Εικοσιέξι άντρες επιλέγονται για να συμμετάσχουν σε ένα ψυχολογικό πείραμα που θα διαρκέσει 2 εβδομάδες και θα αναπαραστήσει τις συνθήκες κράτησης σε μια φυλακή. Κάποιοι αναλαμβάνουν το ρόλο του δεσμοφύλακα και άλλοι το ρόλο του φυλακισμένου. Οι συμμετέχοντες όμως παίρνουν στα σοβαρά το ρόλο τους και η κατάσταση σύντομα θα ξεφύγει εκτός ελέγχου.
Βλέποντας τους τίτλους της αρχής της ταινίας του Πολ Σέριγκ, έχεις ήδη αντιληφθεί ποιο είναι το, όχι ακριβώς καινούριο ή σοκαριστικό, μήνυμα που θέλει διακαώς να μεταφέρει στον θεατή με όσα θα λάβουν χώρα (απόλυτα προβλέψιμα) την επόμενη μιάμιση ώρα.
Ενώ τα ονόματα των συντελεστών του φιλμ παρελαύνουν στην οθόνη, οι εικόνες που τα συνοδεύουν, αναλαμβάνουν να κάνουν ξεκάθαρο ότι η απόσταση που χωρίζει τους ανθρώπους από τα ζώα, δεν είναι όσο μεγάλη όσο θέλουμε να πιστεύουμε. Πως; Οι πιο άγριες σκηνές των ντοκιμαντέρ του National Geographic - λέοντες να κατασπαράζουν γαζέλες, μπαμπουίνοι να μονομαχούν- μοντάρονται παράλληλα με σκηνές ρατσιστικής βίας, αιματηρές διαδηλώσεις, ξυλοδαρμούς. Κάπως σαν γυμνασιακή έκθεση ιδεών, αλλά κατάλληλη από δεκατριών.
Λίγο πολύ, αυτή είναι και η λογική ολόκληρης της ταινίας. Ο τρόπος της να περάσει τις ιδέες της, είναι να κάνει το παράδειγμά της όσο πιο ακραίο γίνεται, να χτίσει τους χαρακτήρες της σε άσπρο και σε μαύρο ξεχνώντας όλες τις αποχρώσεις που υπάρχουν ανάμεσα τους. Ο ήρωας που υποδύεται ο Εϊντριεν Μπρόντι εκπροσωπεί την ηθική (που κι αυτής τα όρια θα δοκιμαστούν), ο «κακός»του Φόρεστ Γουίτακερ είναι ο αδύναμος χαρακτήρας που η εξουσία θα εκμαυλίσει μεταμορφώνοντας τον σε τέρας.
Ανάμεσα στα δύο άκρα τους, υπάρχουν μόνο σχηματικοί χαρακτήρες, και τόσα γνώριμα κλισέ, ώστε ακόμη και η κλιμάκωση της ιστορίας, γίνεται με τρόπο που στερεί από την δράση την οποιαδήποτε αγωνία. Για να γίνουν τα πράγματα χειρότερα, οι αληθινοί «κακοί» του φιλμ, αυτοί που ενορχηστρώνουν αυτό το σαδιστικό, στα όρια της παράνοιας πείραμα, είναι ολοκληρωτικά απόντες, αφήνοντας στην θέση τους μερικές κάμερες κι ένα κόκκινο φως που θα ανάψει αν κάτι πάει στραβά.
Eτσι αυτό που μένει, και που δεν είναι ούτε στο ελάχιστο ικανό να σε κάνει να νοιαστείς, δεν είναι τίποτα άλλο από μια μίζερη συγκέντρωση φουκαράδων που για ελάχιστα χρήματα, παίζουν τους θλιβερούς ρόλους τους, σε μια ανούσια παραγωγή.
Οχι δεν μιλάω για την ταινία, αν και οι παραπάνω λέξεις δεν απέχουν πολύ από το να την χαρακτηρίσουν...