Συνέντευξη

«Η νιότη είναι στην καρδιά»: γνωρίστε τον σκηνοθέτη του «Republic» Δημήτρη Τζέτζα

of 10

«H Ελλάδα έχει την ευκαιρία να δημιουργήσει παγκόσμιο σινεμά και να εξελιχτεί σε ένα ευρωπαϊκό νέο Hollywood». Γνωρίστε τον πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη που αναμετρήθηκε με ένα είδος που θέλουμε να βλέπουμε συχνότερα στο ελληνικό σινεμά.

«Η νιότη είναι στην καρδιά»: γνωρίστε τον σκηνοθέτη του «Republic» Δημήτρη Τζέτζα

«The Republic» - ένα σκοτεινό, υπερρεαλιστικό action noir επιλέγει ως κινηματογραφικό είδος ο Δημήτρης Τζέτζας για την πρώτη του φιλόδοξη σκηνοθετική απόπειρα. Ενα είδος που το ελληνικό κοινό αγαπά (από τον Παρκ Τσαν Γουκ μέχρι τον Ταραντίνο και τον Ρεφν), αλλά δε βλέπει στη γλώσσα του, καθώς δεν υπάρχει παράδοση στο συγκεκριμένο genre στον ελληνικό κινηματογράφο. Η πρόκληση μεγάλη, ειδικά όταν δεν σε ξέρει κανείς, όταν γυρίζεις την πρώτη σου ταινία, κι όταν τη γυρίζεις στην Ελλάδα της κρίσης με το ένα πέμπτο του προϋπολογισμού που κανονικά απαιτείται. Και με ηθοποιούς και συνεργάτες που, επίσης, είναι πρωτάρηδες στο είδος.

«Τhe Republic»: Η κριτική του Flix

Οταν συναντά κανείς όμως τον 32χρονο Δημήτρη Τζέτζα από κοντά, καταλαβαίνει πολλά. Ηρεμη δύναμη. Συγκεντρωμένος, σοβαρός, χαμηλών τόνων, ιδιαίτερα σινεφίλ και ταυτόχρονα ταπεινός, κουβαλά όλες τις αρετές της αμερικανικής του παιδείας: δε χρειάζονται μεγαλόστομες δηλώσεις, μόνο ασυμβίβαστο όραμα και σκληρή δουλειά. Ολα, άλλωστε, θα κριθούν στην πράξη.

Ελπίζουμε «everything to go smoothly» και να τον δούμε να ακονίζει τη σκηνοθετική του άποψη σε ακόμα περισσότερα μελλοντικά πρότζεκτς, φέρνοντας τη γνώση του στην ελληνική αγορά, τελειοποιώντας το στιλ του και χαρίζοντας στον Ελληνα θεατή το action cinema που του αξίζει.

Οι φωτογραφίες πλατό είναι του Γιάννη Βαρουχάκη

the republic TZETZAS 607 1

Δημήτρη, σπούδασες κι εργάστηκες στην Αμερική. Γιατί επέστρεψες στην Ελλάδα, ειδικά τώρα που η χώρα είναι σε κρίση και το σινεμά είναι μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση;

Σπούδασα σκηνοθεσία και διεύθυνση φωτογραφίας στο Σαν Φρανσίσκο. Εκεί είχα την ευκαιρία να πειραματιστώ κάνοντας ταινίες μικρού μήκους με απώτερο σκοπό να εντρυφήσω στο τεχνικό κομμάτι του σινεμά και να βρω φόρμες αφήγησης που με ικανοποιούν. Το 2007 μετακόμισα στο Λος Αντζελες όπου μέσω μιας φίλης, της Δάφνης Λαμπρινού, βρήκα δουλειά στην Jerry Bruckheimer Films στο τμήμα του μοντάζ. Εκεί δούλεψα ως Post PA σε δύο ταινίες και ως βοηθός μοντέρ σε μία. Οταν τελειώσαμε τους «Πειρατές της Καραϊβικής 4», έπρεπε να σκεφτώ αν ήθελα να συνεχίσω ως βοηθός σε studio system ταινίες ή αν ήθελα να κάνω κάτι δικό μου. Επέλεξα το δεύτερο. Εκείνη την εποχή δεν είχα κάτι να εκφράσω στην Αμερική και το μυαλό μου ήταν συνέχεια εδώ. Η άνθιση του ελληνικού σινεμά την τελευταία πενταετία με έκανε να πιστεύω ότι η Ελλάδα μεταμορφώνεται σε εύφορο έδαφος για νέους δημιουργούς με φρέσκες ιδέες.

