Μιλήσαμε με την Τζούλια Αμάτι, τη σκηνοθέτιδα του ντοκιμαντέρ για τον Χρήστο, τον μοναδικό μαθητή του δημοτικού σχολείου των Αρκιών, ο οποίος πρέπει να πάρει μια μεγάλη απόφαση για την εκπαίδευσή του. O «Χρήστος, το Τελευταίο Παιδί» έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στη Βενετία, ενώ απέσπασε τα βραβεία FIPRESCI, ΕΡΤ και το Βραβείο Νεότητας στο 25ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Ο Χρήστος είναι ο μοναδικός μαθητής του δημοτικού σχολείου των Αρκιών στα Δωδεκάνησα. Για να συνεχίσει όμως στο γυμνάσιο πρέπει να εγκαταλείψει τους Αρκιούς και να μετακομίσει σε ένα μεγαλύτερο νησί. Η οικογένειά του δεν μπορεί να αντέξει το κόστος και ο πατέρας του θέλει να τον κάνει βοσκό. Η δασκάλα του, αντίθετα, είναι αποφασισμένη να βρει λύση για να συνεχίσει το σχολείο. Θα τα καταφέρει;
Σε προηγούμενες συνεντεύξεις, είχατε μοιραστεί την προσωπική σας σύνδεση με το νησί των Αρκιών, καθώς ήταν ένα μέρος που επισκεπτόσασταν με τον πατέρα σας όταν ήσασταν παιδί. Πώς αισθανθήκατε επιστρέφοντας σε αυτό το νησί ως ενήλικας πλέον; Πώς διαχειριστήκατε το εγχείρημα της αποτύπωσης της νησιώτικης ζωής και της τοπικής κοινωνίας μέσα από το ντοκιμαντέρ σας;
Η επιστροφή στους Αρκιούς, μετά από τόσα χρόνια, ήταν πολύ συγκινητική. Ειδικά επειδή αυτό είναι ένα μέρος που αγαπούσα πραγματικά και συνήθιζα να το επισκέπτομαι με τον πατέρα μου, αλλά ο πατέρας μου δυστυχώς δεν ήταν πια μαζί μου. Νομίζω ότι όλοι μας είμαστε πολύ δεμένοι με αυτά τα μέρη στα οποία περάσαμε τα καλοκαίρια της παιδικής μας ηλικίας. Οι Αρκιοί ήταν ένα από αυτά τα μέρη για μένα. Και το να επιστρέψω εκεί και να συναντήσω το τελευταίο παιδί του νησιού ήταν ακόμα πιο συγκινητικό. Κατά κάποιο τρόπο αυτό σημαίνε ότι το νησί βίωνε μια περίοδο «ηλιοβασιλέματος», καθώς είχαν απομείνει 30 κάτοικοι (μεγαλύτερης ηλικίας) και μονάχα ένα παιδί ανάμεσά τους.
Νομίζω ότι οι Αρκιοί έχουν αλλάξει πολύ, αλλά ταυτόχρονα έχει διατηρηθεί η ίδια ατμόσφαιρα. Είναι ένα μέρος χωρίς καταστήματα, φαρμακεία, ούτε εστιατόρια και φυσικά ούτε κινηματογράφο. Ο τουρισμός είναι μόνο εποχιακός. Είναι ένα πολύ φυσικό μέρος. Υπάρχει, επίσης, μια αρκετά μυστικιστική διάσταση σε αυτό το νησί, επειδή δεν υπάρχουν περισπασμοί, οπότε κατά κάποιο τρόπο μπορεί κανείς πραγματικά να επανασυνδεθεί με τον εσωτερικό του κόσμο και το πνεύμα του. Κινηματογραφώντας για ένα χρόνο σήμαινε ότι βιώσαμε και τη χειμερινή περίοδο, η οποία ήταν πολύ έντονη. Ημασταν οι μόνοι ξένοι που είχαν απομείνει στο νησί. Επειδή έκανε πολύ κρύο και τρώγαμε όλοι μαζί κοντά στη φωτιά, δημιουργήσαμε μια στενή σχέση με την τοπική κοινότητα. Ηταν εύκολο να αποτυπώσουμε την καθημερινότητα γιατί το νησί είναι πολύ συνδεδεμένο με τις εποχές, γι’ αυτό το λόγο ο ρυθμός της ζωής είναι κυκλικός και κατ' επέκταση επαναλαμβανόμενος. Κάθε πρωί, οι κάτοικοι ακολουθούν μια παρόμοια ρουτίνα και ανάλογα με την εποχή αλλάζουν ελαφρώς τις δραστηριότητές τους προσαρμοζόμενοι στο ρυθμό της φύσης. Στόχος ήταν να είμαστε εκεί να τους παρατηρούμε με την κάμερα ανά χείρας και να καταγράφουμε δραστηριότητες που ήταν αντιπροσωπευτικές του τρόπου ζωής τους.
