«Ποικιλία και έκπληξη.»
Αυτά είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του φετινού διαγωνιστικού πρόγραμματος του Φεστιβάλ του Ρότερνταμ για την για δεύτερη χρονιά καλλιτεχνική διευθύντριά του, Βάνια Καλουτζέρτσιτς που, επιδεικνύοντας ευελιξία και προσαρμοστικότητα αποφάσισε την τελευταία στιγμή την online διεξαγωγή του φεστιβάλ και για το 2022, μπροστά στους περιορισμούς της πανδημικής κρίσης που συνεχίζεται.
Στην ποικιλία και την έκπληξη θα μπορούσε κανείς να προσθέσει πολλά ακόμη χαρακτηριστικά γνωρίσματα που απλωμένα στις 14 ταινίες του κεντρικού διαγωνιστικού τμήματος του Φεστιβάλ συνοψίζονται περισσότερο στην έννοια του «υβριδίου», που τελευταία μοιάζει να είναι ο όρος που περικλείει μέσα του όλα όσα παλιότερα αποκαλούσαμε ως «πειραματικό σινεμά» ή «εναλλακτικό τρόπο αφήγησης» ή ακόμη και τον διαχρονικά αδόκιμο όρο του «σκληροπυρηνικού καλλιτεχνικού φιλμ για τους λίγους».
Δίνοντας έμφαση σε νέους δημιουργούς από όλον τον κόσμο, με σαφή την αναζήτηση φωνών που σπρώχνουν τα όρια του σύγχρονου σινεμά, προτείνουν νέες ιδέες για το πώς μπορείς να καταγράψεις τον κόσμο γύρω σου σε απίθανους συνδυασμούς της τεκμηρίωσης και της μυθοπλασίας, το φεστιβάλ του Ρότερνταμ διεκδικεί και κερδίζει διαρκώς τη θέση του «εκλεκτικού» φεστιβάλ, πετυχαίνοντας, ακόμη και μέσα στην κατάχρηση και επιτήδευση της «εναλλακτικής» αναζήτησής του να ξεχωρίζει ταλέντα, δημιουργούς που στο μέλλον απασχολούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το κινηματογραφικό γίγνεσθαι, ταινίες που μπορεί να μην φτάνουν, παρά σπάνια, στο ευρύ κοινό, αλλά δίνουν το στίγμα μιας διαρκούς ανανεώσιμης κινηματογραφικής γλώσσας.
Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες στο επίσημο site.του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Ρότερνταμ
Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα από το φετινό Tiger Competition, το κεντρικό διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ του Ρότερνταμ επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Στο «Malintzin 17» των Μάρα και Εουτζένιο Πολγκόφσκι από το Μεξικό, ένα περιστέρι έχει φτιάξει μια φωλιά πάνω στις γραμμές του ρεύματος διαγώνια κάτω από το διαμέρισμα του Εουτζένιο Πολγκόφσκι, ο οποίος θα αποφασίσει να το κινηματογραφήσει για επτά μέρες και νύχτες, σε ένα παιχνίδι διαρκείας ανάμεσα στον ίδιο και τη μικρή του κόρη, αλλά και το φτιαγμένο από ανθρώπους, ήχους και αναπάντεχες εικόνες σύμπαν που θα χωρέσει μέσα στα ερασιτεχνικά, σχεδόν σαν το βλέμμα ενός παιδιού, από την ίδια συγκεκριμένη οπτική γωνία πλάνα του. Ο,τι ξεκινάει σαν ένα πείραμα πάνω στην τεκμηρίωση, γίνεται σύντομα μια τρυφερή αφήγηση πάνω στο καθημερινό και το συνήθως αόρατο μέσα στο «θόρυβο» της σύγχρονης ζωής, καθώς ένας πατέρας δένεται με τη μικρή του κόρη με αναπάντεχους τρόπους μέσω της (ανθρώπινης) φύσης που στέκεται αγέρωχη σαν το περιστέρι πάνω στα ηλεκτρικά σύρματα, ασφαλής και ηλεκτρισμένη την ίδια ακριβώς στιγμή. Το γεγονός πως ο Εουτζένιο Πολγκόφσκι πέθανε αναπάντεχα στα 40 του χρόνια και πως το υλικό που είχε γυριστεί μονταρίστηκε με αγάπη από την αδελφή του Μάρα, μετατρέπει το «Malintzin 17» και σε μια μικρή ανάσα μνήμης, για όλα όσα τελικά μένουν πίσω όταν κάποιος φεύγει, καθώς και ένα διαρκές ερώτημα για το σινεμά και αν τελικά αυτό «παγιδεύει» ή «ελευθερώνει» την πραγματικότητα.
