Δεν υπάρχει ούτε μια στιγμή μέσα στο φιλμ του Λεωνίδα Παπαδόπουλου που να μην είναι αφώτιστη, κακοπαιγμένη, εκτός τόνου (και χρόνου και… ήχου), ολότελα παράταιρη ακόμη και με την ορμώμενη από το πουθενά φιλοδοξία μιας ταινίας που επιστρέφει στα χρόνια της Μακρονήσου, μεταφέροντας το ομότιτλο θεατρικό έργο του Αντώνη Κατσά που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή το 2020.

Μοιάζει περιττό να περιγράψει κανείς την ιστορία του «Στο Σύρμα». Αρκεί ότι ανάμεσα σε στιγμιότυπα της καθημερινότητας των εξόριστων στη Μακρόνησο, ακολουθούμε (μέχρι να τον ξεχάσουμε...) τον Δημήτρη ο οποίος αντέχει και επιβιώνει των βασανιστηρίων που διατάσσει και οργανώνει ο βασανιστής με το όνομα Κοθράς για να τον συναντήσει μια δεκαετία μετά και να αναγκαστούν, υπό τελείως άλλες συνθήκες, να βρεθούν αντιμέτωποι με την ιστορία τους και την Ιστορία.

Περιττό είναι να αξιολογήσεις και ένα κείμενο που δεν χρειάζεται κανείς να το φανταστεί αν δουλεύει θεατρικά, αφού είναι ολοφάνερο ότι αποτελείται από απλοϊκές στιχομυθίες, δωρεάν «προκλητικές» ατάκες, συναισθηματισμούς που προσομοιάζουν σε σαπουνόπερα, φλυαρίες που θεωρητικά και υπό άλλη τελείως διαφορετική βάση θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν μια (ας πούμε) ωδή πάνω στο ανοίκειο της εξορίας, όλα σε μια διαρκή υστερία που δεν δικαιολογείται από καμία έμπνευση ή δοκιμή πάνω στο (ίδιο) θέμα.

Εξίσου περιττό είναι φυσικά να αναλύσει κανείς κάθε κακοφτιαγμένη σκηνή, κάθε αστεία ερμηνεία, κάθε σκηνή βίας που - δυστυχώς - προκαλεί γέλιο, κάθε μικρή η μεγάλη στιγμή μιας ταινίας που μοιάζει με σκηνές που θα γύριζε κανείς στην πρόβα, χωρίς φωτισμό, χωρίς μοντάζ, χωρίς ήχο και χωρίς οδηγίες προς τους ηθοποιούς και, ενώ δεν θα προχωρούσε ποτέ στο να κάνει μια ταινία, τελικά αποτελούν ολόκληρη το φιλμ - ένα επώδυνο συνονθύλευμα που καθώς το βλέπεις αρνείσαι να πιστέψεις ότι κάποιος θεώρησε ότι μπορεί να λειτουργήσει και να κλειδωθεί ως κάτι που θα παρουσιαστεί σε κοινό.

Χωρίς καμία διάθεση να κρύψει τον ανύπαρκτο προϋπολογισμό του, αλλά και την παντελή απουσία οποιασδήποτε κινηματογραφικής ματιάς ή στοιχειώδους δραματουργικής αξίας, το «Στο Σύρμα» μπαίνει στη μεγάλη λίστα των ελληνικών ταινιών που φλερτάρουν με το (κακώς εννοούμενο - γιατί κουράζεσαι και να γελάσεις) trash, προδίδοντας ακόμη και μια θαρραλέα (!) αρχική θεώρηση πως ίσως με αφαίρεση, έξυπνη, λιτή γραφή και πραγματικά πειστικές ερμηνείες, θα μπορούσες να ξεπεράσεις πολλά απ’ όσα γεμίζουν περίπου δύο ώρες σαρωτικά κακού σινεμά.