
Η Χλόη μία αυθάδης, ατίθαση 20χρονη που ασφυκτιά στο καταπιεστικό, δυσλειτουργικό πατρικό της, επιλέγει να το σκάσει παρά να δουλέψει για «580 ευρώ» στο πόστο που της βρήκε ο μπάτσος αδελφός της. Τυχοδιωκτικά, αυθόρμητα, χωρίς καν αποσκευές, ξεκινά ένα ταξίδι δρόμου με προορισμό τον Έβρο και το σπίτι της μεγάλης της αδελφής. Μία οτοστόπ περιπέτεια όμως, μπορεί να είναι περισσότερο επικίνδυνη παρά ρομαντική: σε μία βίαιη -παραλίγο τραυματική- πρώτη εμπειρία διασώζεται από μια παρέα νεαρών. Της συστήνονται ως μέλη μπάντας και περιπλανόμενοι ακτιβιστές κι αρχικά τη φιλοξενούν. Σταδιακά όμως, την αποδέχονται, την υιοθετούν.
Ταξιδεύοντας με ένα τροχόσπιτο χωρίς πραγματικό προορισμό, ζουν ως ελεύθεροι νομάδες, με δικούς τους κώδικες και κανόνες. Αλλωστε ποιος είπε ότι το νόμιμο είναι και ηθικό; Τις μέρες επισκέπτονται καταυλισμούς και βοηθούν ανθρώπους που η κρίση τους πέταξε στις παρυφές της κοινωνίας. Τις νύχτες, δρουν παραβατικά ως μοντέρνοι Ρομπέν των Δασών που θέλουν να πάρουν πίσω από τους τοκογλύφους και να τα επιστρέψουν στους αδύναμους - όλα όσα πολύτιμα αναγκάστηκαν κάποτε να ξεπουλήσουν για να επιβιώσουν.
Το 75ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου διεξάγεται φέτος από τις 13 μέχρι και τις 23 Φεβρουαρίου. Το Flix θα βρίσκεται εκεί για να σας μεταφέρει, ζωντανά, όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες μέσα από το ειδικό τμήμα του που ανανεώνεται συνεχώς.
Πώς είναι να ζεις παράτολμα - χωρίς συμβιβασμό ή φόβο; Να μην ανήκεις πουθενά, παρά μόνο στον εαυτό σου; Να έχεις για οικογένεια σου τους ανθρώπους που επέλεξες; Αυτό το τροχόσπιτο τρέχει με σπασμένα τα φρένα σε μία πορεία προς έναν ορίζοντα ουτοπικό. Με βενζίνη την ανεκτίμητη προσωπική ελευθερία, ή την πλάνη της. Η αθωότητα γράφει πεισμωμένα χιλιόμετρα αρνούμενη να καταλήξει στην ενηλικίωση.
Οι νέοι αυτής της παρέας μοιάζουν με κάτι που είδες κάποτε σ’ ένα όνειρο. Θα μπορούσαν να είναι φαντάσματα σε έναν κόσμο που δεν τα βλέπει, που δεν τα λογαριάζει. Σαν φιγούρες χαμένες στο χώρο και το χρόνο, κινούνται ανάμεσα στα τοπία της ελληνικής υπαίθρου, γελώντας, τρέχοντας, χορεύοντας. Ερωτεύονται και χάνονται, όπως η άμμος γλιστρά μέσα από τα δάχτυλα. Ζουν χωρίς ρίζες, χωρίς προορισμό, σαν να προσπαθούν να ξεγελάσουν τον χρόνο – σαν να αρνούνται να μεγαλώσουν. Σαν τα χαμένα παιδιά στον «Πιτερ Παν», που αποτελεί μια από τις πιο βασικές αναφορές στο αισθητικό και νοητικό σύμπαν της ταινίας.
Έξι χρόνια μετά το Χρυσό Φοίνικα με την «Απόσταση Ανάμεσα στον Ουρανό κι Εμάς», ο Βασίλης Κεκάτος κάνει το πολυαναμενόμενο σκηνοθετικό του ντεμπούτο στην μεγάλου μήκους με μία ταινία απόλυτα πιστή στο προσωπικό του σύμπαν. Μία ιστορία νιότης και επανάστασης - μεγαλόπνοη στις ιδέες της και οικεία στα ψυθιριστά της συναισθήματα. Λυρική κι όνειρική στην αισθητική της, βαπτισμένη όμως στην μελαγχολία ενός σύγχρονου κοινωνικού ρεαλισμού. Θλιβερή στις διαπιστώσεις της για τον κόσμο μας, αλλά απέθαντα ρομαντική στον πώς τον κοιτά και πιστεύει ότι μπορεί να τον αλλάξει. Ή θα το προσπαθεί μέχρι να αδειάσει το ντεπόζιτο.
