Το «Hannibal» του Μπράιαν Φούλερ συνεχίζει ακόμα εντονότερα από πέρσι να θυμίζει έναν παράξενο, πανέμορφο εφιάλτη που είχες και που κάποια στιγμή συνειδητοποίησες πως είναι κάτι που όντως το ζεις, και δεν μπορείς να το πιστέψεις. Είναι ένα πείραμα, μια επικίνδυνη, συναρπαστική ακροβασία πάνω στα όρια του ανεκτού και του mainstream, ένα μοναδικό αριστούργημα που κάθε φορά που το βλέπεις δεν μπορείς -ξανά- να πιστέψεις πως προβάλλεται στην ελεύθερη τηλεόραση.
Και γενικά στην τηλεόραση, αλλά πόσo μάλλον στην ελεύθερη.
Είναι μια σειρά που παίρνει γνώριμες δομές και τις εφαρμόζεις με παράδοξους τρόπους, προσφέροντας περιεχόμενο που δεν μας έχει δώσει ξανά κανείς. Είναι μια αστυνομική σειρά που ξοδεύει τον περισσότερο χρόνο της πάνω από εντυπωσιακά μαγειρεμένα πιάτα και μέσα σε ψυχρά δωμάτια όπου δύο άνθρωποι κοιτάζονται και μιλάνε ως μέρος της δράσης του εκάστοτε επεισοδίου. Και η αρρώστια! Η απίστευτη (και απίστευτα όμορφη) αρρώστια που κρύβεται πίσω από κάθε εικόνα, κάθε συναίσθημα, κάθε λέξη, προσφέροντας visuals και ιδέες που απλά δεν μπορείς να το χωνέψεις πως παίζονται κάθε βδομάδα σε ένα κανάλι που ζει από διαφημίσεις κι από σπόνσορες.
Πάρε την πρεμιέρα της 2ης σεζόν. (Κι εδώ αρχίζουν τα ελαφρά spoilers για όποιον δεν το έχει δει.) Εχεις έναν μανιακό σίριαλ κίλερ που συλλέγει ανθρώπους βάσει του δέρματος και του χρώματός τους και τους κολλάει μεταξύ τους σε ένα τεράστιο κέρινο, σάρκινο, πολυχρωματικό κολάζ. Ερμ, ΟΚ φίλε.
Στο μεταξύ, στον κόσμο των κανονικών ηρώων μας, ο πράκτορας που προσπαθεί να τους σώσει όλους είναι φυλακισμένος για μια σειρά φόνων που δεν διέπραξε (αλλά δεν θυμάται να μην διαπράττει επειδή τόσο πολύ του έχει διαλυθεί ο νοητικός κόσμος) την ώρα που ο ψυχοπαθής κανίβαλος που τον σμπαράλιασε και που είναι ο αληθινός μανιακός δολοφόνος, είναι ελεύθερος και βοηθάει το FBI σε υποθέσεις.
Α, και ο δολοφόνος αναφέρεται στον πράκτορα ως φίλο του.
Και το εννοεί.
Αυτό είναι υλικό για σειρά. Σειρά που δε μοιάζει με τίποτα που να έχουμε ξαναδεί, σε επίπεδο οπτικό αλλά και περιεχομένου.
Ωστόσο, η πρώτη αγαπημένη στιγμή της 2ης σεζόν έρχεται κατευθείαν με το άνοιγμα, πριν καν πέσουν οι τίτλοι αρχής. Η σεζόν ξεκινάει με τον Τζακ Κρόφορντ σε μια μάχη μέχρι θανάτου (;) με τον Χάνιμπαλ Λέκτερ, μια εκπληκτική σεκάνς δράσης ανάμεσα σε δύο άντρες που λίγο λόγω physique και λίγο λόγω επιβλητικής παρουσίας και ερμηνευτικού διαμετρήματος, τους νιώθεις ακόμα πιο τεράστιους. Είναι λες και κοιτάς δύο τεράστιους όγκους να γεμίζουν απόλυτα τον χώρο και να παλεύουν για κυριαρχία. Δεν είναι απλά μια μάχη σώμα με σώμα, είναι πάλη για κυριαρχία.
Και ύστερα γυρνάμε στο παρελθόν, εκεί όπου μας άφησε ο πρώτος κύκλος.
[Διάβασε επίσης: Γιατί το «Hannibal» βρέθηκε στο #4 του τηλεοπτικού τοπ-10 του Flix το 2013.]
