«Για ένα 19χρονο αγόρι χωρίς εγγυήσεις για το μέλλον του, το μοναδικό μέρος στον κόσμο όπου ένιωθε ζωντανό ήταν η φαντασία. Δεν υπήρχε ελευθερία στον κόσμο της πραγματικότητας. Στο φανταστικό κόσμο κάθε μεταμόρφωση ήταν δυνατή».
Κάπως έτσι περιγράφει ο Γιοσιχίρο Τατσούμι την εποχή που ζωγράφιζε για λογαριασμό μεγάλων εκδοτικών οίκων, οι οποίοι εξέδιδαν συλλογές manga από διαφορετικούς καλλιτέχνες που οι αναγνώστες δανείζονταν από τα καταστήματα και τα επέστρεφαν μόλις τα είχαν διαβάσει. Η πρακτική ήταν πως οι καλλιτέχνες και οι συγγραφείς κλείνονταν μέσα σε κοινόχρηστα δωμάτια για ολόκληρες μέρες ή και εβδομάδες προκειμένου να συνεχίσουν απρόσκοπτα την παραγωγή των συλλογών. Από τη φύση του ελεύθερος και ανήσυχος, ο Τατσούμι, όμως, θα έβγαινε γρήγορα από την απομόνωση για να μοιραστεί το όραμά του.
Η φιλοδοξία του ήταν να πειραματιστεί πάνω στο είδος, προκειμένου να δημιουργήσει το «manga που δεν είναι manga» και η έμπνευσή του δεν θα μπορούσε παρά να έρθει από το σινεμά. Αφού καταβρόχθισε το σύνολο των αμερικανικών και ιαπωνικών ταινιών της εποχής, τόλμησε να αντικαταστήσει τις «ατάκες» με σενάριο, τη νεανική αφέλεια με έναν ενήλικο ρομαντισμό και τον κλασικό σχεδιασμό με μια πρωτόγνωρη αίσθηση ρεαλισμού. Το αποτέλεσμα ήταν ένα μανιφέστο («gekiga») το οποίο θα συνυπόγραφαν και άλλοι καλλιτέχνες το 1957 και το οποίο θα άλλαζε για πάντα την ιστορία των manga.
Ο Ερικ Κου από τη Σιγκαπούρη διάβασε τα πρώτα κόμικς του Τατσούμι την εποχή που ήταν ακόμη έφηβος στο στρατό. «Συγκινήθηκα αμέσως από τη θλίψη και την ομορφιά των ιστοριών του», δηλώνει ο 46χρονος σκηνοθέτης ο οποίος ξεκίνησε την καριέρα του στα κόμικς πριν αφοσιωθεί στο σινεμά και ανακηρυχθεί, στα είκοσί του χρόνια, με την πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, το «Mee Pok Man» το 1995, ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του ασιατικού σινεμά. Από τότε και μέχρι σήμερα, ο Κου είναι μόνιμος κάτοικος του φεστιβάλ Καννών, αφού η δεύτερη ταινία του («12 Storeys») ήταν το 1997 η πρώτη ταινία από τη Σιγκαπούρη που συμμετείχε ποτέ στο φεστιβάλ (στο τμήμα «Ενα Κάποιο Βλέμμα), το «Be With Me» του 2005 η ταινία που άνοιξε το «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» και το «My Magic» του 2008 η πρώτη του ταινία που συμμετείχε στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα του φεστιβάλ.
