Ο Τζίμι Γουόρντεν, γνωστός για το σενάριο του «Cocaine Bear», δοκιμάζει τις σκηνοθετικές του ικανότητες στην πρώτη του ταινία με τίτλο «Ψυχάκιας», ένα ψυχολογικό θρίλερ που υπόσχεται σασπένς και προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στον τρόμο και τη μαύρη κωμωδία, χωρίς όμως τελικά να καταφέρνει να αποδώσει πλήρως καμία από τις δύο πλευρές.

Ενας επικίνδυνος και επίμονος στόκερ εισβάλλει στην πολυτελή κατοικία μιας ποπ σταρ. Με τη ζωή της να κινδυνεύει, η Σοφία πρέπει να δραπετεύσει πριν εκείνος την παγιδεύσει στο τρελό του όνειρο. Θα προλάβει να ξεφύγει πριν είναι αργά;

Αυτό που ακολουθεί είναι μια αρκετά τυπική ιστορία γάτας-ποντικιού με την σκηνοθεσία του Γουόρντεν να είναι απλώς λειτουργική αλλά χωρίς κάποια ιδιαίτερη εμπνευσμένη. Τα κοντινά πλάνα και η κινηματογράφηση σε στυλ neo noir δημιουργούν μια ατμόσφαιρα που θυμίζει βιντεοκλίπ περισσότερο παρά θρίλερ με ουσία, με τη μουσική των Mondo Boys να προσθέτει ένταση εκεί όπου μπορεί, αλλά συχνά μοιάζει αποκομμένη από το δράμα στην οθόνη.

Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η ένταση δεν χτίζεται ποτέ σωστά. Υπάρχουν κάποιες καλές στιγμές με σασπένς αλλά αυτές είναι διάσπαρτες και χωρίς κάποια ιδιαίτερη κλιμάκωση, οπότε δεν επαρκούν για να κρατήσουν το ενδιαφέρον, με τη δράση να μην σου προκαλεί ποτέ την αίσθηση κάποιας πραγματικής απειλής ή και τρόμου.

Αυτή η απειλή έρχεται με τη μορφή του Πολ, τον οποία ερμηνεύει ο Ρέι Νίκολσον (γιος του Τζακ Νίκολσον), που προσπαθεί να φέρει μια creepy ενέργεια στον ρόλο του (θυμηθείτε το ανατριχιαστικό χαμόγελό του στο «Smile 2»), αλλά δεν καταφέρνει να ξεφύγει από τα στερεότυπα του στόκερ που μιλάει γλυκά αλλά είναι σαφώς επικίνδυνος.

Στον αντίποδα η Σαμάρα Γουίβινγκ, που έχει ήδη αποδείξει την ικανότητά της στο είδος με το «Είσαι Ετοιμος;», προσπαθεί να δώσει βάθος στον ρόλο της Σοφία, αλλά το σενάριο δεν της επιτρέπει και πολλά περιθώρια, αφού ο χαρακτήρας της είναι γραμμένος ως μια generic horror ηρωίδα που απλώς ουρλιάζει και τρέχει, χωρίς να έχει πραγματική προσωπικότητα. Οι δευτερεύοντες χαρακτήρες – όπως ο σωματοφύλακας του Ερικ Ντέιν – δεν έχουν πραγματικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής, με αποτέλεσμα να μοιάζουν με σεναριακά αξεσουάρ.

Ο «Ψυχάκιας» δεν είναι ακριβώς κακή ταινία – απλώς δεν καταφέρνει να ξεχωρίσει, προσπαθώντας να μιμηθεί κάτι από το «Misery» ή ακόμα και πιο πρόσφατες ταινίες τύπου «The Fanatic», με ελάχιστα πρωτότυπα στοιχεία. Δεν προσφέρει τίποτα καινούργιο στο είδος του stalker thriller και, το χειρότερο, δεν δημιουργεί ποτέ αληθινή αγωνία, παίζοντας με τα όρια της... βαρεμάρας. Αν ψάχνετε για ένα ελαφρύ, εύπεπτο θρίλερ για ένα βράδυ χωρίς πολλές απαιτήσεις, μπορεί να σας διασκεδάσει, αλλά μην περιμένετε να τρελαθείτε κιόλας.