Η αλήθεια είναι πως το φινάλε του πρώτου κύκλου μου έδωσε τη μοναδική αφορμή για γκρίνια από όλη τη σειρά ως τότε. Διότι έδινε χώρο για μια παράκαμψη διαρκείας, για τον Γουίλ Γκράχαμ στη φυλακή για όσο θέλει η σειρά να το τραβήξει, και γενικά έχω σχετικά μικρή υπομονή για τέτοιου είδους arcs, που ειδικά στην τηλεόραση μπορούν να ξεχειλωθούν επικίνδυνα, για όσο οι σεναριογράφοι το έχουν ανάγκη.
Οπότε μου έδωσε ένα έξτρα επίπεδο χαράς το να δω πως με το καλημέρα, η σειρά στον 2ο κύκλο της έσβηνε αυτή ακριβώς την αμφιβολία. Σα να σου λέει πως: «Ναι, ξέρουμε πως όλη η σειρά είναι ένα πρίκουελ, όλοι ξέρουν πώς θα καταλήξει, και μην ανησυχείς, δε στηριζόμαστε σε αυτό για να δημιουργήσουμε αγωνία και σασπένς. Να, ορίστε, δες τον Τζακ Κρώφορντ να επιτίθεται στον Χάνιμπαλ. Μην ανησυχείς, ο Χάνιμπαλ δε θα συνεχίσει να τους δουλεύει όλους για πολύ καιρό ακόμα. Δεν θα γίνουμε “Dexter”. Ο Τζακ σύντομα θα ξέρει την αλήθεια που ξέρεις κι εσύ. Αλλά αυτή δεν είναι η ουσία της σειράς. Θες να ξέρεις ποια είναι η ουσία της σειράς; Πάμε μερικούς μήνες πριν για να το δούμε.»
(Ναι, όλα αυτά μου λέει η σειρά. Εχουμε πολύ κοντινή σχέση.)
(Επίσης τα λέει -αυτά και άλλα πολύ ενδιαφέροντα- ο ίδιος ο Φούλερ, για όποιον έχει όρεξη.)
Κι αφού ξεκινάμε με την πιο δυνατή σκηνή δράσης που μας έχει δώσει η σειρά ως σήμερα (και μας τη χαρίζει ως απλό ορεκτικό), επιστρέφουμε στην κατάσταση που μας είχε αφήσει πέρσι, και στην οποία μοιάζει να αφοσιώνεται με όλους τους σωστούς τρόπους. Διότι ναι, φυσικά και ξέρουμε πως δε θα αργήσει να λυθεί η ‘παρεξήγηση’ (το ξέραμε και πριν, μας το είπε και η σειρά με το καλημέρα), όμως το νέο αυτό σκηνικό είναι αφορμή για να δοκιμαστούν κάποιες σχέσεις με ενδιαφέρουσα προσέγγιση.
Πάρε ας πούμε την υπόγεια σκληρή σκηνή όπου η Μπέβερλι επισκέπτεται τον Γουίλ στο κελί του. Εκείνος αρχικά αναρωτιέται γιατί είναι εκεί, ίσως φιλικά; Ισως για να του μιλήσει, να δει τι σκέφτεται; Να ρίξει μια γέφυρα προς το μέρος του; Τότε εκείνη βγάζει το φάκελο του εγκλήματος στο τραπέζι και ο Γουίλ έχει μια στιγμή σκληρής συνειδητοποίησης που περνάει σαν καυτό αεράκι από το πρόσωπο του Χιου Ντάνσι. Χωρίς άλλη λέξη ή έκφραση, τα χαρακτηριστικά του σκληραίνουν αδιόρατα, και αφοσιώνεται σε αυτό που πρέπει να κάνει.
(Και το κάνει, ιδιοφυώς. Φυσικά.)
Πριν τη Μπέβερλι τον επισκέφθηκαν κι άλλοι βέβαια, και μέρος της γοητείας αυτής της πρεμιέρας είναι το να βλέπεις πώς θα δικαιολογηθεί κάθε νέα επαφή του κρατούμενου Γκράχαμ με το υπόλοιπο καστ. Η Αλάνα τον πιστεύει (αλλά εκείνος τη βλέπει σαν σκιά, σε μια από τις πιο εντυπωσιακές σκηνές του επεισοδίου), ο Τζακ τον πιστεύει αλλά ακόμα δεν το ξέρει, η Μπέβερλι πιστεύει στις ικανότητές του. Ολοι θέλουν κάποια σύνδεση μαζί του, με το μυστήριο του συναρπαστικού εγκεφάλου του, όμως τόσο ο ίδιος όσο κι εμείς ως κοινό, περιμένουμε τη μία εκείνη επίσκεψη που κρύβει μέσα της την πεμπτουσία της σειράς: Του ίδιου του Χάνιμπαλ.
