Industry

Εχουμε Υπερ-Υπουργό Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων

of 10

Με τον Πολιτισμό στριμωγμένο ξανά μετά από καιρό ανάμεσα στην Παιδεία και τα Θρησκεύματα, στη θέση του Υπερ-Υπουργού βρίσκεται ήδη ο Αριστείδης Μπαλτάς, με αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού τον δημοσιογράφο Νίκο Ξυδάκη.

Εχουμε Υπερ-Υπουργό Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων

Ο Αριστείδης Μπαλτάς είναι ο νέος Υπουργός Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων στο νέο υπερυπουργείο που ήδη έχει προκαλέσει αντιδράσεις, κυρίως για το γεγονός της συγχώνευσης του Πολιτισμού μαζί με το Παιδείας και Θρησκευμάτων - όχι ότι στην προηγούμενη κυβέρνηση τα πράγματα ήταν καλύτερα με το Υπουργείο Πολιτισμού, Τουρισμού και Αθλητισμού.

Ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ο Αριστείδης Μπαλτάς είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς» και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ υπήρξε ανάμεσα σε εκείνους που υπέγραψαν την ιδρυτική διακήρυξη δημιουργίας του κόμματος. Γεννήθηκε το 1943 στην Κέρκυρα και αφού σπούδασε μηχανολόγος ηλεκτρολόγος στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, έκανε μεταπτυχιακό και διδακτορικό στη Θεωρητική Φυσική, στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Ανακηρύχθηκε λέκτορας στον Τομέα Φυσικής του ΕΜΠ το 1982, επίκουρος καθηγητής φιλοσοφίας και μεθοδολογίας της φυσικής στο ίδιο Τμήμα δύο χρόνια αργότερα, το 1992 αναπληρωτής καθηγητής και το 2002 καθηγητής φιλοσοφίας των επιστημών. Στο πλαίσιο των ερευνητικών ενδιαφερόντων του ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την επιστημολογία του Λουί Αλτουσέρ, καθώς και με την αγγλοσαξονική φιλοσοφία της επιστήμης, ενώ ενδιαφέρθηκε επίσης για τη φιλοσοφία της επιστήμης στο πλαίσιο μιας γενικότερης φιλοσοφικής θεώρησης του κόσμου και της γνώσης.

Αριστείδης Μπαλτάς 607

Ο Αριστείδης Μπαλτάς εχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής για το βιβλίο του «Αντικείμενα και όψεις εαυτού», ενώ το 2010 του απονεμήθηκε το Βραβείο Εξαίρετης Πανεπιστημιακής Διδασκαλίας στη μνήμη των Βασίλη Ξανθόπουλου-Στέφανου Πνευματικού.

Νίκος Ξυδάκης 607

Τα πραγματικά ευχάριστα νέα έχουν να κάνουν με τον άνθρωπο που θα αναλάβει τον τομέα του Πολιτισμού στο νέο Υπερ-Υπουργείο.

Αυτός δεν είναι αλλος από το Νίκο Ξυδάκη, το δημοσιογράφο και αρχισυντάκτη της Καθημερινής που θα ορκιστεί αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού, μια από τις τουλάχιστον πρωταρχικά (διότι όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος) καλύτερες επιλογές που έχουν γίνει τουλάχιστον στην πρόσφατη ιστορία των ελληνικών κυβερνήσεων.

Το βιογραφικό που ακολουθεί είναι από το προσωπικό blog του:

Γεννήθηκα το 1958 στον Πειραιά. Κατάγομαι από τη Μύκονο. Ολοκλήρωσα τις εγκύκλιες σπουδές στον Πειραιά και την Ερμούπολη Σύρου. Σπούδασα γραφικές τέχνες (ΤΕΙ Αθήνας, 1976-77), χωρίς να ολοκληρώσω. Πήρα πτυχίο από την Οδοντιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1984). Έκανα μεταπτυχιακές σπουδές ιστορίας τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1999-2004).

