Δεν ήθελαν με αυτόν τον περίεργο τίτλο να πρωτοτυπήσουν ή να φτιάξουν κάποιο καινούργιο μοδάτο σλόγκαν οι δημιουργοί του ντοκιμαντέρ. Απλούστατα η ταινία τους, το λέει και ο υπότιτλός της, «Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», αφορά την περίοδο της προσωπικής και καλλιτεχνικής ενηλικίωσής της στην Αθήνα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Από το 1937 έως το 1945. Χωρίς Μετροπόλιταν Οπερα και Σκάλα του Μιλάνου. Εδώ, στην Πατησίων και την Κλαυθμώνος. Να πεινάει μαζί με όλους. Να δουλεύει σκληρά μόνη της και με τη θρυλική δασκάλα της στο Ωδείο Αθηνών, Ελβίρα ντε Ιντάλγκο.
Ηταν ένα 14χρονο κοριτσάκι, που έρχεται από την Αμερική και συστήνεται στους συμμαθητές της στο Εθνικό Ωδείο ως Μαίρη Καλογεροπούλου. Υπογράφει το 1940 ως Μαριάννα το πρώτο της συμβόλαιο με τη νεοσύστατη, τότε, Λυρική Σκηνή. Τον Μάρτιο του 1945, λίγο πριν ανοίξει τα φτερά της για το εξωτερικό, εμφανίζεται σε συναυλία στην Αθήνα ως Mary Callas. Γίνεται διάσημη ως Maria Callas. Kαι επιστρέφει δώδεκα χρόνια μετά στην Αθήνα και τραγουδά στο Ηρώδειο, σουπερ σταρ πια, ως Μαρία Μενεγκίνι Κάλλας.
Πατησίων 61. Φωτό Κρις Γιατράκος
Αυτή τη συναρπαστική, ηρωική ιστορία πάθους, αφοσίωσης και τεράστιας δύναμης της δικής μας, εντελώς δικής μας τότε, Μαρίας Κάλλας, αυτά τα άγνωστα στους περισσότερους, μπορεί και όλους, πρώτα χρόνια της στην Αθήνα, αφηγείται το ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία». Κύριος δημιουργός του ένα γνωστό και αγαπητό στέλεχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο καλλιτεχνικός σύμβουλος Προγραμματισμού και Επικοινωνίας της ΕΛΣ, Βασίλης Λούρας. Δικιά του η ιδέα, η έρευνα και το σενάριο. Υπογράφει και τη σκηνοθεσία μαζί με τον Μιχάλη Ασθενίδη. Η παραγωγή είναι, φυσικά, της Λυρικής μαζι με την εταιρεία Escape.
Μιλήσαμε με τον Βασίλη Λούρα αφού, πρώτα, είδαμε - και δακρύσαμε και θαυμάσαμε και νοιώσαμε υπερήφανοι - τη δουλειά του.
Πώς σου ήρθε η ιδέα; Ενοιωθες ότι είχαμε πήξει σε ταινίες και παραστάσεις για την Κάλλας, που παραείχαν δόσεις από έρωτες, δίαιτες, ρούχα και μοναξιά; Οτι εμείς οι Ελληνες θα 'πρεπε να ασχοληθούμε και με τη δικιά μας Κάλλας;
Ακριβώς. Από τότε που ήρθα στη Λυρική το 2011, στο «Ολύμπια» τότε, σε κάθε παραγωγή που ανεβάζαμε συναντούσα το όνομα της Κάλλας. Είτε γιατί αυτό το έργο το είχε τραγουδήσει, είτε γιατί είχε επηρεάσει κάποιον τραγουδιστή. Μέσα μου κτιζόταν σιγά-σιγά κάτι. Κάποια στιγμή πήγα, μάλιστα, και στο αρχείο μας να δω τι υπάρχει. Γύρω στο 2019 νομίζω, όταν αρχίσαμε να προσκαλούμε ξένους δημοσιογράφους να δουν παραστάσεις μας για να γράψουν, τους λέγαμε κάποια πράγματα για την Κάλλας σε σχέση με τη Λυρική. Δεν είχαν ιδέα ότι η Κάλλας ξεκίνησε από 'δω. Ή έλεγα σε κάποιον, «ξέρεις ότι η πρώτη παράσταση της Κάλλας με την "Τόσκα" έγινε στην πλατεία Κλαυθμώνος;» Δεν το ήξερε κανένας. Ετσι, με την αφορμή των 100 χρόνων από τη γέννησή της, σκέφτηκα ότι είναι πολύ σημαντικό να μιλήσουμε για τη δική μας ιστορία με την Κάλλας. Τής Λυρικής και της Ελλάδας. Το πρότεινα στον Γιώργο Κουμεντάκη, μου είπε κατευθείαν, «εννοείται, όσο χρειαστεί θα σε στηρίξω» και ξεκινήσαμε. Δεν ειχα ιδέα τι μάς περίμενε, ήμουνα εντελώς ανυποψίαστος και άσχετος, αλλά το κάναμε.