Στο «Silver Bird and Rainbow Fish» του Λέι Λέι, το οικογενειακό άλμπουμ του νεαρού σκηνοθέτη ζωντανεύει σε ένα υβρίδιο που αναμειγνύει την τεχνική του κινηματογραφικού δοκιμίου, του ντοκιμαντέρ και του stop motion animation σε ένα βαθιά συγκινητικό (κυριολεκτικό και μεταφορικό) κολάζ που αφηγείται την ιστορία των προγόνων του Λέι Λέι - πως ο παππούς του αναγκάστηκε να μετακομίσει στην επαρχία της Κίνας στα 60s, αφήνοντας πίσω τον πατέρα του με τη θεία του και την άρρωστη μητέρα τους και πώς δεν κατάφερε ποτέ να γυρίσει όταν αυτή πέθανε, αφήνοντας τα δύο παιδιά στο έλεος των ορφανοτροφείων. Διασχίζοντας όλη την ιστορία της σύγχρονης Κίνας με άποψη, κριτική και απόλυτα καίριο σχόλιο για το σήμερα, ο Λέι Λέι μπερδεύει εικόνες προπαγάνδας με τραγούδια της πολιτιστικής επανάστασης και έναν λες πανάρχαιο μύθο για παιδιά που γίνονται πουλιά, γονείς που γίνονται ψάρια και ανθρώπους που με πλαστελίνες για πρόσωπα γίνονται ξαφνικά οι πρόγονοι του καθενός σε ένα υβρίδιο - ημερολόγιο μνήμης που θυμίζει το έργο του Ρίτι Παν και τοποθετεί τον 37χρονο δημιουργό του στις πιο ενδιαφέρουσες νέες φωνές του κινεζικού σινεμά.
Στο «Excess Will Save Us» της Μοργκάν Ντζιούρλα-Πετίτ, η σκηνοθέτης επισκέπτεται τη γενέτειρά της, σε ένα χωριό στη Βόρεια Γαλλία, προκειμένου να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για μια πιθανή τρομοκρατική ενέργεια που έχει αναστατώσει την οικογένειά της. Μεγαλώνοντας το ομότιτλο μικρού μήκους φιλμ της από το 2019 (αποτελεί ουσιαστικά την αρχή της ταινίας), η νεαρή Γαλλίδα σκηνοθέτης δεν φτιάχνει μόνο ένα οικογενειακό πορτρέτο από τα πιο απολαυστικά που έχουμε δει τελευταία - με τους συγγενείς της να διαγωνίζονται σε κωμικό και δραματικό timing, αλλά και ένα στα όρια του παραλογισμού σχόλιο πάνω στα fake news, τον πολιτικό παραλογισμό μιας ολόκληρης χώρας, τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι στην επαρχία αντιλαμβάνονται το «θόρυβο» της πόλης. Ενσωματώνοντας μέσα στο υβριδικό της φιλμ και την πορεία του ομότιτλο μικρού μήκους (τη συμμετοχή του στο Φεστιβάλ του Κλερμόν-Φεράν), η Ντζιουρλά - Πετίτ κοιτάζει νοσταλγικά τη φυγή της από τα στενά σύνορα της πατρίδας της, αλλά με μια γλυκόπικρη αίσθηση την απελευθερωτική αθωότητα και κυρίως απλότητα με την οποία γυρίζει ο κόσμος σε ένα μέρος που κανείς δεν θα επισκεπτόταν ποτέ αν δεν υπήρχε το σινεμά.