Στη δεκαετία του ’80 εργάστηκα ως επιμελητής εκδόσεων. Από το 1987 εργάζομαι ως δημοσιογράφος. Έχω συνεργαστεί με πολλά περιοδικά κι εφημερίδες, ως συντάκτης, κριτικός βιβλίου και εικαστικών, σύμβουλος έκδοσης, αρχισυντάκτης και εκδότης. Ενδεικτικά: Βαβέλ, Σύγχρονα Θέματα, Πολίτης, Οδός Πανός, Εκ Παραδρομής, Χάος, Γυναίκα, Ταχυδρόμος, Elle, Madame Figaro, Αθηνόραμα, Πρώτη, 01, ρ/σ 902, Seven-X TV, εφημ. Πολίτης (Λευκωσία), Δίφωνο, Φωτογράφος, Εντευκτήριο.

Συμμετείχα στην ιδρυτική ομάδα του περιοδικού «Σύμπτωμα» της Ομάδας Φοιτητών Οδοντιατρικής (1979-1982). Συμμετείχα στην εκδοτική ομάδα και διηύθυνα την εφημερίδα «Η Μυκονιάτικη» (1988-2001). Συμμετείχα ως αρθρογράφος στην ιδρυτική ομάδα της εφημερίδας «Εποχή» (1988-1992).

Από το 1992 εργάζομαι στην εφημερίδα «Καθημερινή». Το 1999 ανέλαβα προϊστάμενος πολιτιστικών της κυριακάτικης έκδοσης και από τον Δεκέμβριο του 2003 αρχισυντάκτης της εφημερίδας.Δοκίμια και πεζογραφήματά μου έχουν δημοσιευθεί σε πολλά βιβλία, πρακτικά συνεδρίων, καταλόγους εκθέσεων. Έχω επιμεληθεί τις ομαδικές εκθέσεις: “All Fashioned: Ζωγραφική στην Ελλάδα, σήμερα” (2002, Λάρισα, Θεσσαλονίκη) και “Αναφορά στον Γύζη” (2004, Τήνος).

Έχω τιμηθεί από το Ίδρυμα Μπότση με το Βραβείο της Βουλής των Ελλήνων ως Πολιτικός Αρθρογράφος της Χρονιάς (2009). Είμαι μέλος της ΕΣΗΕΑ. Είμαι μέλος της AICA-Hellas (Εταιρεία Ελλήνων Τεχνοκριτών): το 2002-2005, Γενικός Γραμματέας του Δ.Σ. της Εταιρείας, το 2007-2009 μέλος του Δ.Σ.

Ζω στην Αθήνα, με τη σύζυγό μου, Σίσσυ Αλμπανοπούλου, και τους δύο μας γιους.​

Το 1998 ήμουν υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στη Μύκονο με τη Μυκονιάτικη Κίνηση Πολιτών.

Το 2000 ήμουν υποψήφιος βουλευτής Κυκλάδων συνεργαζόμενος με το ψηφοδέλτιο του Συνασπισμού της Αριστεράς.

Το 2014 ήμουν υποψήφιος ευρωβουλετής με το ΣΥΡΙΖΑ.

Σε άρθρο του 2007 στην Καθημερινή, ο Νίκος Ξυδάκης έγραφε τα εξής; «Αντιθέτως με τον πολιτισμό, στο περιβάλλον επιβάλλεται να υπάρχει κεντρική μέριμνα, παρέμβαση και σχεδιασμός από το δημοκρατικό κράτος. Οπως ακριβώς και τα μνημεία της πολιτιστικής κληρονομιάς, το περιβάλλον, φυσικό και ανθρωπογενές, είναι εθνικός πόρος, εν πολλοίς μοναδικός και αναντικατάστατος. Αρα επιβάλλεται ο σχεδιασμός και η δράση σε εθνικό επίπεδο, συνδεδεμένα μάλιστα με τους ανάλογους οργανισμούς σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.»

Οσο για τον τομέα του κινηματογράφου που παραμένει από τους πιο ζωντανούς και καίριους της εποχής μας - σινεφίλ και ο ίδιος ο Νίκος Ξυδάκης - όποιος τον γνωρίζει από τα κειμενά του μέσα στα χρόνια - ελπίζουμε πως θα ανταποκριθεί στο κάλεσμα των τελευταίων χρόνων, στην ισότιμη φροντίδα για τον αρχαίο αλλά και το σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, στην επιβολή της διαφάνειας στους οργανισμούς που αφορούν την ελληνική κινηματογραφική παραγωγή (βλ. το πολύπαθο από τους δύο προηγούμενους Υπουργούς Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου) και φυσικά στην ολοκληρωμένη υποστήριξη του ελληνικού σινεμά που διαπρέπει διεθνώς. Με πρωταρχικό του μέλημα την τήρηση όλων όσων έχει υποσχεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά και άμεση προτεραιότητα την επιτέλους εφαρμογή της απόδοσης του 1.5% των εσόδων των τηλεοπτικών καναλιών για την κινηματογραφική παραγωγή, νόμος που ακόμη μια κυβέρνηση στη σύγχρονη ελληνική ιστορία παραλαμβάνει... ανεφάρμοστο.