Ο Χάνιμπαλ τα έχει βεβαίως αναλύσει αυτά με τη δική του γιατρό προηγουμένως: Η δρ. ΝτιΜωριέ αναρωτιέται, πόσο καιρό θα πάρει στους υπόλοιπους πριν διακρίνουν τι βρίσκεται πίσω από τις εμμονές του Χάνιμπαλ, πριν ακολουθήσουν τη λόγική διαδρομή των patterns της συμπεριφοράς του, τα οποία έχουν ήδη αρχίσει να αναγνωρίζουν; Ξέρουμε τι θα συμβεί φυσικά όταν γίνουν όλα αυτά, αλλά είπαμε, το «Hannibal» είναι ξεχωριστό επειδή σημασία δεν έχει ούτε η Ιθάκη, ούτε το ταξίδι του Οδυσσέα, αλλά μόνο αυτά που έχει μες στο κεφάλι του.
Ετσι, ο Χάνιμπαλ συνεχίζει στη διαδρομή του. Χώνεται όλο και πιο βαθιά στον αντιπερισπασμό που έχει δημιουργήσει, μπαίνει όλο και περισσότερο στο ρόλο του Γουίλ Γκράχαμ, κι ας ξέρει (όπως κι η ΝτιΜωριέ) πως θα τον καταστρέψει. Ναι, το FBI έχει όντως αφήσει το λύκο μες στο κοτέτσι όπως λέει ο Γουίλ στον Τζακ, όμως αφού ο λύκος φάει μερικές κότες τι γίνεται; Τους παίρνει όλους χαμπάρι το αφεντικό και τουφεκίζει το λύκο μέχρι να γίνει γραβιέρα. Ο Χάνιμπαλ γνωρίζει πως αυτό το μονοπάτι που έχει επιλέξει δεν είναι για εκείνον βιώσιμο, όσο καλά το γνωρίζουμε κι εμείς. Ομως συνεχίζει. Χάνεται όλο και πιο βαθιά στο δάσος που τον οδηγεί. Γιατί; Γιατί ο Γουίλ είναι φίλος του.
Είναι φίλος του επειδή τον συναρπάζει η προσωπικότητά του, επειδή εμφανίζει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που ο ίδιος (παρότι προερχόμενος από τα ίδια συστατικά ως προσωπικότητα), αδυνατεί να ελέγξει. Ο Χάνιμπαλ κοιτάζει τον Γκράχαμ με ένα συνδυασμό δέους και επιστημονικού ενδιαφέροντος, κι αυτό είναι στη δική του αντίληψη πράγματι ό,τι πιο κοντά έχει σε φίλο.
Αυτό είναι τελικά που κάνει το «Hannibal» τόσο ανατρεπτικό και ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή, πέρα από το πόσο βαθιά βουτάει στην εξερεύνηση των χαρακτήρων του, πόσο ακραίο και θαρραλέο είναι, πόσο αδιανόητης ομορφιάς είναι οι εικόνες που φέρνει στην οθόνη μας. Το ότι δηλαδή μας παρουσιάζει την ιστορία ενός παρεξηγημένου ήρωα που προσπαθεί να σώσει τον εαυτό του, καδραρισμένης σαν την τραγική ιστορία ενός απατεώνα αντι-ήρωα που χάνεται όλο και πιο βαθιά σε μια χωρίς επιστροφή πτώση, στο λάκκο του σκοτεινού ψυχισμού του.
Καθώς ο Γουίλ άρχισε να ανακτά (πάντα συνοδεία των πιο ενοχλητικών, απίστευτων εικόνων) τις αναμνήσεις όσων του έκανε ο Δρ. Λέκτερ, έρχεται η συνειδητοποίηση. Πως αν η προηγούμενη σεζόν ανέλυε το πώς ο Λέκτερ μπήκε τόσο βαθιά μες στο μυαλό του Γουίλ ώστε να τον κάνει να τρελαθεί, ετούτη θα πρέπει φυσιολογικά να εστιάσει στο τι θα κάνει ο Λέκτερ αφότου βρέθηκε εκεί. Το ταξίδι προς την έξοδο δε θα του είναι καθόλου ευχάριστο.
Tags: Hannibal