Στο «Kafka for Kids» του Ρόε Ρόσεν, έναν όχι και τόσο φανταστικό πιλότο για μια «παιδική» έκπομπή όπου θα ζωντανεύουν τα βιβλία του Φραντς Κάφκα, τίποτα δεν είναι ακριβώς «ακατάλληλο« ή «κατάλληλο» για ανηλίκους ή ενηλίκους, αφού με όχημα τη «Μεταμόρφωση», ξετυλίγεται ο παραλογισμός μιας ιστορίας που υπό συνθήκες μοιάζει με παραμύθι ενώ παραμένει μια από τις πιο εφιαλτικές παραβολές για την ανθρώπινη ύπαρξη. Ο Αμερικανοισραηλινός καλλιτέχνης Ρόε Ρόζεν μπλέκει χειροποίητη αισθητική (με ανθρώπους να υποδύονται τον Κύριο Λάμπα και τον Κύριο Τραπέζι), ένα μουσικό σύνολο που συνοδεύει τη δράση ως ένα πρωτότυπο μιούζικαλ και ένα animation που μοιάζει με πραγματικό έργο τέχνης. Η υπόθεση θα πυκνώσει καθώς θα επιβεβαιώθεί πως ο Κάφκα είναι απολαυστικός αλλα σε στιγμές... τρομακτικός, αλλά κυρίως αρνητικός στη μεταφορά των ιστοριών του, καθώς το φιλμ του Ρόσεν μεταμορφώνεται σε ένα δοκίμιο πάνω στον ορισμό του παιδιού (διαφορετικός στο Ισραήλ, διαφορετικός στην Παλαιστίνη) και, επαναλαμβανόμενα - σχεδόν στα όρια της «εγκατάστασης», φιλοδοξεί (χωρίς να το πετυχαίνει στο σύνολο), ανάμεσα σε πολλά, να μιλήσει για μια διχοτόμηση ανάμεσα σε έννοιες που θεωρούσαμε δεδομένες.
Στο «Le Rêve et la Radio» των Καναδών Ρενό Ντεσπρέ-Λαρός και Ανα Τάπια Ρουσιούκ, μια τυχαία συνάντηση (;) στο μετρό του Μόντρεαλ είναι απλά η υποτυπώδης αφορμή για ένα υβρίδιο (όνομα και πράγμα εδώ) που μπλέκει μυθοπλασία, εικόνες αρχείου, παλιά φιλμ, πειραγμένες εικόνες με αναφορές στο πειραματικό σινεμά των Σταν Μπράκαζ και στις πιο άναρχες στιγμές του Ζαν-Λικ Γκοντάρ, προκειμένου να εξερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα στην εποχή των κινητών τηλεφώνων και στο απροσδιόριστο μέλλον που θα τα ακολουθήσει. Πολιτικό με τον τρόπο ενός μανιφέστου που απεχθάνεται τα συνθήματα και σχεδόν δομημένο πάνω στη μουσική του Μαριό Γκοτιέ, το «Le Rêve et la Radio» σε προσκαλεί να ανοίξεις τα μάτια σε ένα όνειρο που διαδραματίζεται γύρω σου, λειτουργώντας σαν φιλοσοφικό δοκίμιο και πείραμα πάνω στην τέχνη του σινεμά ταυτόχρονα, σαν μια ανάμνηση από το Μάη του '68 και υποκίνηση για έναν (ίσως) καινούριο. Δεν ανατέμνει την κινηματογραφική τέχνη όσο φιλοδοξεί, αλλά στις περίπου δύό ώρες που διαρκεί, αναγνωρίζεις μια εσωτερική δύναμη που υπό συνθήκες μπορεί να αποβεί ανανεωτικά υποβλητική.