Έχοντας ως δεξί του χέρι τον μόνιμο συνεργάτη του στη διεύθυνση φωτογραφίας Γιώργο Βαλσαμή, ο Κεκάτος κινηματογραφεί αέρινα, αιθέρια, πουπουλένια - δίνοντας όγκους σε αυτή την αιώρηση στο φαντασιακό, στο παραμυθένιο. Η κάμερα κινείται υγρά, κυκλώνει τους ήρωες, βουτά μαζί τους στο νερό, στο σεξ, στην περιπέτεια. Ο Βαλσαμής παίζει με το φως του ελληνικού καλοκαιριού, τις μελαγχολικές συννεφιές, τις σκιές των ψηλών δέντρων, το γκλίτερ στα μάτια των κοριτσιών, τις λαδιές της θάλασσας.
Η γλυκιά συμμορία αποτελείται από νέα και παλιότερα μέλη της επιλεγμένης οικογένειας του Κεκάτου. Μία ομάδα ηθοποιών που αρκετοί τον είχαν ακολουθήσει και στη μικρή οθόνη («Milky Way») κι εδώ μπαίνουν με πλήρη εμπιστοσύνη στο τροχόσπιτό του για τη μεγάλη περιπέτεια. Η μεταξύ τους χημεία καλοδουλεμένη και νατουραλιστική, η φρεσκάδα όλων ακοπιάριστη. Η Δάφνη Πατακιά («Benedetta», «Arcadia», «Djam», «Nimic») αποδεικνύει για ακόμα μία φορά ότι δεν τρομάζει μπροστά σε κανένα ρίσκο, βουτά με το κεφάλι στο ρόλο της Χλόης, δεν την ενδιαφέρει αν πατώνει και στις πιο απαιτητικές στιγμές της, εμπιστεύεται τον τσαμπουκά της, εμπιστεύεται και τον σκηνοθέτη της - κι ο φακός του την ερωτεύεται. Δίπλα της όμως, να την κρατά στιβαρά, είναι ο Νικολάκης Ζεγκίνογλου, σε μία ακόμη αβίαστη, ημιάγρια, ριζωμένη τόσο στο καθαρό ένστικτο, αλλά και τις σωστές ισορροπίες ερμηνεία. Εξαιρετική στις κλεμμένες της στιγμές η Εύα Σαμιώτη (με μια γλύκα που σου φέρνει ένα μικρό γυαλάκι στο μάτι), αποκάλυψη, στην πρώτη της επαφή με το σινεμά, η μουσικός Πόπη Σεμερλίογλου - τόσο άμεση, τόσο γήινη, τόσο φυσική που απαιτεί επιτακτικά την προσοχή σου.
Όλοι κι όλα περιστρέφονται στο μαγικό καρουσέλ του Κεκάτου, τα όρια της πραγματικότητας θολώνουν και οι βεβαιότητες υποχωρούν. Που σταματά η φαντασίωση, που ξεκινά η πραγματικότητα; Για πόσο μπορεί να τρέχει ακόμα αυτό το τροχόσπιτο;
Μην περιμένετε απαντήσεις. Η ταινία μοιάζει να μην ενδιαφέρεται για χάρτη και συντεταγμένες. Οι εικόνες, τα συναισθήματα, οι στιγμές κρατούν το τιμόνι. Οπως και οι ήρωες της βγάζουν τη γλώσσα στους κανόνες των ενηλίκων, έτσι και η ιστορία τους μοιάζει να μη θέλει να συμβιβαστεί στις οδηγίες ενός προσυμφωνημένου σεναριακού GPS. Αυτό, μπορεί να λειτουργήσει απελευθερωτικά - σαν το παράθυρο που κατεβάζεις στο αυτοκίνητο που τρέχει, κι αφήνεις τον άνεμο να ξυπνήσει το πρόσωπο σου. Άλλοι θεατές όμως, ίσως λίγο μεγαλύτεροι, χρειάζονται στάσεις, σαφή προορισμό, λιγότερη αυθάδικη αναρχία.
Οπως και η Χλόη, που θα πάρει τον χρόνο της μέχρι να βρει την ταυτότητα της και τη θέση της ανάμεσα σε αυτή την νέα της οικογένεια, έτσι κι ο θεατής καλείται να αποδεχθεί αυτή την φιλμική γλώσσα και να αφεθεί χωρίς ενδοιασμούς στον ρυθμό αυτής της κινηματογραφικής διαδρομής προκειμένου να την απολαύσει.
Αλλωστε, όταν σκέφτεσαι τις άγριες μέρες σου θυμάσαι μόνο αντανακλάσεις, πασπαλισμένες από νιότη και ομορφιά. Κι αν είσαι πεισμωμένα ρομαντικός και έχεις ακόμα λεωφόρους που τρέχουν μέσα σου, αναγνωρίζεις και βουρκώνεις με την πρόταση της ταινίας: τρυφερότητα, αλληλεγγύη, αγάπη. Η μεγαλύτερη επανάσταση όλων.
Το 75ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου διεξάγεται φέτος από τις 13 μέχρι και τις 23 Φεβρουαρίου. Το Flix θα βρίσκεται εκεί για να σας μεταφέρει, ζωντανά, όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες μέσα από το ειδικό τμήμα του που ανανεώνεται συνεχώς.