the republic TZETZAS 607 3

Το «Republic» ανήκει σ' ένα είδος με το οποίο ο ελληνικός κινηματογράφος δεν έχει εξοικειωθεί. Αυτό το «ταραντινικό» action-noir δράσης, η αισθητική του, το χιούμορ του είναι το σινεμά που αγαπάς; Και ποιες είναι οι επιρροές σου;

Αγαπώ γενικά το σινεμά - από την «Persona» του Μπέργκμαν και το «Grand Illusion» του Ρενουάρ μέχρι το «Evil Dead» του Σαμ Ράιμι και το «Mad Max: Fury Road» του Τζορτζ Μίλερ. Οι σκηνοθετικές μου επιρροές -αν και όχι τόσο ευδιάκριτες- είναι οι Κιούμπρικ, Μπέργκμαν, Κουροσάβα, Γκοντάρ, Πολάνσκι, Γουέλς και πολλοί άλλοι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι δημιουργοί της δεκαετίας του 60. Ο Μάρτιν Σκοτσέζε επίσης. Το «Drive» του Ρεφν ήταν επίσης πηγή έμπνευσης, τόσο αισθητικά όσο και αφηγηματικά. Το «Republic» δεν είμαι σίγουρος ακριβώς σε τι είδος ανήκει. Indie-action μάλλον. Το Ταραντινικό ύφος ίσως πηγάζει από το ότι αγαπώ τις ταινίες του Τακάσι Μίκε, οι οποίες είναι αρκετά splatter. Γενικά στην Ελλάδα μπερδεύουμε το γρήγορο μοντάζ με Ταραντίνο ή το βαπτίζουμε «αμερικανιά», ξεχνώντας ότι ευρωπαίοι όπως ο Τζίγκα Βερτόφ, ο Τζίλο Ποντεκόρβο και ο Κώστας Γαβράς έχουν μοντάρει πολύ πιο γρήγορα από όσο μοντάρει η reality tv σήμερα.

the republic TZETZAS 607 2

Εχεις ένα μεγάλο, εντυπωσιακό καστ ηθοποιών διαφορετικών ταχυτήτων. Πώς τους επέλεξες και γιατί;

Εχοντας αναλάβει και καθοδηγήσει ένα σενάριο με πολλούς χαρακτήρες, βασισμένο σε μια πόλη που δεν έχει ιδιαίτερη κινηματογραφική φωτογένεια και γνωρίζοντας ότι αναγκαστικά θα δουλεύαμε με το 1/5ο του budget που ενδεχομένως να χρειαζόταν η ταινία, αποφάσισα ότι το visual style έπρεπε να είναι ένα μωσαϊκό χρωμάτων και προσώπων. Είχαμε 126 χαρακτήρες και 300 κομπάρσους. Θέλαμε γνωστούς, άγνωστους, πρωτοεμφανιζόμενους και γενικά, καλούς ηθοποιούς που να έχουμε χημεία μαζί τους και που να γουστάρουν πολύ αυτό που θέλαμε να φτιάξουμε. Οι βασικοί είναι γνωστοί από το ελληνικό σινεμά, το θέατρο, την τηλεόραση ή και από τα τρία. Αλλοι είναι πρωτοεμφανιζόμενοι αλλά έχουν κάνει πολύ θέατρο, όπως η Αλεξάνδρα Χασάνι που είναι καταπληκτική ηθοποιός. Αλλοι, όπως ο Πέτρος Λαούδης και ο Σουλτάν Αμίρ δεν είναι ηθοποιοί αλλά έπαιξαν τους ρόλους τους καλύτερα από ότι θα τους έπαιζαν κάποιοι επαγγελματίες. Το ίδιο ισχύει και για τον Μπάμπη Παπανικολάου των Planet of Zeus και τον Blaine Reininger των Tuxedomoon. Παίζει επίσης και η Ζωή Λάσκαρη μετά από 32 χρόνια κινηματογραφικής αποχής, κάτι το οποίο με τιμάει πολύ. Εχουμε και μερικά cameos στην ταινία που κάποιοι stand-up comedy fans και ποδοσφαιρόφιλοι ίσως εκτιμήσουν. Επίσης παίζουν πάρα πολλοί φίλοι μου. Να σημειώσω ότι ο δεκάχρονος Στέλιος Λαούδης ήταν φοβερός ως γιος του Αλέξανδρου Λογοθέτη.