Το μόνο βάρος που ένοιωθα ήταν σε σχέση με την Κάλλας. Γιατι ερχόμουνα εγώ, ένας άνθρωπος με καμμία σχετική εμπειρία, που ξεκινούσε από το μηδέν, να μιλήσω για ένα μυθικό πρόσωπο, μόνο με την αγάπη μου γι’ αυτήν και επειδή καταλάβαινα ότι τα πρώτα ελληνικά της χρόνια ήταν μια περίοδος της ζωής της πολύ υποτιμημένη, που θα άξιζε να γίνει γνωστή.»
Το γεγονός ότι το ντοκιμαντέρ ήταν «παιδί» ενός επίσημου, κρατικού φορέα μήπως έβαζε κάποια όρια και σκοπιμότητες στο χειρισμό του υλικού σου; Αλλο να είσαι ένας αυτόνομος ερευνητής χωρίς να κουβαλάς και το βάρος ενός θεσμού.
Αυτό που λες δεν το σκέφτηκα καθόλου. Πολύ πιο σημαντική από τον οργανισμό ήταν η ίδια η Κάλλας. Το μόνο βάρος που ένοιωθα ήταν σε σχέση με την Κάλλας. Γιατι ερχόμουνα εγώ, ένας άνθρωπος με καμμία σχετική εμπειρία, που ξεκινούσε από το μηδέν, να μιλήσω για ένα μυθικό πρόσωπο, μόνο με την αγάπη μου γι’ αυτήν και επειδή καταλάβαινα ότι τα πρώτα ελληνικά της χρόνια ήταν μια περίοδος της ζωής της πολύ υποτιμημένη, που θα άξιζε να γίνει γνωστή. Ο μόνος μου φόβος ήταν πώς θα σταθούμε ο Μιχάλης Ασθενίδης, ο συνσκηνοθέτης, εγώ και όλη η ομάδα αντάξιοι της Κάλλας, που θέλαμε να τιμήσουμε.
Οι συντελεστές του ντοκιμαντέρ στην Επίδαυρο. Φωτογραφία Κρις Γιατράκος
Η Λυρική σάς άνοιγε πάντως δρόμους, σας έδινε προνόμια στη δουλειά σας.
Η Λυρική ήταν όντως ένα πλαίσιο πολύ ασφαλές. Και ούτε τέθηκαν ποτέ ζητήματα κατευθύνσεων ή απαγορεύσεων, με τον Κουμεντάκη δεν παίζουν αυτά. Και εννοείται ότι μας προσέφερε προνόμια η σχέση μας με τη Λυρική. Αν δεν είχαμε την πρόσβαση στο αρχείο της, στις συλλογές, που έλαβε τα τελευταία χρόνια, και στη γνώση των ανθρώπων της, δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε το ντοκιμαντέρ. Και, φυσικά, εννοείται, χωρίς την οικονομική της στήριξη, τις χορηγίες κλπ.
