Σ’ ένα χέρσο χειμωνιάτικο ελληνικό νησί, ένα κερασφόρο πλάσμα κάνει την εμφάνισή του, φορώντας δερμάτινο μπουφάν και με μάτια που λάμπουν στο σκοτάδι, σπέρνοντας την ανησυχία και το φόβο στους λίγους κατοίκους της κοινότητας. Μόνο ένα παράξενο κορίτσι, πεισμωμένο κι αποφασισμένο, μπορεί να βρει τον τρόπο να το εξοντώσει: όχι γιατί είναι η πιο δυνατή, αλλά γιατί μοιάζει να το γνωρίζει καλά.
Στην τέταρτη ταινία του, μετά τα «Polaroid», «Το Ονειρο του Σκύλου» και «Μέσα στο Δάσος», ο Αγγελος Φραντζής συνεχίζει τη διαδρομή του στα κινηματογραφικά είδη, κάνοντας εδώ ένα θρίλερ του φανταστικού, αλλά ταυτόχρονα μια ιστορία εσωτερικής πάλης ανάμεσα στο ένστικτο και τη λογική, στην επιθυμία και την ενοχή.
Ο Φραντζής είναι ένας σκηνοθέτης τολμηρός, δεν τον τρομάζει η φιλοδοξία, είτε αυτή εκφράζεται με επώνυμα καστ ή τεράστια μονοπλάνα, είτε με μια ταινία που θυμίζει το χαμένο b-movie του Αντονιόνι, όπως εδώ. Φωτογραφημένη θαυμάσια από τον Ηλία Αδάμη, η ταινία φυσικά κι έχει σασπένς, ένα μυστήριο που αναζητά λύσεις, αλλά όποιος το δοκιμάσει ως το θρίλερ της εβδομάδας θα απογοητευτεί και θα θυμώσει. Η αγωνία και το μυστήριο δεν είναι το πλεονέκτημά της. Η γνώριμη και χαριτωμένη φόρμα γίνεται το όχημά του Φραντζή για την εξερεύνηση ενός ακόμα κομματιού που συνθέτει το δικό του δημιουργικό παζλ κι ως τέτοιο έχει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Με τον ίδιο τρόπο και η πιο αφηγηματική σεκάνς της ταινίας, ένα «ρεαλιστικό» δείπνο μιας οικογένειας με φίλους το καλοκαίρι που πέρασε, συμπληρώνει μεν στοιχεία της πλοκής αλλά χάνει την αφαιρετική ταυτότητα του φιλμ με επιτηδευμένους διαλόγους και διανοουμενίστικες ατάκες.
Αντίθετα, το «Σύμπτωμα» κερδίζει το στοίχημα σε τρεις ξεχωριστούς άξονες. Ο ένας είναι η εικόνα του, με την αρχέγονη αύρα της, σκληρή και μοναχική σα βράχος. Ο άλλος είναι η φιγούρα της Κάτιας Γκουλιώνη στον πρωταγωνιστικό ρόλο: ένα αγρίμι που αυτοτιμωρείται, ένα αγοροκόριτσο που όσο πιο επιθετικό, τόσο πιο ευάλωτο. Κι ο τρίτος είναι το καθαρό τριπ: αν κανείς αφήσει την ελειπτική αφήγηση της ταινίας να τον παρασύρει, θα συναντήσει κομμάτια και συγκρούσεις του εαυτού του, σ’ ένα ταξίδι σαν παιδικό εφιάλτη, εκεί όπου η πιο αθώα μορφή κρύβει ένα τέρας και το αντίστροφο. Με μεγάλη αγάπη για το σινεμά και με μια συγκινητική πίστη στην πνευματικότητα, ο Φραντζής, κόντρα στα «συμπτώματα» της εποχής, κάνει μια ταινία που θα τραβήξει κοντά της λίγους, αλλά θα τους προσφέρει ένα σκαλοπάτι ν’ ανέβουν για λίγο.