the republic TZETZAS 607 5

Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία στο γύρισμα; Αυτό του είδους το στιλιζαρισμένο action cinema τι προϋποθέτει από έναν σκηνοθέτη, σε κάθε πλάνο, σε κάθε σκηνή;

Είχαμε πολλές δυσκολίες συνεχώς. Υπάρχουν τρεις τρόποι να κάνεις μια ταινία: ο καλός, ο γρήγορος και ο φτηνός. Μπορείς να διαλέξεις οποιονδήποτε συνδυασμό των δύο αλλά ποτέ και τους τρεις. Η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν να διατηρήσουμε το καλό ως σταθερά. Ο διευθυντής φωτογραφίας, Τζόρνταν Ντάνελτς κι εγώ, δουλεύουμε πάντα με shotlist και storyboards στο pre-production. Επίσης είμαστε αρκετά ευέλικτοι ώστε, αν δεν μας βγει το σχέδιο, να αυτοσχεδιάσουμε στη στιγμή και να κάνουμε πειραματισμούς. Σε τέτοιες ταινίες χρειάζεται να ξέρεις τι πλάνα χρειάζεσαι προκειμένου να λειτουργήσει το storytelling και ο ρυθμός στο μοντάζ. Πολλές φορές απαιτούν κίνηση της κάμερας, είτε στο χέρι, είτε σε dolly, είτε σε steady. Αλλες φορές μπορεί να είναι ένα περίπλοκο μονοπλάνο με πολλά στοιχεία τα οποία δεν πρόκειται να συμπέσουν σωστά χρονικά πριν την 10η λήψη. Αυτά είναι χρονοβόρα κόλπα όμως και ο χρόνος στοιχίζει.

the republic TZETZAS 607 4

Μίλησέ μας λίγο για το πώς εκπαιδεύτηκαν οι ηθοποιοί στις σκηνές πάλης.

Ολοι οι ηθοποιοί εκπαιδεύτηκαν στην πολεμική τέχνη του ninjutsu από τον Αντώνη και τον Χάρη Μήτρου του Bujinkan Greece Dojo για δύο λόγους. Πρώτον, είμαι ο ίδιος ασκούμενος στην συγκεκριμένη τέχνη και ήθελα να την δω στην ταινία ως βασικό στοιχείο. Δεύτερον, επειδή δεν υπάρχουν επαγγελματίες stunt coordinators στην Ελλάδα όπως χρειάζονται αυτές οι ταινίες, ο Χάρης και ο Αντώνης ήταν οι μόνοι άνθρωποι που θα μπορούσαν να το κάνουν σωστά. Συνήθως δεν μου αρέσουν οι πολεμικές τέχνες στις ταινίες διότι είναι μούφα και υπερβολικές για εντυπωσιασμό. Ηθελα να κάνω μια ταινία με πραγματικό ξύλο το οποίο συνήθως δεν γράφει καλά στην κάμερα (η πιο γρήγορη μπουνιά είναι αυτή που δεν είδες ποτέ) και να βρω έναν τρόπο με τον Τζόρντςν, να το απεικονίσουμε ωραία. Εκπαίδευσαν τους ηθοποιούς στα πάντα, από ρίψεις και λαβές μέχρι στο πώς να κρατάνε σωστά ένα όπλο και στο να μην φοβούνται να χτυπήσουν. Η δουλειά που έκαναν μαζί με τον Προμηθέα ήταν εντυπωσιακή. Πειθάρχησε σε διατροφή και στο dojo πολλές ώρες κάθε μέρα για τρεις μήνες, κάνοντας ρίψεις, και άλλες ρίψεις, λαβές, τεχνικές και άλλες ρίψεις. Μην τα βάλετε με τον Προμηθέα Αλειφερόπουλο.

the republic TZETZAS 607 6

Πιστεύεις ότι λείπει αυτό το κινηματογραφικό είδος από τη σοδειά του νέου ελληνικού σινεμά; Εχουμε τις προδιαγραφές να το κάνουμε και στο μέλλον;