Σε τι κατάσταση βρίσκονται, λοιπόν, σε σχέση με την Κάλλας όχι μόνο το δικό σας αρχείο, αλλά και των άλλων οργανισμών, του Εθνικού Ωδείου και του Ωδείου Αθηνών; Αξιοπρεπή ή προβληματική;
Ολα τα αρχεία τώρα είναι πολύ οργανωμένα. Οπως λέει, όμως, ο Πετσάλης-Διομήδης στο βιβλίο που έγραψε για την Κάλλας το 1998, κάνοντας την έρευνά του μεταξύ 1992 και 1998, μια από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις του ήταν τα αρχεία των οργανισμών, που σχετίζονται με την Κάλλας, του Εθνικού Θεάτρου, της Λυρικής, του Ωδείου Αθηνών. Ηταν χάλια. Κλεμμένοι φάκελοι, κλεμμένα κοστούμια, όλα αυτά κυρίως στις δεκαετίες ’70 και ’80. Ο,τι διασώθηκε από εκείνες τις φρικτές δεκαετίες, είναι πια τρομερά οργανωμένο, καταλογογραφημένο, ξέρουμε ακριβώς τι έχουμε κι εμεις και το Ωδείο Αθηνών. Το Εθνικό Ωδειο έχει δώσει όλο το αρχείο του Καλομοίρη στη Μουσική Βιβλιοθήκη του Μεγάρου. Αρα η έρευνα στα αρχεία ήταν μια πολύ εύκολη διαδικασία, απλώς υπάρχουν λίγα πράγματα.
Αύγουστος του 1977, Παρίσι, και η Κάλλας κάνει κάθε μέρα πρόβες με τη Δεβετζή στο πιάνο. Ενα μήνα πριν πεθάνει. Σε ένα απλό κασετόφωνο η Κάλλας κάθε μέρα, πάνω στην ίδια κασέτα έγραφε, έσβηνε και ξανάγραφε, τη μελέτη που έκανε με τη Δεβετζή. Εγραφε, εσβηνε, γι’ αυτό και ήταν σχεδόν κατεστραμμένη. Και, φυσικά, το σπουδαίο που αποδεικνύει αυτή η ηχογράφηση είναι ότι η φωνή της είχε επανέλθει.»
Οπότε; Τα κενά πώς καλύπτονται;
Ειμαστε απλώς τυχεροί, μέσα στην ατυχία μας, που υπάρχουν για την Κάλλας δυο βιβλία. Το «Μαρία Κάλλας, Η ελληνική σταδιοδρομία της» του Πολύβιου Μαρσάν, που βγήκε το 1982. Και το «Η άγνωστη Κάλλας» του Νικολάου Πετσάλη-Διομήδη. Δυστυχώς κανένας από τους δυο τους δεν ζει, η σύζυγος, όμως, και οι κόρες του Πετσάλη-Διομήδη μας βοήθησαν πάρα πολύ. Ο Μαρσάν βρήκε και χαρτογράφησε όλες τις εμφανίσεις της Κάλλας στην Ελλάδα εκείνα τα χρόνια. Μέχρι να βγει το βιβλίο του, επικρατούσε μια θολή κατάσταση, δεν ξέραμε πότε έκανε το ένα, πού έκανε το άλλο. Ο Μαρσάν βρήκε τα προγράμματα όλων των εμφανίσεών της. Η έρευνά του αφορούσε μόνο αυτό το κομμάτι, αλλά είναι τρομερά σημαντική. Μετά ήρθε ο Πετσάλης-Διομήδης, που ήταν ιστορικός, και έκανε μια πολύ μεγάλη έρευνα ανάμεσα σε όλους όσους ζούσαν ακόμα τη δεκαετία του ’90 και είχαν ζήσει την Κάλλας στα πρώτα της ελληνικά βήματα. Ολοι αυτοί περιέγραψαν και τα γύρω-γύρω από τις εμφανίσεις της. Είναι ένα απίστευτο βιβλίο, γύρω στις 800 σελίδες. Αυτά τα δυο βιβλία ήταν η βάση μας, η αφετηρία μας. Από εκεί ξεκινήσαμε και τη δικιά μας έρευνα, συμπληρώνοντας πράγματα και ανακαλύπτοντας ευτυχώς και μερικούς θησαυρούς.