Α Drifting Life
Οταν, πέρσι, ο Κου διάβασε την αυτοβιογραφία του Τατσούμι, «Α Drifting Life», που κυκλοφόρησε το 2009, αποφάσισε πως είχε έρθει η στιγμή να αποτίσει φόρο τιμής στον ήρωά του και κάπως έτσι ξεκίνησε η περιπέτεια του «Τatsumi», το οποίο βασίζεται σε πέντε ιστορίες του «A Drifting Life», αλλά και σε ιστορίες που έφτιαξε ειδικά για τον Κου ο μεγάλος καλλιτέχνης. Χρειάστηκαν τρεις ώρες, το 2008, μέσα στις οποίες ο Κου έπεισε τον Τατσούμι – μέσω διερμηνέα - να συνηγορήσει για την έναρξη του σχεδίου για μια ταινία αφιερωμένη στον ίδιο και τη ζωή του. «Οταν πήγα στην Ιαπωνία για να τον συναντήσω, η πρώτη μας συνάντηση έγινε στο υπόγειο ενός καφέ. Είχα κανονίσει από πριν να δει τις ταινίες μου και χάρηκα όταν μου είπε πως του άρεσαν. Αλλά νομίζω πως αυτό που τον έκανε να νιώσει άνετα ήταν όταν του απέδειξα ότι μπορώ να ζωγραφίζω. Είχα κάνει κάτι προσχέδια για το πως φανταζόμουν την ταινία. Περάσαμε τρεις ώρες μαζί και έτσι μου έδωσε την ευλογία του για να κάνω την ταινία. Κατάφερα να τον πείσω ακόμη και να κάνει ο ίδιος το voice over της ταινίας. Δεν έχω ξανακάνει animation πριν, αλλά δεν υπήρχε ποτέ η σκέψη πως αυτή η ταινία θα γίνοταν σε live action. Υπάρχει τόσος ουμανισμός σε αυτές τις ιστορίες. Αυτό που πραγματικά με γοητεύει είναι ότι ο Τατσούμι στην πραγματικότητα μιλάει για τη διαχρονική ανθρώπινη κατάσταση. Μπορεί να είναι παλιές ιστορίες, αλλά μοιάζουν τόσο φρέσκες.»
Ετσι ο Κου κάλεσε τον Τατσούμι στη Σιγκαπούρη, ηχογράφησε τις αναμνήσεις του και μεγέθυνε τα κόμικς του, προκειμένου να γεμίσουν την κινηματογραφική οθόνη και έτσι να μπορεί να έχει αληθινά storyboards. Στη συνέχεια κινηματογράφησε αληθινούς ηθοποιούς που έπαιξαν τη δράση και παρέδωσε το υλικό στους Ινδονήσιους animators με τους οποίους συνεργάστηκε. Το χρώμα και το σχέδιο ακολουθούν πιστά το στυλ του «gekiga» που εγκαινίασε τη δεκαετία του '50 ο Τατσούμι: οι σκηνές από τα κόμικς του είναι σε διαφορετικές αποχρώσεις του ίδιου χρώματος («περισσότερο σαν τα μπλουζ και τη τζαζ του Τσετ Μπέικερ»), ενώ οι σκηνές από τη ζωή του είναι πολύχρωμες.
Η ταινία, που κόστισε συνολικά 800 χιλιάδες δολάρια, θα κάνει την πρεμιέρα της στο φεστιβάλ των Καννών, στο τμήμα «Ενα Κάποιο Βλέμμα», ένα μήνα μετά την κυκλοφορία στη Γαλλία του «A Drifting Life» και ένα μήνα πριν ο Τατσούμι γιορτάσει τα 76α του γενέθλια. Ο Ερικ Κου είναι σίγουρος πως ο ήρωάς του θα είναι παρών στην προβολή: «Η ταινία έγινε γι' αυτόν. Ελπίζω πως ακόμη και όσοι δεν είναι θαυμαστές των κόμικς θα θελήσουν μετά την ταινία να γνωρίσουν τη δουλειά του. Θέλω να δώσω στον ίδιο και στο έργο του το διεθνές κοινό που του αξίζει».
Tags: Cannes Film Festival, ΚΑΝΝΕΣ, ΕΡΙΚ ΚΟΥ, ERIC KHOO, ΕΝΑ ΚΑΠΟΙΟ ΒΛΕΜΜΑ, UN CERTAIN REGARD, Cannes 2011