Διαβάστε ακόμη: Η επόμενη μέρα και για τον κινηματογράφο στην Ελλάδα

Νίκος Ξυδάκης 607

Διαβάστε εδώ ολόκληρο το ενδεικτικό για τις προθέσεις και τη φιλοσοφία του Νίκου Ξυδάκη άρθρο με τίτλο «Πολιτισμός χωρίς υπουργείο»:

Λιγότερο κράτος, περισσότερη αγορά. Είναι μια από τις επικρατούσες δόξες της εποχής, τουλάχιστον η πιο φωνακλάδικη. Είμαι πάντα επιφυλακτικός έναντι των γενικεύσεων και δεν έχω πεισθεί ότι το κράτος, το δημοκρατικό κράτος των χωρών της Δύσεως, έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό του ρόλο δίνοντας τη θέση του στην κυριαρχία των συνήθως «νευρικών» και όχι πάντα ορθολογικών αγορών.

Η αλήθεια βρίσκεται στο μέσον: σε μερικά πεδία του δημόσιου βίου η υποχώρηση του κράτους μπορεί να αποβεί ευεργετική, σε άλλα πεδία η ενεργός παρουσία του επιβάλλεται. Ας δούμε δύο συγκεκριμένα παραδείγματα: τον πολιτισμό και το περιβάλλον.

Για τον πολιτισμό λειτουργεί σχετικό υπουργείο, από τις απαρχές της Γ' Ελληνικής Δημοκρατίας. Πεδίο ευθύνης του είναι η διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς και η ρύθμιση της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας· διαχείριση παρελθόντος και διαχείριση παρόντος. Η γραφειοκρατία του υπουργείου είναι αδύναμη, ο προϋπολογισμός του γλίσχρος, οι υπουργοί που περνούν από την ηγεσία του ανυπομονούν να μετακομίσουν για αλλού, σε υπουργείο «παραγωγικό». Ο μόνος μηχανισμός που λειτουργεί ικανοποιητικά είναι η αρχαιολογική υπηρεσία - που τυχαίνει να στελεχώνεται από τον παλαιότερο επιστημονικό κλάδο του κράτους.

Στη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία το υπουργείο ούτε ρυθμίζει ούτε ενισχύει ούτε παίρνει πρωτοβουλίες. Απλώς παρακολουθεί. Και μοιράζει επιχορηγήσεις εδώ κι εκεί, χωρίς κανένα σχέδιο, χωρίς στρατηγική, κατά τις ορέξεις και την εντοπιότητα του υπουργού, των συμβούλων και των μανδαρίνων. Τα εκτός τακτικού προϋπολογισμού κονδύλια από τον ΟΠΑΠ διοχετεύονται με αυτό τον τρόπο.

Είναι φανερό ότι αυτό το συσσίτιο, άνευ στρατηγικής, δεν είναι πολιτική πολιτισμού. Δεν θα μπορούσε να είναι, ακόμη κι αν οι υπουργοί δεν ήσαν τόσο αδιάφοροι ή άσχετοι, κι αν οι γραφειοκράτες ήσαν όλοι κορυφαίοι διανοούμενοι μάνατζερ. Οχι. Διότι ο πολιτισμός, όπως παράγεται σήμερα, δεν μπορεί να υπακούσει σε κεντρικό σχεδιασμό και σε κουτοπόνηρα συσσίτια. Ο πολιτισμός σήμερα παράγεται σε απρόσμενα πεδία, εκτός των τυπικών κατηγοριών και ορίων. Δεν περιορίζεται στα μουσεία, τα θέατρα και τις ακαδημίες. Παράγεται, ορμητικός και πολλαπλάσιος, πανίσχυρος, στη βιομηχανία ταινιών και τηλεοπτικού προγράμματος, στη βιομηχανία των video games, στο Διαδίκτυο, στα μήντια. Αυτά δεν μπορεί να τα ρυθμίσει κανένα υπουργείο, πόσω μάλλον να τα επηρεάσει ή να τα σχεδιάσει.

