Βραυρώνα, Ιούλιος 2024. Ο ανελέητος, επίμονος καύσωνας των ημερών έχει πυρώσει τα πάντα - σπίτια, δρόμους, αυτοκίνητα, χώμα, τσιμέντο, βράχια, αμμουδιά. Υπάρχει μια κρυφή ειρωνία ότι βρισκόμαστε σε μια παραλία, ανάμεσα σε ένα πολυπληθές συνεργείο (υπόκλιση στο κουράγιο όλων) για να παρακολουθήσουμε τα γυρίσματα του «Υπάρχω», της πολυαναμενόμενης νέας ταινίας του Γιώργου Τσεμπερόπουλου για τη ζωή, την προσωπικότητα και το έργο του Στέλιου Καζαντζίδη. Και η ειρωνία είναι ότι η πρώτη μεγάλη επιτυχία του λαϊκού τραγουδιστή ήταν εμπνευσμένη από τον καύσωνα του 1952 - το «Για μπάνιο πάω» του Απόστολου Καλδάρα.
Καλέ κοπέλα, καλέ κοπέλα
για μπάνιο πάω κι αν θέλεις έλα...
Δεν ήμασταν όμως εκεί για να κάνουμε μπάνιο παρόλο που οι τεχνικοί βουτούσαν με αυτοθυσία στα νερά για να συγκρατήσουν ακίνητη τη βάρκα, μέσα στην οποία γύριζε τη σκηνή του ο Χρήστος Μάστορας, στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Καζαντζίδη, μαζί με τον Δημήτρη Καπουράνη, που ενσαρκώνει τον Γιώργο Λιάνη. Κάμερες, boom, κόντρες όλοι μισοί μέσα, μισοί έξω από το νερό, η μακιγιέζ να διορθώνει το μακιγιάζ οριακά κολυμπώντας, κι ο Τσεμπερόπουλος να διανύει ξανά και ξανά, «βράχο βράχο τον καημό του», την απόσταση μεταξύ του μόνιτορ της παραλίας, της τέντας του ηχολήπτη (Γιάννη Αντύπα), του διευθυντή φωτογραφίας (Γιάννη Δρακουλαράκου) και του παραγωγού Διονύση Σαμιώτη, και της κουπαστής της «Βασούλας» για μια τελευταία συμβουλή, μία μικρή αλλαγή, μία ακόμα πινελιά πριν την επόμενη λήψη.
Photo credit: Mike Tsolis
Το «Υπάρχω» είναι το νέο στοίχημα της Tanweer μία ακόμα ταινία εποχής (μετά την «Ευτυχία») που καλείται να αποτυπώσει κινηματογραφικά έναν εμβληματικό λαϊκό μύθο. Μία ταινία - αφιέρωμα σε έναν μεγάλο τραγουδιστή, με την ανεπανάληπτη φωνή-λυγμό που έδωσε φωνή στην προσφυγιά, τη φτώχεια, τον καημό, το γλέντι, το κουράγιο των Ελλήνων.
Ποιος όμως τολμά να αγγίξει τα ιερά; Γιατί να γυρίσεις μία ταινία για τον Καζαντζίδη, όταν το ρίσκο να συντριβεί ο πρωταγωνιστής σου (ένας ποπ τραγουδιστής, πρώτη φορά ηθοποιός) με το είδωλο είναι τεράστιο; Ή όταν πρέπει να αναμετρηθούν οι πρωταγωνίστριές σου με δύο εν ζωή ντίβες - την Μαρινέλλα και την Καίτη Γκρέυ; Πόσο τρομακτική συνθήκη ότι θα συναντήσεις το αυστηρό βλέμμα και τις προσδοκίες όσων ακόμα τον λατρεύουν; Πόσο μεγάλη πρόκληση να μην μείνεις στην επιδερμίδα του θεάματος, αλλά να κατασκευάσεις κάτι που θα έχει μία ειλικρινή ψυχή που θα πάλλεται «κάτω από το πουκάμισο» της μεγάλης, λαμπερής παραγωγής;
Δεν συναντήσαμε πρόσωπα ανήσυχα απέναντι σε αυτές τις ερωτήσεις. Περισσότερο παθιασμένα να μάς αφηγηθούν μία ιστορία του τότε που θεωρούν σημαντική για το σήμερα. Την ιστορία ενός ανθρώπου (γιατί ήταν πολλά παραπάνω από τραγουδιστής) που με τη στάση του έφερε τη δική του επανάσταση κι έγραψε Ιστορία. Πρόσωπα ενθουσιασμένα να μας βάλουν να ακούσουμε προσεχτικά το τραγούδι του, όπου στίχοι και ηχόχρωμα φωνής είναι χαραγμένα tattoo στο συλλογικό μας DNA. Γιατί ο Καζαντζίδης (ακόμα και για όσους «δεν ακούν λαϊκά») είναι της ζωής μας ο ένας, δεν τον σβήνει κανένας.
Η πρόταση να ερμηνεύσω τον Καζαντζίδη ήταν ένα σοκ. Πώς σκέφτηκαν κάτι τέτοιο; Ομως ένιωσα ότι ήρθα αντιμέτωπος με έναν μαύρο κύκνο - μία τόσο σπάνια ευκαιρία που εμφανίζεται μόνο μία φορά στη ζωή ενός ανθρώπου.» | Χρήστος Μάστορας
Photo credit: Marilena Anastasiadou
XΡΗΣΤΟΣ ΜΑΣΤΟΡΑΣ
Πώς αντέδρασε όταν του έγινε η πρόταση για το ρόλο Οταν άκουσα την πρόταση, έπεσα από τα σύννεφα. Hταν για μένα σοκ. Πώς σκέφτηκαν κάτι τέτοιο; Εγώ να ερμηνεύσω τον Καζαντζίδη; Oμως αμέσως ένιωσα ότι ήρθα αντιμέτωπος με έναν μαύρο κύκνο - μία τόσο σπάνια ευκαιρία που εμφανίζεται μόνο μία φορά στη ζωή ενός ανθρώπου. Μπήκα λοιπόν στη διαδικασία να το εξετάσω. Δεν ήταν απλό - η δουλειά μου είναι η μουσική, οι συναυλίες. Μαζί μου δουλεύουν πολλοί άνθρωποι που θα έπρεπε φέτος να μείνουν πίσω, γιατί να συνδυαστεί αυτό το γύρισμα με οτιδήποτε άλλο, ήταν αδύνατον. Και, φυσικά, δεν ήξερα αν μπορώ έτσι κι αλλιώς να παίξω. Όμως, δεν μπορούσα να το αφήσω να με προσπεράσει. Είπα ότι κι εγώ να μην πιστεύω ότι μπορώ να το κάνω, εφόσον το πιστεύει ο Τσεμπερόπουλος, θα το πιστέψω κι εγώ.
Κι έτσι ξεκίνησα τη διαδικασία του κάστινγκ. Δεν μου δόθηκε δηλαδή έτσι απλά ο ρόλος. Πέρασα κανονικό κάστινγκ. Ομως πολύ γρήγορα πήρα το «ναι», κι αυτό μου έδωσε θάρρος. Εκανα και κάποια πολύτιμα μαθήματα με την Ελένη Σκότη, και στο τέλος του κύκλου έδωσε κι εκείνη τις ευλογίες της. Αρχισα σιγά σιγά λοιπόν να πιστεύω στις δυνάμεις μου.
Photo credit: Marilena Anastasiadou
«Τι εννοείς δε θα παίξω τον Καζαντζίδη, πρέπει να γίνω ο Καζαντζίδης;» Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος είναι ο άνθρωπος που ανακάλυψε τον «ηθοποιό» μέσα μου. Επέμεινε τόσο πολύ να κάνουμε πρόβες. Μου εξήγησε ότι στα γυρίσματα δε θα υπάρχει καθόλου χρόνος ανάμεσα στις λήψεις να ψάχνομαι, οπότε στις πρόβες έπρεπε να δοκιμάζω τα πάντα, μέχρι να γίνω ο Στέλιος. Να βρω το περπάτημα του, τον τρόπο που μιλάει, να εναρμονιστώ με τον δεκάλογο του. «Τι εννοείς να γίνω ο Στέλιος;» θυμάμαι να τον ρωτάω. «Τον Στέλιο θα τον παίρνεις μαζί σου σπίτι. Θα τον κουβαλάς κάθε στιγμή» μού είχε απαντήσει. Κι έτσι κι έγινε.
Κάνοντας πρόβες έλεγα στον Χρήστο "εδώ που τραγουδάς αυτό, θα κάνεις κι αυτό ταυτόχρονα" και μου έλεγε "δεν γίνεται". Δεν γίνεται κάποιος να κλαίει και να τραγουδάει. Μπουκώνεις, δεν βγαίνει η φωνή. Κι όμως, υπήρχαν στιγμές που συντονιζόταν με κάτι και έβγαινε αυτό το μαγικό. Και του έλεγα "να, να αυτό θέλω, αυτό από που βγήκε;" Και μου απαντούσε "από τα κόκκαλα"...» Γιώργος Τσεμπερόπουλος
Photo credit: Marilena Anastasiadou
Πόσα έμαθε για τον Καζαντζίδη Πριν μπω στην περιπέτεια ταινίας για μένα ο Καζαντζίδης ήταν ένας κλασικός λαϊκός τραγουδιστής - όπως ο Στρατός Διονυσίου, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και πολλοί άλλοι. Μελετώντας τον όμως είδα ότι ήταν πολλά περισσότερα. Ενωσε τόσους κόσμους. Αυτός ο λυγμός που βγάζει, πήγαζε από τόσο μεγάλο πλούτο. Κοιτούσε τον εαυτό του βαθιά και τραγουδούσε ό,τι είχε μέσα του. Δεν ήταν επίδειξη η νότα. Είναι κεντήματα τα τραγούδια του.
