας που υποδυόταν. Οδηγούσα, διάβαζα το ρόλο μου και κάπως έτσι φτάσαμε στο Παρίσι. Αυτή είναι η μόνη ταινία της Σαντάλ Ακερμάν που έχω δει. Και κρατάω την ανάμνηση για μια γυναίκα που ήξερε τι ήθελε και από την οποία μπορούσες να μάθεις.»

Κάθι Χαλμπράιχ / «Ο θάνατος της Σαντάλ είναι ένα σοκ. Την είχα προσεγγίσει το 1990, λίγο μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Με αφορμή το ολοκάθαρο ταλέντο της για το διαχωρισμό του προσωπικού και του πολιτικού, έμοιαζε με την ιδανική περίπτωση για να εκφράσει τις αλλαγές που έρχονταν στον κόσμο. Αλλά η Σαντάλ ενδιαφέρθηκε αμέσως για κάτι που δεν θα άλλαζε ποτέ: τον καθημερινό άνθρωπο, τις γυναίκες που υπέφεραν (ειδικά στη Μόσχα), το σκοτάδι. Συνέλαβε την πολύπλοκη ομορφιά αυτών των ανθρώπων και του περιβάλλοντός τους, σε στατικές και κινούμενες εικόνες. Δεν ανακάλυψε τον ηρωισμό τους, αλλά τη σημασία της ίδιας της ζωής.»

Δείτε εδώ ένα μικρό αφιέρωμα στην Σαντάλ Ακερμάν:


Διαβάστε ακόμη: