Ο εμφύλιας πόλεμος της Ισπανίας παραμένει ακόμα και σήμερα το μεγαλύτερο αγκάθι στην ιστορία της χώρας. Ολα αυτά τα χρόνια η χώρα θυμάται, αντιμετωπίζει τη φρίκη του παρελθόντος και συμβιβάζεται με τα λάθη που έχει κάνει. Και μαζί με αυτή και αρκετοί σκηνοθέτες που έχουν προσεγγίσει το συγκεκριμένο θέμα, αλλά μοιάζουν να έχουν μια δυσκολία να αποτυπώσουν, με αντικειμενικότητα, τις όποιες ιστορίες βγαίνουν μέσα από αυτό, πέφτοντας πολλές φορές σε εκβιαστικούς συναισθηματισμούς, αχρείαστες πληροφορίες και σεναρικές υπερβολές.

Η ταινία του Ισπανού Εμίλιο Μαρτίνεζ Λάζαρο, «Τα 13 Τριαντάφυλλα», για την πραγματική ιστορία της εκτέλεσης 13 γυναικών από το ισπανικό φασιστικό καθεστώς το 1939, η οποία έμεινε άγνωστη για δεκαετίες, μοιάζει κάπως να βρίσκεται στη μέση. Ναι προσεγγίζει το θέμα με σεβασμό και ευαισθησία, κάτι που όμως χάνεται κάτω από τον μελοδραματισμό, ειδικά προς το επικείμενο ζοφερό φινάλε της, και μέσα από μια άνιση πλοκή.

Στις 28 Μαρτίου του 1939, λίγο μετά την πτώση της Βαρκελώνης, η Μαδρίτη υψώνει λευκή σημαία και ο στρατηγός Φράνκο αναλαμβάνει τη διοίκηση της πόλης. Ο εμφύλιος (1936-1939) έχει λήξει. Τους επόμενους μήνες ο τρόμος θα σκεπάσει την Ισπανία: χιλιάδες οι δολοφονίες και οι εξαφανίσεις, καθημερινό φαινόμενο τα βασανιστήρια, η απαγωγή βρεφών, οι μαζικές απελάσεις. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι ο στρατηγός Φράνκο έχει επανειλημμένα υποσχεθεί ότι θα τιμωρηθούν μόνο όσοι από τους αντιπάλους έχουν «ματωμένα χέρια». Ενώ η ελπίδα έχει σβήσει, η Μαδρίτη θα προσπαθήσει να μείνει όρθια και κάποιοι, τελευταίοι ίσως, άντρες και γυναίκες θα αντισταθούν. Ανάμεσά τους η Βιρτούδες, η Κάρμεν, η Χούλια, η Αδελίνα, η Μπλάνκα. Νέες γυναίκες που υποστηρίζουν δημοκρατικά πολιτικά ιδεώδη, έχουν τη νοημοσύνη να διαχωρίζουν το καλό από το κακό και το θάρρος να μην υποκύπτουν σε τυράννους. Το καθεστώς ετοιμάζει μεγάλη παρέλαση για να γιορτάσει τη νίκη. Εξαπλώνεται η φήμη ότι στη διάρκειά της αριστεροί επαναστάτες θα επιχειρήσουν να δολοφονήσουν το δικτάτορα. Η καταστολή και το «ξεκαθάρισμα» των δημοκρατικών στα Πανεπιστήμια, τις εταιρίες, τη δημόσια διοίκηση, γίνεται με απίστευτη σκληρότητα και αφήνει στο πέρασμά της χιλιάδες νεκρούς. Τα κορίτσια μοιράζουν προκηρύξεις υπέρ της δημοκρατίας και προκαλούν την προσοχή των παραστρατιωτικών που τις καταδιώκουν.

Ο Λαζάρο μοιάζει να έχει πιάσει εξ αρχής το σκοτεινό και καταπιεστικό κλίμα της εποχής και την αθωότητα που καταστρέφεται κάτω από την πολιτική καταπίεση. Καταφέρνει να αναπαραστήσει την ατμόσφαιρα της Ισπανίας του 1939, όταν ο πόλεμος είχε τελειώσει και η χώρα είχε βυθιστεί στην καταστολή και τον φόβο. Μαζί με τη βοήθεια του φωτογράφου του, Χοσέ Λουίς Αλσαϊν, η Μαδρίτη της εποχής ζωντανεύει μέσα από σκοτεινά χρώματα και σκηνοθετικές επιλογές που αντικατοπτρίζουν την αίσθηση του τρόμου και της καταπίεσης.

Θίγοντας τις έννοιες της φιλίας, της πίστης και της δύναμης που αντλείται από τη συλλογικότητα, για τον Λαζάρο οι 13 αυτές νεάρες γυναίκες, αυτά τα «13 ρόδα» στο άνθος τους, αντιπροσωπεύουν την αντίσταση απέναντι στην τυραννία και την αδικία, ενώ η ιστορία τους λειτουργεί ως υπενθύμιση των δεινών που υπέστησαν οι άνθρωποι κάτω από το φασιστικό καθεστώς. Ο Λαζάρο φροντίζει να δείξει τις ηρωίδες του αυτές ως πραγματικές γυναίκες, με τις αδυναμίες, τις ελπίδες και τους φόβους τους, με την κάμερα συχνά να εστιάζει στα πρόσωπά τους, καταγράφοντας τις εκφράσεις τους σε στιγμές έντασης, απόγνωσης και θάρρους, προσδίδοντας έτσι στους χαρακτήρες αυτούς βάθος, κάνοντάς σε να νιώθεις συνδεδεμένος με τις προσωπικές τους ιστορίες.

Ομως αυτό μοιάζει σαν δίκοπο μαχαίρι γιατί πέφτει πάνω σε μελοδραματικά και ηρωικά στερεότυπα, καθώς τις παρουσιάζει κυρίως ως αθώα θύματα, χωρίς να εμβαθύνει σε πιο σύνθετες πλευρές της προσωπικότητάς τους ή των πολιτικών τους πεποιθήσεων. Αυτό μπορεί να μειώνει τη σύνθετη πραγματικότητα που βίωσαν και να προσδίδει υπερβολική συναισθηματική φόρτιση σε ορισμένες σκηνές.

Αυτό φαίνεται και από το σενάριο που έγραψε ο ίδιος μαζί με τον Πέδρο Κόστα Μαστέ το οποίο, παρόλο που διαδραματίζεται σε μια ιδιαίτερα έντονη πολιτική περίοδο, δεν εμβαθύνει αρκετά στις πολιτικές αιτίες και τα κίνητρα πίσω από τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο και την καταστολή του φρανκικού καθεστώτος, εστιάζοντας σχεδόν αποκλειστικά στις γυναίκες θύματα, χωρίς να εξετάζει τις ευθύνες άλλων πλευρών ή να δίνει χώρο σε διαφορετικές αφηγήσεις, κάνοντας την ταινία να δείχνει αρκετά επιφανειακή σε πολλά σημεία. Και σε συνδυσμό με τον αργό ρυθμό δεν βοηθάει στο να δώσει πολλές φορές τη συναισθηματική ένταση εκεί όπου χρειάζεται.

Ωστόσο δίνει μια ακόμα ματιά μέσα από πιο σκοτεινές σελίδες της Ιστορίας και την ανείπωτη βαρβαρότητά της, με την ελπίδα πως ίσως ο κόσμος όχι μόνο δεν θα ξεχάσει αυτά τα 13 Ρόδα που έμειναν ανθισμένα μέσα στον χρόνο, αλλά και πως ο ίδιος δεν θα επαναλάβει τα ίδια λάθη.