Αναμετρήθηκα με τη φωνή του όσο τον μελετούσα κι έχασα πολλές φορές. Ματαιώθηκα πολλές φορές. Ομως επέμεινα να τραγουδήσω εγώ. Είναι ένα χαρακτηριστικό μου η μίμηση άλλων τραγουδιστών. Ομως ο λόγος που τους μιμούμαι είναι ότι τους αγαπάω βαθιά. Ο στόχος μας ήταν να μην είναι μίμηση καρικατούρα. Αλλά μια ερμηνεία που δείχνει ότι ο Χρήστος μελέτησε, ένιωσε, κατάλαβε τη φωνή του Στέλιου και την έκανε δική του. | Χρήστος Μάστορας
Photo credit: Marilena Anastasiadou
Πόσα έμαθε από τον Καζαντζίδη Μπορεί να έχουμε κοινό την μουσική, το πάθος για το τραγούδι, αλλά σαν άνθρωποι είμαστε πολύ διαφορετικοί. Ο δεκάλογος του, κάτι πολύ σημαντικό για αυτόν, είναι πολύ διαφορετικός από τον δικό μου - εγώ δεν ξέρω αν έχω καν δεκάλογο. Όμως ο Καζαντζίδης ήταν πολύ συγκεκριμένος στα πράγματα που πίστευε. Ο λόγος του ήταν σαφής και φιλοσοφημένος. Ένας άνθρωπος που δεν κόμπιαζε. Όσο πιο πολύ τον μάθαινα, τόσο περισσότερο τον αγαπούσα. Και τον αγάπησα πολύ. Όταν έμαθα τη ζωή του από την παιδική του ηλικία, τον δικαιολόγησα και για τις ακραίες του συμπεριφορές. Δύσκολοι καιροί τότε, σκληροί. Κι όταν καταλάβεις πόσο δύσκολοι ήταν, τότε δικαιολογείς τα λάθη, τα πάθη, την όποια απερισκεψία. Την κούραση, την άρνηση να συνεχίσει. Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να ήταν ο μοναδικός καλλιτέχνης που αρνήθηκε πεισματικά να επιστρέψει στη νύχτα. Πήγαιναν τα μεγάλα αφεντικά των νυχτερινών μαγαζιών και του έδιναν λευκή επιταγή, κι εκείνος δεν έκανε πίσω.
Με στεναχωρεί κι εμένα που η νύχτα γίνεται όλο και πιο επιφανειακή. Τα λουλούδια που σου τα πετάνε στην μούρη με το πανέρι και η λογική του ότι «σε πληρώνω και κάνω ό,τι θέλω» με τρομάζει ως φιλοσοφία. Δεν πληρώνεις εμένα, πληρώνεις την μόστρα που θες να κάνεις. Θες να την κάνεις κάνε την κομψά. Δεν ξέρω, η όλη επαφή μου με ό,τι έκανε ο Στέλιος, με έχει βάλει σε σκέψεις. Εγώ ειλικρινά είμαι σ’ ένα κομβικό σημείο στη ζωή μου με την ευκαιρία που μου δίνει ο Καζαντζίδης. Να αποστασιοποιηθώ από αυτή τη νύχτα. Θέλω την επικοινωνία με τον κόσμο, αλλά όχι έτσι. Θέλω να τραγουδήσω και να μιλήσει η μουσική κι ο στίχος. Κι όχι μονο το ποτό και το νταβαντούρι - όλο αυτό το πακέτο. Αν τελειώσει αυτή η ταινία και δεν κάνω δικά μου αυτά τα 5-6 πράγματα που κέρδισα από τον Στέλιο, δεν ξέρω… Είναι ένας άνθρωπος που πραγματικά αγάπησα και με έμαθε μέσα από αυτή την εμπειρία να αγαπάω και τον εαυτό μου σιγά σιγά…
Με στεναχωρεί κι εμένα που η νύχτα γίνεται όλο και πιο επιφανειακή. Τα λουλούδια που σου τα πετάνε στην μούρη με το πανέρι και η λογική του ότι «σε πληρώνω και κάνω ό,τι θέλω» με τρομάζει ως φιλοσοφία. Δεν πληρώνεις εμένα, πληρώνεις την μόστρα που θες να κάνεις. Θες να την κάνεις κάνε την κομψά. Δεν ξέρω, η όλη επαφή μου με ό,τι έκανε ο Στέλιος, με έχει βάλει σε σκέψεις. Είμαι ειλικρινά σ’ ένα κομβικό σημείο στη ζωή μου με την ευκαιρία που μου δίνει ο Καζαντζίδης. Να αποστασιοποιηθώ από αυτή τη νύχτα...» | Χρήστος Μάστορας
Photo credit: Marilena Anastasiadou
Οι δαίμονες του καλλιτέχνη Φυσικά κι ο Καζαντζίδης είχε και μία μεγάλη σκοτεινιά. Είχε τους δαίμονες του. Ολα τα είδωλα έχουν δαίμονες. Αυτούς παλεύουν, από αυτούς εμπνέονται, αυτούς προσπαθούν μέσα από την μουσική τους να νικήσουν. Ηταν ο Στέλιος και ήταν κι ο Καζαντζίδης. O Στελάκης ήταν το παιδί με το χαμόγελο, το θάρρος, τον ενθουσιασμό. Ο Καζαντζίδης ήταν το είδωλο, που έπρεπε να κρατά το όνομα του ψηλά, που έγινε καχύποπτος. Στο τέλος δεν άντεξε ο Στελάκης τον Καζαντζίδη και αποσύρθηκε.
Δεν υπάρχει Καζαντζίδης σήμερα κι ούτε θα υπάρξει. Ηταν ένας λαϊκός ήρωας. 100.000 δίσκους είχε πουλήσει το «Βράχο Βράχο τον Καημό μου» και η Ελλάδα είχε μόνο 34.000 πικ απ. Δεν τον έκανε όμως λαϊκό ήρωα η δημοφιλία του. Ναι, είχε τη φήμη, είχε τον ταλέντο, αλλά είχε και μια πρόταση, είχε έναν αγώνα πίσω του. Το τραγούδι πήγαινε μπροστά, ως λάβαρο σε μια όμως γενικότερη επανάσταση. Γιατί να πρωτομιλήσουμε; Για τα δικαιώματα των τραγουδιστών που ξεκίνησε ο Καζαντζίδης; Δεν ήθελε ποσοστά μόνο για τον ίδιο, αλλά και για τους μουσικούς του, τους συνθέτες του, τους στιχουργούς του. Το έβαλε όρο, το απαίτησε και το κατάφερε. Αυτός έβαλε πλάτες και ανάγκασε τις δισκογραφικές να το καθιερώσουν στα συμβόλαιά τους. Σήμερα δεν υπάρχει κανείς Καζαντζίδης. Κάποιος που να έχει αυτή την λαϊκή εντολή. Ολοι βολευόμαστε, όλοι βγάζουμε τα λεφτάκια μας στα μαγαζιά μας (βάζω και τον εαυτό μου μέσα) κι αρχίζει και αρέσει και το λουλούδι μετά. Ο Καζαντζίδης είναι αθάνατος. Λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, στο μαγαζί το γυρίζαμε κατά τις 5 το πρωί, για όσους είχαν μείνει, και λέγαμε 3-4 κομμάτια του. Και η ανταπόκριση ήταν τρελή. Δεν το πίστευες. Πιτσιρικάδες από κάτω, που τον ήξεραν; Ο Καζαντζίδης είναι γραμμένος στην κυτταρική μνήμη, στο DNA μας.
Photo credit: Marilena Anastasiadou
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΠΟΥΡΑΝΗΣ
Ποιον υποδύεται «Υποδύομαι τον Γιώργο Λιάνη - κι είναι μεγάλη μου τιμή! Τον ήξερα φυσικά, αλλά δεν γνώριζα το έργο του σε τέτοιο βάθος, όπως τώρα που μου δόθηκε η ευκαιρία. Στη σκηνή του σημερινού γυρίσματος στη Βραυρώνα, μέσα σ’ αυτή τη βάρκα, ο Γιώργος Λιάνης προσπαθεί να καταλάβει πώς μία τέτοια φωνή, ένας τέτοιος καλλιτέχνης, σταμάτησε να τραγουδάει. Προσπαθεί να του αλλάξει γνώμη, να τον πείσει, αλλά εκείνος αρνείται πεισματικά να επιστρέψει…»
Μπαίνοντας στη διαδικασία της ταινίας μού ανοίχτηκε ένας ολόκληρος κόσμος, που δεν τον είχα ακουμπήσει. Δεν είχα ιδέα για την ομορφιά του λόγου του Καζαντζίδη, τις αντιλήψεις του για τη ζωή. Hταν ένας φιλόσοφος ο Καζαντζίδης…» | Δημήτρης Καπουράνης
Photo credit: Marilena Anastasiadou
Τον τρόμαξε που αγγίζουν τα “ιερά”; Ή υπάρχει λόγος να γίνει μία τέτοια ταινία σήμερα; «Τα ιερά πρέπει να τα αγγίζουμε και να τα αποδομούμε και να τα μεταφέρουμε στην εποχή μας και να τα επεξεργαζόμαστε. Δεν είναι δεδομένο ότι οι νεότερες γενιές ξέρουν ποιος είναι ο Καζαντζίδης. Και σίγουρα δεν ξέρουν ότι για πάρα πολλούς ανθρώπους δεν ήταν απλώς ένας εξαιρετικός τραγουδιστής. Ο Καζαντζίδης σήμαινε ξενιτιά, χαμένες πατρίδες, προσφυγιά.»
Θα μπορούσε η σημερινή Ελλάδα να γεννήσει έναν Καζαντζίδη; «Όπως λέει κι ο Λιάνης “ζούμε στην εποχή της πληροφορίας, αλλά όχι της γνώσης”. Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να ξαναβγεί ένας Καζαντζίδης. Στις μέρες μας δεν εξιδανικεύεται τίποτα και κανείς. Ακόμα και η ποπ κουλτούρα που παράγει είδωλα είναι αναλώσιμα. Τα ανεβάζει και μετά τα σβήνει. Αυτή τη στόφα του κλασικού, δεν ξέρω αν μπορεί κάποιος να την αποκτήσει πια…»
Τρόμος δεν υπήρξε. Μόνο μια γλυκιά ανησυχία για το τραγουδιστικό κομμάτι του ρόλου. Δηλαδή πώς θα καταφέρω να προσεγγίσω το ακατόρθωτο. Την απίστευτη φωνή της Καίτης Γκρέυ...» | Κλέλια Ρένεση
Photo credit: Marilena Anastasiadou
ΚΛΕΛΙΑ ΡΕΝΕΣΗ
Μεγάλη η πρόκληση να ερμηνεύσει κανείς μία ντίβα. Τι την ενθουσίασε, τι την τρόμαξε; Κάθε ρόλος είναι μία πρόκληση και απαιτεί μεγάλη προσοχή στην σκιαγράφηση του. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μία γυναίκα-μύθο, που είναι ακόμα εν ζωή και που στιγμάτισε γενιές και γενιές Ελλήνων με το ταλέντο και το ανάστημα της. Ο ενθουσιασμός προκύπτει από την όλη προσέγγιση που κάνει η ταινία σε αυτή την μαγική εποχή των αθανάτων τραγουδιών και των προσωπικοτήτων που τα πλαισίωσαν. Τρόμος δεν υπήρξε. Μόνο μια γλυκιά ανησυχία για το τραγουδιστικό κομμάτι του ρόλου. Δηλαδή πώς θα καταφέρω να προσεγγίσω το ακατόρθωτο. Την απίστευτη φωνή της Καίτης Γκρέυ! Προσπαθήσαμε όμως όλοι πολύ κι ελπίζουμε το αποτέλεσμα να κυλήσει όμορφα στα αυτιά και τα μάτια.
Τι θα κρατήσει μετά από αυτή την εμπειρία Σκαλίζοντας την εποχή υπάρχουν πολλά εργαλεία που παίρνεις μαζί σου φεύγοντας. Την φτώχεια και την ανέχεια της εποχής, την σκληρότητα και τις αδικίες, αλλά και τον απίστευτο ρομαντισμό που έντυνε τα όνειρα των ανθρώπων. Τότε τα πράγματα ήταν σαφώς πιο δύσκολα, αλλά σίγουρα πιο αυθεντικά. Το κρατάς γερά αυτό μέσα σου.
Πώς θα ήθελε να βγει ο θεατής από την αίθουσα Με μια αγκαλιά τραγούδια και μελωδίες και μυρωδιές και νοσταλγίες μιας εποχής που ζούσαν μύθοι και χάραζαν τη δική τους πορεία. Που μαζί τους οι Ελληνες έκλαιγαν, γλένταγαν, ερωτεύονταν. Που μαζί με τα τραγούδια τους ταξίδευαν οι ψυχές. Εύχομαι να ταξιδέψουμε όλοι μέσα από την απίστευτα τρυφερή ματιά του Γιώργου Τσεμπερόπουλου, του σκηνοθέτη μας. Του χρωστάμε πολλά που μάς αγκάλιασε τόσο πατρικά κι έφερε το πλοίο στο λιμάνι με ασφάλεια και όραμα. Ανυπομονώ κι εγώ, όπως κι εσείς, να καθίσω στην αίθουσα και να κλείσουν τα φώτα…
Είναι σημαντικό να επιστρέφουμε στις ρίζες μας, στα ακούσματά μας, για να συνειδητοποιήσουμε από πού προερχόμαστε και πώς έχουμε εξελιχθεί σε αυτό που είμαστε σήμερα. Αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα τον εαυτό μας...» | Ασημένια Βουλιώτη
Photo credit: Marilena Anastasiadou
ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΒΟΥΛΙΩΤΗ
Μεγάλη η πρόκληση να ερμηνεύσει κανείς μία ντίβα. Τι την ενθουσίασε, τι την τρόμαξε; Ο ρόλος αυτός ήταν πραγματική πρόκληση για μένα. Από μικρή ηλικία, είχα τα ακούσματα της Μαρινέλλας μέσα στο σπίτι μου και την θαύμαζα για το ταλέντο της, όχι μόνο ως τραγουδίστρια αλλά και ως performer. Το γεγονός ότι θα μπορούσα να μελετήσω την καλλιτεχνική της πορεία και τα γεγονότα που διαμόρφωσαν την προσωπικότητά της ήταν δώρο για μένα. Αυτό που με φόβισε ήταν η ευθύνη να ερμηνεύσω ένα υπαρκτό πρόσωπο, ένα άτομο που έχει στιγματίσει τις καρδιές των ανθρώπων με τη φωνή και την προσωπικότητά της.
Τι έμαθε από αυτή την αναμέτρηση με τον κόσμο του Καζαντζίδη Αναφερόμαστε σε μια εποχή γεμάτη κακουχίες, φτώχεια και τραύματα. Παρόλα αυτά, οι καλλιτέχνες της εποχής βρήκαν τρόπους να απολαμβάνουν τη ζωή, ακόμα και με τα λίγα που είχαν, και δεν δίστασαν να διεκδικήσουν τα πολλά που επιθυμούσε η καρδιά και το πνεύμα τους. Για μένα, είναι νίκη και επανάσταση να παλεύεις κόντρα στις αντιξοότητες και να ξεπερνάς τα όριά σου, να έχεις τη φωνή σου. Καλλιτέχνες όπως ο Καζαντζίδης, η Μαρινέλλα και άλλοι το κατάφεραν αυτό μέσα από την τέχνη και την προσωπικότητά τους.
Πώς θα ήθελε να βγει ο θεατής από την αίθουσα Εύχομαι ο θεατής, βγαίνοντας από την αίθουσα, να έχει γεμίσει την ψυχή και τα αυτιά του με μουσικές. Να νιώσει ότι η μεγαλύτερη αναμέτρηση του καθένα στη ζωή είναι τελικά με τον ίδιο του τον εαυτό. Όταν έχεις πάθος για κάτι, τίποτα δεν μπορεί να σε σταματήσει. Επιπλέον, είναι σημαντικό να επιστρέφουμε στις ρίζες μας, στα ακούσματά μας, για να συνειδητοποιήσουμε από πού προερχόμαστε και πώς έχουμε εξελιχθεί σε αυτό που είμαστε σήμερα. Αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα τον εαυτό μας.
Είμαι 22 χρονών, μόλις έχει τελειώσει μία σχέση και νιώθω εγκαταλειμμένος. Περνώντας μπροστά από το Ράδιο Αθήναι, βλέπω ένα τρελό σκηνικό. Εχουν όλοι μαζευτεί έξω από τις βιτρίνες με τις ανοιχτές τηλεοράσεις. Πάω κοντά και ακούω ένα τραγούδι. Ηταν η μέρα που ο Καζαντζίδης είπε το «Υπάρχω». Ακούγοντας το ήμουν βέβαιος ότι έχει γραφτεί για μένα - ότι είχα γράψει εγώ τα λόγια, ότι η μουσική είχε βγει μέσα από την ψυχή μου.» | Γιώργος Τσεμπερόπουλος
Photo credit: Mike Tsolis
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΕΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ποια η προσωπική σχέση του με τον Καζαντζίδη «Εγώ εκείνες τις εποχές άκουγα Bob Dylan, Van Morrison, Σαββόπουλο και Rolling Stones. Είμαι 22 χρονών, μόλις έχει τελειώσει μία σχέση και νιώθω εγκαταλειμμένος. Περνώντας μπροστά από το Ράδιο Αθήναι, βλέπω ένα τρελό σκηνικό. Έχουν όλοι μαζευτεί έξω από τις βιτρίνες με τις ανοιχτές τηλεοράσεις, κόσμος που έχει αφήσει το αυτοκίνητο του στην άκρη του δρόμου κι έχει κατέβει κάτω. Πάω κοντά και ακούω ένα τραγούδι. Ηταν η μέρα που ο Καζαντζίδης είπε το «Υπάρχω». Μπροστά σε εκείνη τη βιτρίνα, ακούγοντας το «Υπάρχω» ήμουν βέβαιος ότι έχει γραφτεί για μένα - ότι είχα γράψει εγώ τα λόγια, ότι η μουσική είχε βγει μέσα από την ψυχή μου. Πήγα αγόρασα τον δίσκο κι έγινα Καζαντζιδικός.
Πώς ήρθε η πρόταση για την ταινία Μόλις τελείωσε τη θητεία μου ως Πρόεδρος της Ακαδημίας Κινηματογράφου και παρέδωσα σκυτάλη, τη στιγμή που ήθελα να αποσυρθώ και να δουλέψω ένα σενάριο που είχα για κάτι δικό μου, χτυπάει το τηλέφωνο και είναι ο παραγωγός Διονύσης Σαμιώτης: «Έχω μία ταινία που λέγεται “Υπάρχω” σε ενδιαφέρει;» Το “Υπάρχω” του Καζαντζίδη - εννοείται, αν υπάρχει σενάριο κι αν βρούμε ποιος θα τον παίξει. Το πρώτο θα το βρίσκαμε, το δεύτερο όμως; Πράγματι, το σενάριο που ήρθε αρχικά ως working progress, ως ραχοκοκκαλιά, το δουλέψαμε πολύ με την Κατερίνα Μπέη, ήμασταν μία υπέροχη ομάδα, το φέραμε στα μέτρα μας. Παράλληλα όμως έτρεχε η άλλη αγωνία: ποιος θα παίξει τον Καζαντζίδη;
Ο Καζαντζίδης έχει ζήσει 10 ζωές. Εμείς εστιάσαμε στην περίοδο πριν φύγει για την Αμερική. Αυτή η περίοδος είχε μία αγιοσύνη - μεγάλη κουβέντα, αλλά αυτός ο άνθρωπος έκρυβε μία σπάνια καλοσύνη, μία αίσθηση δικαιοσύνης, έναν σεβασμό προς τη φύση, τα ζώα. Αυτός, ο ουρανός και η θάλασσα...» | Γιώργος Τσεμπερόπουλος
Photo credit: Mike Tsolis
Δεν έχει κανένα πρόβλημα που η ταινία αυτή είναι ανάθεση Μια κινηματογραφία χρειάζεται εμπνευσμένους παραγωγούς. Χωρίς creative producers το Σινεμά κινδυνεύει να γίνει αυτιστικό, αυτά τα λέω χρόνια τώρα. Θεωρώ επαγγελματική αντιμετώπιση στην τέχνη μας το να σε παίρνει ένας παραγωγός που έχει αναπτύξει ένα καλό project με όραμα. Διαφορετικά θα μένουμε μόνο με τα δικά μας σχέδια, στα φεστιβάλ μας, στη φούσκα μας. Το επαγγελματικό σύστημα παραγωγής είναι καλό να γεννά δουλειές, να προπονούνται οι σκηνοθέτες και στο mainstream.
Τι τον τρόμαξε, τι τον ενθουσίασε στην αναμέτρηση με τον Καζαντζίδη Με ενθουσίασε ότι θα κάνω μία ταινία για έναν άντρα πρότυπο εκείνης της εποχής, κι ότι είχα άμεση επαφή με το σενάριο - να επιλέξω τι με ενδιαφέρει, να απορρίψω τι δεν με αφορά. Ο Καζαντζίδης έχει ζήσει 10 ζωές. Εμείς εστιάσαμε στην περίοδο πριν φύγει για την Αμερική. Αυτή η περίοδος είχε μία αγιοσύνη - μεγάλη κουβέντα, αλλά αυτός ο άνθρωπος έκρυβε μία σπάνια καλοσύνη, μία αίσθηση δικαιοσύνης, έναν σεβασμό προς τη φύση, τα ζώα. Αυτός, ο ουρανός και η θάλασσα. Ηταν οικολόγος πριν γίνει δόκιμος ο όρος. Ηταν κι ο πρώτος ακτιβιστής στο επάγγελμα του. Οταν πέθανε, ο Ζαμπέτας είπε «θέλετε να σας πω διάφορα άλλα μεγαλόστομα, αλλά εγώ θα σας πω ότι αν δεν υπήρχε αυτός ο άνθρωπος να επιβάλει να παίρνουμε κι εμείς τα ποσοστά μας, θα είχαμε όλοι πεθάνει στην ψάθα. Σε αυτόν χρωστάμε ότι πάψαμε να είμαστε “νούμερα”…». Ταυτόχρονα ήταν στην πρώτη γραμμή να τσακωθεί, ευερέθιστος, τσαντίλας, δικομανής. Αυτό λοιπόν με τρόμαξε, ή αν θες με προκάλεσε: αν θα μπορούσα να δείξω όλες τις πλευρές αυτής τη σύνθετης προσωπικότητας όπως πρέπει. Αν θα καταφέρω μέσα από το σενάριο, μέσα από τα μάτια μου, μέσα από τα μάτια του Μάστορα να βγάλω την ψυχή του Καζαντζίδη.
Είχα μεγάλη αγωνία - ποιος θα μπορούσε να ενσαρκώσει αυτή την αρρενωπότητα και ταυτόχρονα την απόλυτη ευγένεια που είχε ο Καζαντζίδης; Ένας άντρας με αυτό το άγριο πρόσωπο, που έκρυβε μια τεράστια ψυχή, έναν δόκιμο λόγο. Ενας αρσενικός, με τόση γλύκα; | Γιώργος Τσεμπερόπουλος
Photo credit: Mike Tsolis
Πώς επέλεξε τον Χρήστο Μάστορα Ιανουάριο του 2023 ξεκίνησε το κάστινγκ. Βλέπαμε ηθοποιούς, αυτός είναι πολύ καλός αλλά δεν μπορεί να τραγουδήσει, αυτός μπορεί αλλά δεν είναι τόσο καλός. Είχαμε καταλήξει ότι όποιος κι αν ήταν θα τον ντουμπλάρουμε στα τραγούδια. Και πάλι όμως, είχα μεγάλη αγωνία - ποιος θα μπορούσε να ενσαρκώσει αυτή την αρρενωπότητα και ταυτόχρονα την απόλυτη ευγένεια που είχε ο Καζαντζίδης; Ένας άντρας με αυτό το άγριο πρόσωπο, που έκρυβε μια τεράστια ψυχή, έναν δόκιμο λόγο. Ένας αρσενικός, με τόση γλύκα; Και άντε και τον βρίσκαμε. Ποιος θα άφηνε τα 4 σήριαλ, τα 2 θέατρα, τι άλλο παίζει ταυτόχρονα αυτή την εποχή δεν ξέρω, για να έρθει να το κάνει;
Και κάπου εκεί ήρθε ο casting director Μάκης Γαζής με την πρόταση του Χρήστου Μάστορα. Είναι ακριβώς αυτό που ψάχνεις. Νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να του δώσεις μία ευκαιρία. Αρχίζω και τον ψάχνω και διαβάζω συνεντεύξεις του. Βλέπω πώς μιλάει για το πώς οι γονείς του ήταν μετανάστες, τις δικές του αρχές και τα πιστεύω και παθαίνω σοκ. Ένας σωστός άντρας, με ευγένεια και γλυκύτητα. Οπότε κλείνουμε μία συνάντηση. Aπό την πρώτη στιγμή που αρχίσαμε να μιλάμε, έγινε το κλικ. Υπήρχε κάτι μέσα στα μάτια του, μία αγωνία να επικοινωνήσουμε, που μου έδεσε με τη δική μου.
Μου έκανε την καλύτερη εντύπωση η αφοσίωση του. Τον φώναζα όταν έκανα κάστινγκ και για τους άλλους ρόλους. Του έλεγα «έρχεσαι;» και τα παρατούσε όλα κι ερχόταν. Αναγνώσεις, πρόβες επί προβών. Ήταν εκεί και ρουφούσε τα πάντα. Ήταν πολύ απαιτητική δουλειά. Είναι μία ταινία με 30 τραγούδια, διανύουμε πάρα πολλά χρόνια της ζωής του, με τον ίδιο πρωταγωνιστή να παίζει τον ήρωα από τα 20 έως τα 48.
«Θα ήθελα οι φανατικά Καζαντζιδικοί, οι φίλοι που ακόμα τον προστατεύουν, η γυναίκα του η Βάσω, ο Χρήστος Νικολόπουλος - όλοι αυτοί να δουν την ταινία και να πουν «Μπορεί το μπουζούκι να μην το πετύχατε δεν ήταν σωστό για εκείνη την εποχή, μπορεί εκεί να αστοχήσατε, μπορεί αλλού να κάνατε λάθος. Αλλά βγάλατε την ψυχή του Καζαντζίδη». Αυτό είναι το στοίχημα μου...» Γιώργος Τσεμπερόπουλος
Photo credit: Marilena Anastasiadou
Από που βγαίνει ο λυγμός του Καζαντζίδη Είχε θείο χάρισμα. Για αυτό κι όταν αποφάσισε να σταματήσει του την έπεσαν όλοι: «δεν έχει δικαίωμα». Όταν εκείνος αντιστάθηκε «δεν είμαι τζουκ μποξ», του είπε η Μαρινέλλα «δεν έχει δικαίωμα γιατί είσαι μόνο εσύ που έχεις αυτή τη φωνή και δεν μπορείς να την στερήσεις από όλους εμάς τους υπόλοιπους». Αλλά ταυτόχρονα δεν ήταν μόνο αυτό - δεν ήταν μόνο η φωνή, μόνο αυτό το “ηχείο”. Κάνοντας πρόβες έλεγα στον Χρήστο «εδώ που τραγουδάς αυτό, θα κάνεις κι αυτό ταυτόχρονα» και μου έλεγε «δεν γίνεται». Δεν γίνεται κάποιος να κλαίει και να τραγουδάει. Μπουκώνεις, δεν βγαίνει η φωνή. Κι όμως, υπήρχαν στιγμές, από τις πρόβες ακόμα, που συντονιζόταν με κάτι και έβγαινε αυτό το μαγικό. Και του έλεγα «να, να αυτό θέλω, αυτό από που βγήκε;» Και μου απαντούσε «από τα κόκκαλα».
Τι θέλει να εισπράξει ο κόσμος βγαίνοντας από την αίθουσα Υπάρχει ακόμα και σήμερα μεγάλη λατρεία για τον Καζαντζίδη. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι φανατικά Καζαντζιδικοί. Συνέχεια έρχονται τα παιδιά σου συνεργείου με φωτογραφίες γιατί, για παράδειγμα, μπήκαν σε ένα ταξί με εικονοστάσιο του Καζαντζίδη, ή ένα περίπτερο που πουλούσε μπρελόκ του Καζαντζίδη, ή μια ταβέρνα με φωτογραφίες του Καζαντζίδη στον τοίχο. Εχει τους περισσότερους συλλόγους φίλων, τα φαν κλαμπ, στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα υπάρχουν και παλιοί του φίλοι που, ακόμα κι αν κάποια στιγμή μπορεί να τα τσούγκρισαν, είναι ορκισμένοι φίλοι και θα τους βρεις απέναντι σου αν δεν αποδώσεις κάτι σωστά. Τέλος, υπάρχει η γυναίκα του, η κυρία Βάσω, υπάρχει ο Χρήστος Νικολόπουλος. Θα ήθελα λοιπόν όλοι αυτοί να δουν την ταινία και να πουν «Μπορεί το μπουζούκι να μην το πετύχατε δεν ήταν σωστό για εκείνη την εποχή, μπορεί εκεί να αστοχήσατε, μπορεί αλλού να κάνατε λάθος. Αλλά βγάλατε την ψυχή του Καζαντζίδη». Αυτό είναι το στοίχημα μου.
Το «Υπάρχω» θα κάνει πρεμιέρα στις ελληνικές αίθουσες στις 19 Δεκεμβρίου από την Tanweer