Στο «Met Mes» του Σαμ ντε Γιονγκ, μια δημοσιογράφος της τηλεόρασης αποφασίζει όχι ακριβώς για ανιδιοτελείς λόγους να κάνει ένα ντοκιμαντέρ πάνω στη σύγχρονη κοινωνία και τα δεινά της μέχρι που της κλέβουν την κάμερα. Προκειμένου να την πάρουν στα σοβαρά, αποφασίζει να πεί ψέματα πως ο βασικός ύποπτος, ένας νεαρός με το όνομα Γιουσέφ, κρατούσε μαχαίρι την ώρα της κλοπής. Περισσότερο από ένα what the fuck πείραμα πάνω στο πώς κάνεις μια κωμωδία/σάτιρα τραβηγμένη από τα μαλλιά, επενδύοντας πάνω στο γκροτέσκο και την υπερβολή, το «Met Mes» του εκκεντρικού Ολλανδού σκηνοθέτη είναι ένα fluorescent queer σχόλιο πάνω στη διαφορετικότητα και όλα όσα κάνουν την κοινωνία μας άδικη κι άπάνθρωπη. Απλοϊκότητες στο σύνολό τους όλες οι φιλοδοξίες του ντε Γιονγκ, πέφτουν στο κενό, παρόλο που χαιδεύουν τα μάτια με την παστέλ αισθητική των βίντεο του '80 και έναν σουρεαλισμό που μοιάζει - πολύ πάνω στην επιφάνειά του - χαριτωμένος. Σχεδόν σαν τα μαλλιά του Γιουσέφ που αλλάζουν κάθε φορά που η μοίρα τον οδηγεί σε μια νέα περιπέτεια.
Στο «Eami» της Παζ Ενσίνα από την Παραγουάη αντανακλάται, τελικά, καλύτερα από όλες τις υπόλοιπες ταινίες η αναζήτηση αυτή μιας νέας κινηματογραφικής γλώσσας στη μορφή ενός παραμυθιού που αφηγείται το διωγμό της νομαδικής φυλής Ινδιάνων Αγιορέο Τοτομπιεγκοσόντε από τη γη τους, που δεν ήταν άλλη από το δάσος: τα δέντρα, τα ζώα και τα φυτά. Το φιλμ της Ενσίνα αφηγείται την ιστορία της μικρής Εάμι (που στη γλώσσα των Αγιορεό σημαίνει ταυτόχρονα «δάσος» και «κόσμος), που περιπλανιέται στο δάσος μετά από την καταστροφή του χωριού της και τη διάλυση της φυλής της. Μέσα από συνεντεύξεις της σκηνοθέτη με μέλη της φυλής, αλλά και αφήγηση της μικρή Εάμι στη γλώσσα της, το «Eami» μοιάζει με μια προσευχή, ένα τραγούδι, ένα μέσο μεταφοράς μια Ιστορίας και ενός μύθου που απειλείται από εξαφάνιση. Οσο η μικρή Εάμι θα πρέπει να μάθει να ζει έξω από το δάσος, τόσο ο θρήνος για τη ζωή που χάθηκε για πάντα (σε ένα οικολογικό κρεσέντο τόσο χαμηλότονο που μοιάζει με κραυγή) μεγαλώνει και το φιλμ της Ενσίνα μεγαλώνει μέσα σου σαν ένα επείγον σχόλιο πάνω στην αναγκαιότητα της μνήμης. Βιωματική ταινία, με την Παραγουανή σκηνοθέτη να έχει ζήσει για καιρό στο πλευρό των Ινδιάνων και έχοντας απορροφήσει την κουλτούρα τους, το «Eami» ξεκινάει από την εθνογραφία για να καταλήξει σε μια αποκαλυπτική ανθρωπολογική μελέτη που συγκινεί και αφυπνίζει.
Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες στο επίσημο site.του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Ρότερνταμ
Δείτε εδώ τις συνεντεύξεις Τύπου όλων των διαγωνιζόμενων δημιουργών του διαγωνιστικού τμήματος Tiger Competition