Ας αποσυρθεί λοιπόν το κράτος από αυτό τον γελοίο ρόλο του σχεδιαστή των ασχεδίαστων. Ας καταργηθεί το υπουργείο Πολιτισμού υπό την παρούσα μορφή του, κι ας μετασχηματισθεί σε ό,τι πράγματι χρειάζεται: Αφενός, σε έναν ισχυρό και ευέλικτο οργανισμό με σκοπό την προστασία και αξιοποίηση της κληρονομιάς, των μνημείων και των μουσείων - ακολουθούμε την ευρωπαϊκή ηπειρωτική παράδοση. Αφετέρου, σε ό,τι αφορά τη σύγχρονη δημιουργία, ας ακολουθήσουμε το αγγλοσαξονικό μοντέλο: ένα συμβούλιο τεχνών, με μέλη διοριζόμενα από τη Βουλή, με σταθερή θητεία, με ανεξάρτητο προϋπολογισμό - κατά το βρετανικό Arts Council. Αυτό το συμβούλιο δεν θα φιλοδοξεί να δεσπόζει επί του πολιτισμού, αλλά να σπεύδει αρωγός και υποστηρικτής των καλλιτεχνών παραγωγών σε όλες τους τις εκφάνσεις.

Η ιδέα περί Συμβουλίου Τεχνών (χωρίς κατάργηση του υπουργείου, βεβαίως) είχε πρωτακουστεί δειλά επί υπουργίας Μικρούτσικου, όταν είχαν επιχειρηθεί και κάποιες μεταρρυθμίσεις. Εκτοτε ο κρατισμός θέριεψε, χωρίς καμιά όρεξη να προσαρμοστεί στο ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον.

Αντιθέτως με τον πολιτισμό, στο περιβάλλον επιβάλλεται να υπάρχει κεντρική μέριμνα, παρέμβαση και σχεδιασμός από το δημοκρατικό κράτος. Οπως ακριβώς και τα μνημεία της πολιτιστικής κληρονομιάς, το περιβάλλον, φυσικό και ανθρωπογενές, είναι εθνικός πόρος, εν πολλοίς μοναδικός και αναντικατάστατος. Αρα επιβάλλεται ο σχεδιασμός και η δράση σε εθνικό επίπεδο, συνδεδεμένα μάλιστα με τους ανάλογους οργανισμούς σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Το υπουργείο Περιβάλλοντος δεν εξαντλείται σε μια τεχνική διαχείριση, λ.χ., των προβλημάτων ρύπανσης. Σκοπός του είναι η βιώσιμη ανάπτυξη, η ποιότητα ζωής, η προάσπιση των εθνικών πόρων διαχρονικά. Ρόλος του δεν είναι να συγκροτήσει άλλη μια δυσκίνητη γραφειοκρατία, αλλά ευέλικτα όργανα που θα ρυθμίζουν και θα διαφωτίζουν διαρκώς - κι αν υπάρχει ανάγκη θα παρεμβαίνουν διορθωτικά ή και κατασταλτικά.

Το δημοκρατικό κράτος προσαρμόζεται και μετασχηματίζεται· ακολουθεί την κοινωνία, τη διευκολύνει, την αφουγκράζεται. Δεν φοβάται να μετασχηματίσει έναν αδρανή οργανισμό ή να καταργήσει έναν ξεπερασμένο, δεν διστάζει να δημιουργήσει έναν νέο για να καλύψει αναδυόμενες ανάγκες, για να υπακούσει στις νέες ευαισθησίες της κοινωνίας των πολιτών. Οφείλει να το κάνει.

Η αγορά παράγει προϊόντα πολιτισμού· το κράτος ρυθμίζει και παρεμβαίνει, διδάσκει ενισχύοντας βιβλιοθήκες, μουσεία, αρχεία.

Η αγορά όμως δεν παράγει περιβάλλον ούτε το προστατεύει. Σε αυτή την περίπτωση, η κρατική παρέμβαση είναι η μόνη οδός, η μόνη μεταρρύθμιση.


Διαβάστε ακόμη: Η επόμενη μέρα και για τον κινηματογράφο στην Ελλάδα