Η δημιουργία ντοκιμαντέρ συχνά προϋποθέτει να κερδίσει κανείς την εμπιστοσύνη των πρωταγωνιστών και να γίνει κατά κάποιο τρόπο μέρος της ζωή τους. Πώς προσεγγίσατε αυτή την ευαίσθητη διαδικασία και πώς ξεπεράσατε τις όποιες προκλήσεις αντιμετωπίσατε;
Το να χτίσω μια σχέση εμπιστοσύνης με τον Χρήστο ήταν αρκετά εύκολο. Από την αρχή, από την πρώτη φορά που τον είδα, υπήρξε μια πολύ θετική ατμόσφαιρα μεταξύ μας. Ο Χρήστος, όντας το μοναδικό παιδί στο νησί, αισθανόταν συχνά αρκετά μόνος, οπότε ήταν πολύ χαρούμενος που περνούσε χρόνο μαζί με εμένα και το (μικρό) συνεργείο μας, καθώς ήταν το επίκεντρο όλης της προσοχής μας. Το ίδιο και με τη Μαρία (την δασκάλα του Χρήστου). Ηταν πολύ δραστήρια και ήθελε πραγματικά να συμμετάσχει σε αυτό το έργο, οπότε εξαρχής υπήρχε μια αμοιβαία εμπιστοσύνη. Ξέραμε τι κάναμε και γνωρίζαμε ότι ο Χρήστος αντιμετώπιζε μια μεγάλη πρόκληση όσον αφορά το μέλλον του. Και για τους υπόλοιπους κατοίκους, επειδή ουσιαστικά μέναμε στα σπίτια τους και δειπνούσαμε όλοι μαζί στην ταβέρνα καθ' όλη τη διάρκεια του έτους της παραμονής μας, είχαμε χρόνο να γνωριστούμε μεταξύ μας και να βρούμε λύσεις μαζί για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζαμε. Και φυσικά να διασκεδάσουμε και να γελάσουμε όλοι μαζί!
Η επιστροφή στους Αρκιούς μετά από τόσα χρόνια ήταν πολύ συγκινητική. Το νησί βίωνε μια περίοδο “ηλιοβασιλέματος”, καθώς είχαν απομείνει 30 κάτοικοι (μεγαλύτερης ηλικίας) και μονάχα ένα παιδί ανάμεσά τους.»
Η ταινία σας έχει έναν αρκετά στοχαστικό ρυθμό, αποτελούμενο από ήσυχες στιγμές και βλέμματα με νόημα, πώς χειριστήκατε τις συναισθηματικά φορτισμένες σκηνές, δίνοντας παράλληλα στον Χρήστο τον απαραίτητο χώρο για να νιώσει τα συναισθήματά του χωρίς η κάμερα να είναι παρεμβατική;
Από την αρχή ήξερα ότι ήθελα να αφηγηθώ αυτή την ιστορία από την οπτική γωνία του Χρήστου. Γι' αυτό και με τον Κάρλος Μούνοζ Γκόμεζ-Κιντέρο, τον διευθυντή φωτογραφίας, αποφασίσαμε από την αρχή ότι θα είχαμε μια κάμερα στο χέρι με έναν μόνο φακό και τις περισσότερες φορές η κάμερα θα ήταν στο ύψος του Χρήστου ή θα επικεντρωνόταν στην καταγραφή του προσώπου και των εκφράσεών του. Οταν ξεκινήσαμε τα γυρίσματα, καθώς ο Κάρλος είναι πολύ ψηλός και επειδή τρέχαμε σε βραχώδεις πλαγιές, προσπαθήσαμε να ζητήσουμε από τον Χρήστο να επιβραδύνει λίγο το ρυθμό του ώστε ο Κάρλος να μπορέσει να τον ακολουθήσει με ασφάλεια. Αλλά σύντομα συνειδητοποιήσαμε ότι αυτό το είδος της καθοδήγησης του Χρήστου σκότωνε εντελώς τον αυθορμητισμό του.
Σε αυτό το σημείο, αποφασίσαμε ότι δεν θα έδινα ξανά σκηνοθετικές οδηγίες στον Χρήστο κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Θα του εξηγούσα λίγα πράγματα για την κάθε σκηνή, αν και τις περισσότερες φορές ήταν πράγματα που ο Χρήστος θα έκανε ούτως ή άλλως. Οταν γυρίζαμε με την κάμερα, εμείς ήμασταν αυτοί που προσαρμοζόμασταν στο ρυθμό του Χρήστου, ώστε να μπορέσουμε να διατηρήσουμε την αθωότητα της παιδικής του χαράς και την ακεραιότητα του συναισθηματικού του τοπίου.
Η σχέση μεταξύ του Χρήστου και της δασκάλας του, της Μαρίας είναι αρκετά κεντρική στο ντοκιμαντέρ. Θα μπορούσατε να μιλήσετε λίγο για τη σημασία του δεσμού τους και πώς διαμόρφωσε την αφήγηση της ταινίας σας;
Σίγουρα, η σχέση μεταξύ του Χρήστου και της Μαρίας είναι η κεντρική σχέση της ταινίας. Νομίζω ότι δεν είναι τυχαίο ότι η Μαρία είναι η μόνη «ξένη» στο νησί. Η ζωή στο νησί των Αρκιών έχει έναν κυκλικό, πολύ αργό και επαναλαμβανόμενο ρυθμό. Οταν η Μαρία έφτασε στο νησί, ήρθε και έσπασε, κατά κάποιο τρόπο, όλους τους κανόνες. Είναι αυτή που υποστηρίζει ότι ο Χρήστος πρέπει να συνεχίσει τις σπουδές του και που βλέπει σε εκείνον ένα παιδί που θα έπρεπε να έχει ένα διαφορετικό μέλλον μπροστά του. Αυτό δεν ήταν εύκολο. Είναι σίγουρα ο πιο δυναμικός χαρακτήρας που θέλει να αλλάξει τα πράγματα και να επιτρέψει στον Χρήστο να φανταστεί κάτι διαφορετικό για τον εαυτό του και να έχει το θάρρος να διασχίσει τη θάλασσα και να δει τι υπάρχει πέρα από τα γνώριμα ύδατα.
Τέλος, μετά από ένα τόσο γεμάτο φεστιβαλικό ταξίδι με το «Χρήστος, το Τελευταίο Παιδί» , ποια είναι τα επόμενα βήματά σας; Ασχολείστε ήδη με κάποιο νέο πρότζεκτ; Τι είδους θεματικές τείνουν να σας ενδιαφέρουν;
Ναι, ετοιμάζω ήδη ένα καινούριο πρότζεκτ, και αυτή τη στιγμή κάνω έρευνα γι' αυτό. Ενδιαφέρομαι να επικεντρωθώ στην ίδια ηλικιακή ομάδα των 10-12 ετών, αλλά αυτή τη φορά θα ήθελα να αφηγηθώ την ιστορία από την οπτική γωνία ενός κοριτσιού και να την τοποθετήσω στην Ιταλία, πιθανώς στη Νάπολη.