Αρχείο Εθνικού Ωδείου. Φωτογραφία Βαλέρια Ισάεβα
Σκέφτομαι με δέος την ηχογράφηση με την Κάλλας να τραγουδά και τη Δεβετζή να τη συνοδεύει στο πιάνο, λίγο πριν πεθάνει.
Αυτή η κασέτα βρέθηκε στο αρχείο της πιανίστα Βάσως Δεβετζή. Μέχρι σήμερα έχει ακουστεί μόνο ένα λεπτό από αυτήν, το 1979, στην πρώτη έκθεση που είχε γίνει για την Κάλλας στο Μουσείο Carnavalet του Παρισιού. Εμείς βάζουμε στην ταινία εφτά ολόκληρα λεπτά, που είναι η πλήρης μελέτη από την Κάλλας της άριας Madre pietosa vergine από την «Δύναμη του Πεπρωμένου» του Βέρντι. Ολοι θεωρούσαν ότι δεν σώζεται τίποτα άλλο, η κασέτα βρισκόταν πραγματικά σε άθλια κατάσταση. Την πήρε όμως ο Αρης Χριστοφέλλης, που εκτός από κορυφαίος λυρικός καλλιτέχνης είναι και ειδικός στην Κάλλας, μπήκε στο στούντιο και προσπάθησε νότα-νότα να την καθαρίσει. Ακόμα και οι διάλογοι μεταξύ Κάλλας και Δεβετζή, που ακούγονται στην ταινία, αρχικά ήταν αδύνατον να ακουστούν.
Ετσι ακούμε και την Κάλλας να αναφωνεί «ανάθεμα», σαν γνήσια θυμωμένη ελληνίδα, όταν μια νότα δεν της κάθεται.
Δεν είναι υπέροχο; Οι πρόβες της μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής της γίνονταν στα ελληνικά. Τι συνέβη; Αύγουστος του 1977, Παρίσι, και η Κάλλας κάνει κάθε μέρα πρόβες με τη Δεβετζή στο πιάνο. Ενα μήνα πριν πεθάνει. Σε ένα απλό κασετόφωνο η Κάλλας κάθε μέρα, πάνω στην ίδια κασέτα έγραφε, έσβηνε και ξανάγραφε, τη μελέτη που έκανε με τη Δεβετζή. Εγραφε, εσβηνε, γι’ αυτό και ήταν σχεδόν κατεστραμμένη. Και, φυσικά, το σπουδαίο που αποδεικνύει αυτή η ηχογράφηση είναι ότι η φωνή της είχε επανέλθει. Φαίνεται ότι προσπαθούσε μέχρι την τελευταία στιγμή κάτι να κάνει. Δεν είχε εγκαταλείψει την μουσική. Δυστυχώς δεν πρόλαβε. Είναι, πάντως, ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο αυτή η ηχογράφηση. Είμαστε πολύ τυχεροί που το έχουμε, χάρη στην ανηψιά της Βάσως Δεβετζή, τη Βικτωρία Πυλαρινού, και τον Αρη Χριστοφέλλη.
Ηθελα να καταρρίψουμε αυτήν την ανόητη κατηγορία ότι η Κάλλας συνεργάστηκε με τους Γερμανούς. Ετσι συγκέντρωνα όλα τα στοιχεία που έδειχναν ότι δεν ισχύει αυτό, ότι οι καλλιτέχνες , που δούλευαν στα κρατικά θέατρα δεν είχαν επιλογή.»
Υπήρχε κάτι που ήθελες οπωσδήποτε να τονίσεις και αναδείξεις από την ελληνική περίοδο της Κάλλας;
Ηθελα να καταρρίψουμε αυτήν την ανόητη κατηγορία ότι η Κάλλας συνεργάστηκε με τους Γερμανούς. Ετσι συγκέντρωνα όλα τα στοιχεία που έδειχναν ότι δεν ισχύει αυτό, ότι οι καλλιτέχνες , που δούλευαν στα κρατικά θέατρα δεν είχαν επιλογή. Οταν ήρθαν οι Γερμανοί, οι κρατικοί φορείς, όπως ήταν το Εθνικό Θέατρο και η Λυρικη Σκηνή, άλλαξαν διοικήσεις, οι κατοχικές αρχές διόρισαν νέες. Ηταν αυτονόητο ότι αυτές οι διοικήσεις προγραμμάτιζαν εκδηλώσεις για τις κατοχικές αρχές ή σε συνεργασία με τα μουσικά σύνολα των κατοχικών αρχών, γιατί υπήρχαν μαέστροι και σύνολα που έρχονταν απέξω. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι η πρώτη «Τόσκα» που έκανε η Κάλλας ερμηνεύτηκε και στα ελληνικά και στα ιταλικά, έγινε γιατί στα ιταλικά έπρεπε να την παρακολουθήσουν οι Ιταλοί. Δεν υπήρχε επιλογή, να πει η Κάλλας, «εγώ δεν το λέω στα ιταλικά».
Ποια ήταν η μεγαλύτερη «ανάκάλυψή» σου, αυτή που ίσως σε άγγιξε περισσότερο και προσωπικά;
Κάτι που σίγουρα δεν είχα υπολογίσει όταν ξεκινούσα και το κατάλαβα στην πορεία. Η τρομαχτική δύναμη αυτής της γυναίκας. Δεν μπορούσα ποτέ να διανοηθώ ότι μέσα στα χρόνια του πολέμου ένα κοριτσάκι 18, 19, 20 ετών, με τι δύναμη θα αντιμετώπιζε τα πάντα, που ήταν εναντίον της. Πείνα, φόβο, κατηγορίες. Πόση στοχοπροσήλωση είχε για να μην αφήσει να την επηρεάσει τίποτα και να μαθαίνει έναν ρόλο μέσα σε ένα βράδυ.
Συνέντευξη με την Ολγκα Μπουρλατσένσκο. Φωτογραφία Α. Σιμόπουλος
Εμένα με συγκίνησε πολύ που κατάλαβα ότι η νεαρή Κάλλας είχε ήδη από τότε στην Αθήνα τους φαν της, αυτούς τούς φοβερούς τύπους που έρχονται με πάθος στη Λυρική και ουρλιάζουν «μπράβα» στο χειροκρότημα.
Βέβαια. Αυτό το ήξερα από την αρχή και ήθελα να το τονίσω. Οτι η Κάλλας δεν δημιουργήθηκε στην Ιταλία, η Κάλλας δημιουργήθηκε εδώ. Και το λέει και η ίδια, το έχω βάλει στην ταινία, «η πρώτη μου καριέρα ήταν στην Ελλάδα. Από αυτήν την καριέρα έμαθα τα πάντα και τώρα μπορώ να αντιμετωπίζω κάθε πρόσκληση». Οταν είχε αναγκαστεί να κάνει πρόβες μέσα στην πείνα και να ανταλλάζει τις προσκλήσεις για τις εμφανίσεις της με γλυκά ενώ συγχρόνως δεχόταν επιθέσεις από όλους, φυσικά μετά, οποιαδήποτε πρόσκληση στην Ιταλία θα της φαινόταν παιχνιδάκι.
Εχετε, όμως, στην ταινία και την δεύτερη «ελληνική περίοδο» της Κάλλας, όταν επιστρέφει και συνεργάζεται με τη Λυρική Σκηνή στο Ηρώδειο (1957) και στην Επίδαυρο (1960, 1961). Τότε που ήταν σταρ. Φαντάζομαι ήταν πιο εύκολη η έρευνά σας για τα χρόνια αυτά.
Ναι, γιατι ζουν ακόμα άνθρωποι που είχαν δουλέψει μαζί της, όπως η υπέροχη Κική Μορφωνιού που τραγούδησε μαζί της στην Επίδαυρο και ο Ιωάννης Μπαστιάς, γιος του ιδρυτικού διευθυντή της Λυρικής, Κωστή Μπαστιά. Αλλά και πάλι, δεν είναι και τόσο γκλάμορους αυτό το κομμάτι, γιατί είδες τι έγινε το 1957.
Ακριβώς επειδή ο εμφύλιος ήταν ακόμα πάρα πολύ κοντά και τα ζητήματα πολύ καυτά μεταξύ των παρατάξεων, όφειλε η αντιπολίτευση (Γεώργιος Παπανδρέου - Σοφοκλής Βενιζέλος), να κατηγορήσει τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον υπουργό Προεδρίας Κωνσταντίνο Τσάτσο ότι είναι σκάνδαλο να φέρνουν την Κάλλας με 9.000 δολλάρια. Που θα τα πάρει και θα τα πάει στο εξωτερικό! Ηταν ένας συνδυασμός λαϊκισμού και πολιτικής διαμάχης.»
Εχεις καταλάβει γιατί και από ποιόν ξεκίνησε αυτή η άθλια επίθεση των «Νέων» στην Κάλλας; Βέβαια, στην Ελλάδα ζω, τίποτα δεν με εκπλήσσει. Αλλά σήμερα μου φαίνεται κάτι σαν ιεροσυλία να χτυπάς την Κάλλας.
Η αίσθησή μου είναι ότι ήταν ένα καθαρά πολιτικό ζήτημα. Κατ’ αρχάς ήταν μια από τις κοκορομαχίες αντιπολίτευσης και κυβέρνησης που βιώνουμε και σήμερα. Αλλά ήταν και κάτι παραπάνω. Ακριβώς επειδή ο εμφύλιος ήταν ακόμα πάρα πολύ κοντά και τα ζητήματα πολύ καυτά μεταξύ των παρατάξεων, όφειλε η αντιπολίτευση (Γεώργιος Παπανδρέου - Σοφοκλής Βενιζέλος), να κατηγορήσει τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον υπουργό Προεδρίας Κωνσταντίνο Τσάτσο ότι είναι σκάνδαλο να φέρνουν την Κάλλας με 9.000 δολλάρια. Που θα τα πάρει και θα τα πάει στο εξωτερικό! Ηταν ένας συνδυασμός λαϊκισμού και πολιτικής διαμάχης με την γνωστή παλιά ιστορία φθόνου και μίσους για την Κάλλας. Δυστυχώς αυτή συνεχιζόταν από το 1945. Και τώρα, που έχει γίνει παγκόσμια σταρ, γιγαντώνεται. Η Κάλλας, όσο ψιλοπροετοιμασμένη κι αν ήταν, τα δημοσιεύματα εναντίον της είχαν αρχίσει, άλλωστε, μήνες πριν έρθει στην Αθήνα (ήταν πολύ ενδιαφέρον που τα βρήκαμε όλα στο αρχειο του ΔΟΛ), δεν μπορούσε να φανταστεί ότι με το που θα πατούσε το πόδι της στην Ελλάδα η κατάσταση θα οξυνόταν, ότι οι πολιτικοί αρχηγοί θα αρνιούνταν να πάνε στο Ηρώδειο, ότι θα υπήρχαν απειλές για βόμβα στη Μεγάλη Βρετανία.
Είναι πολύ ωραίο και ταριαστό ένα «ελληνικό» ντοκιμαντέρ για την Κάλλας να μπορεί να έχει ως βασικό ηχητικό μοτίβο του το ρεσιτάλ στο Ηρώδειο.
Εχει κυκλοφορήσει κιόλας. Πήραμε τα δικαιώματα και παίζουμε αποσπάσματα. Αυτό που είναι ενδιαφέρον είναι ότι, ενώ η Κάλλας ήταν τρομαγμένη βγαίνοντας στο ρεσιτάλ - μπορείς να το φανταστείς; - έδωσε μια συγκλονιστική ερμηνεία με τεράστιας δυσκολίας άριες, από Βάγκνερ μεχρι Ντονιτσέτι, από πολύ βαρύ γερμανικό ρομαντισμό μέχρι μπελκάντο, το ίδιο βράδυ. Σήμερα καμμιά τραγουδίστρια στον κόσμο δεν μπορεί να κάνει τέτοιο ρεσιτάλ. Εμείς, φέτος, που οργανώσαμε στο Ηρωδειο ένα ρεσιτάλ με το ίδιο ρεπερτόριο, είχαμε τέσσερις διαφορετικές κορυφαίες τραγουδίστριες.
Μήδεια στην Επίδαυρο, 1951, φωτογραφία Κλεισθένης, αρχείο ΕΛΣ
Σε τι κοινό απευθύνεστε; Μόνο στο δικό σας, το φανατικό της όπερας ή και σε αυτό που τρέχει να δει την Μπελούτσι στο Ηρώδειο να παίζει την Κάλλας; Εχετε, όμως, καταφέρει με μικρές σοφές δόσεις από γκλαμουριά να μην κάνετε ένα αυστηρό ντοκιμαντέρ για ειδικούς.
Αυτό ακριβώς. Δεν θέλαμε να κάνουμε κάτι σοβαροφανές. Αλλά, σίγουρα, όπως είδες, αποφύγαμε τελείως το κομμάτι του Ωνάση και γενικά όλο αυτό το τύπου γκλάμορους και cosmopolitan που δεν μας ενδιέφερε καθόλου. Θέλαμε όλο το ντοκιμαντέρ να είναι πάνω στην τέχνη της, αλλά προφανώς και με κάποια στοιχεία από την προσωπική της ζωή - γιατί στην κατοχή δεν μπορούσες να το αποφύγεις. Μακάρι να μπορέσει να απευθυνθεί και στο μεγάλο κοινό, αυτό θα θέλαμε. Αλλά, βασικά, θέλουμε να μαθευτεί η ελληνική ιστορία της Κάλλας. Δεν θεωρώ ότι είμαστε δημιουργοί ενός πράγματος που είναι καινούργιο, όχι, προσπαθήσαμε να βρούμε όλα τα κομμάτια, να τα βάλουμε δίπλα-δίπλα και να αφηγηθούμε μια ιστορία. Που θα μείνει. Γιατί το βιβλίο του Πετσάλη-Διομήδη των 800 σελίδων, που δυστυχώς δεν επανακυκλοφόρησε, όπως θα 'πρεπε, φέτος, δεν το διαβάζει κανείς εύκολα, έχει πάρα πολλές πληροφορίες και σημειώσεις. Μια ταινία μιάμισης ώρας πιστεύω ότι μπορεί κάποιος να τη δει κι ας μην είναι ειδικός στη μουσική και στην Κάλλας.
Ενα ντοκιμαντέρ είναι κυρίως κινηματογράφος, κι εδώ που τα λέμε το πλούσιο υλικό σας και η υπέροχη ιστορία σας δεν είχε αυτό που αποκαλούμε «κινηματογραφική» γοητεία. Πώς το αντιμετωπίσατε αυτό το πρόβλημα;
Αν δεν είχα δίπλα μου τον σκηνοθέτη Μιχάλη Ασθενίδη, εγώ, που καμμία σχέση δεν έχω με τα κινηματογραφικά, τίποτα δεν θα κατάφερνα. Δουλεύουμε μαζί από το 2019, κάνουμε όλα τα βίντεο της Λυρικής. Η σκέψη ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε και κάτι μεγαλύτερο ξεκίνησε μέσα στην πανδημία, όταν αναγκαστήκαμε να κάνουμε μεγαλύτερα βίντεο. Εκεί που σε κανονικές συνθήκες κάναμε τρίλεπτα και τετράλεπτα, φτάσαμε σε 45λεπτα. Τότε δεν είχαμε παραστάσεις, τότε δημιουργήσαμε την ψηφιακή πλατφόρμα GNOtv και κάναμε διαδικτυακά φεστιβάλ, μια ιδέα του Γιώργου Κουμεντάκη. Αυτή η εμπειρία και, κυρίως, η κινηματογραφική ματιά του Μιχάλη και ο απίστευτος σε ευκολία και καλό αποτέλεσμα τρόπος που χειρίζεται το υλικό του, σε γύρισμα και μοντάζ, με ενέπνευσαν. Αν δεν υπήρχαν όλα αυτά, ντοκιμαντέρ δεν θα γινόταν. Ο,τι έρευνα κι αν είχα κάνει, χωρίς καλό σκηνοθέτη δεν θα πήγαινα πουθενά.
Από τη συλλογή του Δημήτρη Μεθενίτη, φωτογραφία Α. Σιμόπουλος
Φτάνει η μία και μοναδική προβολή του ντοκιμαντέρ στις 2 Δεκεμβρίου στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος στο ΚΠΙΣΝ; Δεν θα έπρεπε να έχετε ένα ευρύ πρόγραμμα προβολών, να πάει η ταινία αυτή παντού;
Ο λόγος που δεν έχουμε ακόμα σκεφτεί κάτι ευρύτερο είναι ότι ελπίζουμε να πάμε σε ξένα φεστιβάλ, να κάνουμε έστω μια μικρή πορεία το επόμενο εξάμηνο. Παραδέχομαι ότι λειτουργεί, ίσως, αποτρεπτικά για τα φεστιβάλ το γεγονός ότι το ντοκιμαντέρ θα προβληθεί στις 8 Δεκεμβρίου στη γαλλική τηλεόραση, στο France TV 5, σε ένα μεγάλο αφιέρωμα στην Κάλλας, που πραγματοποιείται σε συνεργασία με την Οπερα του Παρισιού και την Εθνική Λυρική Σκηνή. Θεωρήσαμε, όμως, ότι είναι μια καλή και τιμητική αρχή. Εκτός από τα φεστιβάλ, θα 'θελα να βγει και σε μικρή διανομή. Το είπα ήδη και στην Μαρία Κομνηνού της Ταινιοθήκης. Πιστεύω ότι αφορά το κοινό. Εντάξει, δεν έχει το γκλάμουρ της ταινίας «Maria by Callas» του Τομ Βολφ, είναι κάτι πιο ειδικό, για την δικιά μας Κάλλας που από 'δω ξεκίνησε και εδώ βρήκε τη δύναμη να τα κάνει όλα.
Info: Ιδέα, έρευνα, σενάριο: Βασίλης Λούρας | Σκηνοθεσία: Μιχάλης Ασθενίδης, Βασίλης Λούρας | Παραγωγή: Στέλλα Αγγελέτου | Επιστημονικοί σύμβουλοι: Αρης Χριστοφέλλης, Σοφία Κομποτιάτη | Xορηγική υποστήριξη από την Οικογένεια Οδυσσέα Κυριακόπουλου και Φλωρίκας Κυριακοπούλου | Συμμετέχουν, ανάμεσα σε πολλούς, οι Ιωάννης Μπαστιάς, Γιώργος Κουμεντάκης, Αρης Χριστοφέλλης, Κωνσταντίνος Πυλαρινός, Στέφαν Χέρνερ, Κική Μορφωνιού, Χαρά Καλομοίρη, Στέλλα Κουρμπανά, Σοφία Κοντώση, Φίλιππος Τσαλαχούρης | Περιλαμβάνονται αποσπάσματα από παλιότερες συνεντεύξεις της ίδιας της Κάλλας και άλλων (όπως της Ελβίρας ντε Ιντάλγκο), ενώ ακούγονται και οι μαρτυρίες ανθρώπων που δεν ζουν πια και συνεργάστηκαν τότε μαζι της, όπως του θρυλικού Κωστή Μπαστιά, του ιδρυτικού διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής | Μια συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με την Escape
Παγκόσμια πρεμιέρα:
2 Δεκεμβρίου 2023, 18.30 – Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος, ΚΠΙΣΝ
Τιμή εισιτηρίου: 10€
Προπώληση στα Ταμεία της ΕΛΣ (καθημερινά 9.00-21.00 | 2130885700) και στην ticketservices.gr
Τηλεοπτική πρεμιέρα:
8 Δεκεμβρίου 2023, 23.30 – France TV 5
Περισσότερες πληροφορίες στο site της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Χορηγός του προγράμματος της ΕΛΣ για το Eτος Κάλλας είναι η ΔΕΗ. Το πρόγραμμα υλοποιείται με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) [www.SNF.org] για την ενίσχυση της καλλιτεχνικής εξωστρέφειας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.