Πιστεύω ότι το κοινό θέλει να δει ταινίες στην γλώσσα του, οι οποίες να ξεφεύγουν από τα συνηθισμένα πλαίσια. Ο ελληνικός κινηματογράφος σπάνια ήταν εικαστικός - αν εξαιρέσεις τις ταινίες του Αγγελόπουλου που, ενώ ήταν φωτογραφικά πλούσιες, κινούνταν σε πιο αργούς και εσωτερικούς ρυθμούς για το ευρύτερο κοινό. Αν πάρουμε για παράδειγμα τον «Δράκο» του Κούνδουρου (εν έτη 1956) που είναι μια πολύ καλή ελληνική ταινία, θα προσέξουμε ότι η μηχανική αισθητική της μοιάζει σαν να γυρίστηκε το 30. Αν δούμε όμως ταυτόχρονα το «M» του Φριτς Λανγκ, που γυρίστηκε όντως το 1930, θα δούμε ότι το δεύτερο έχει πολύ μεγαλύτερη τεχνική και αισθητική ακρίβεια. Το ελληνικό κοινό δεν είναι χαζό, μπορεί να μην ξέρει ακριβώς πώς φτιάχνεται μια ταινία, αλλά μιλάει τέλεια το visual language του παγκόσμιου σινεμά όπως το εδραίωσαν οι Σοβιετικοί και μετέπειτα οι Αμερικανοί. Το δικό μου συμπέρασμα είναι ότι θέλει ελληνικές ταινίες με visual storytelling, σε όποιο genre και αν ανήκουν. Λόγω γεωγραφικής θέσης και του ότι η αμερικανική παγκοσμιοποίηση έχει επηρεάσει βαθιά την κουλτούρα των νέων της χώρας, η Ελλάδα έχει μια εξαιρετική ευκαιρία να δημιουργήσει παγκόσμιο σινεμά και να εξελιχτεί κάποτε σε ένα ευρωπαϊκό Νέο Hollywood. Προς το παρόν όμως αυτό το εκμεταλλεύονται καλύτερα στην γειτονική Βουλγαρία δημιουργώντας υποδομές και θέσεις εργασίας στην χώρα τους για άπειρες αμερικανικές παραγωγές από τις οποίες αποκτούν τεχνογνωσία και skills που δεν υπάρχουν εδώ.

the republic TZETZAS 607 7

Η ταινία παίζεται στις αίθουσες. Ποιο θα ήταν για σένα το κερδισμένο στοίχημα, η μεγαλύτερη ικανοποίηση; Τι θα ήθελες να σου πουν οι θεατές βγαίνοντας από την αίθουσα;

Πρόσφατα άκουσα για μια κοπέλα που βάρεσε τατού το logo της ταινίας. Επίσης, μετά την προβολή στις Νύχτες Πρεμιέρας, μια παρέα από ενθουσιασμένους 20χρονους με έπιασε και μου είπε ότι η ταινία τους έδωσε έμπνευση και ότι εξέφραζε τα νεύρα που νιώθουν ως νέοι αυτής της χώρας ενώ ταυτόχρονα «πέρασαν γαμώ!» Δεν νομίζω ότι κάτι μπορεί να το νικήσει αυτό. Η ταινία, από όσο έχω δει μέχρι τώρα, έχει έντονη απήχηση στις νεότερες ηλικίες. Εχουν τους αγαπημένους τους χαρακτήρες, τις αγαπημένες τους σκηνές, ατάκες ή μουσικές από το soundtrack. Αυτό ήταν για εμένα το καλλιτεχνικό στοίχημα και αυτό το έχω ήδη κερδίσει. Αυτό που είναι σημαντικό τώρα είναι να έχει ένα ικανοποιητικό box office. Καμία ταινία δεν γίνεται τσάμπα και αυτή έχει φτιαχτεί από νέους για νέους (η νιότη είναι στην καρδιά) και έχει όλα τα συστατικά για να πάει καλά.

the republic TZETZAS 607 9

Ποια τα σχέδιά σου για το μέλλον; Εχεις ήδη την επόμενη ταινία στα σκαριά; Θα συνεχίσεις στο ίδιο ύφος;

Αυτή την στιγμή τελειώνω το μοντάζ για το καινούργιο βίντεο κλιπ των Planet of Zeus και μετά θα αρχίσω να δουλεύω πάνω σε διάφορες νέες ιδέες. Καταλύτης θα είναι το πώς θα πάει το «Republic» στις αίθουσες. Αν καταλήξει να είναι άλλη μια ταινία των 10.000 εισιτηρίων, δεν ξέρω για ποιο λόγο θα ήθελα να κάνω άλλη ταινία εδώ. Τα χρήματα δεν τα βρίσκουμε από το κράτος και γενικώς επειδή επιχειρώ κάτι διαφορετικό που δεν ανήκει στο art house, έχω αντιμετωπίσει κάποιον σνομπισμό. Το σκηνοθετικό ύφος πάντως θα οριστεί από το υλικό που θα βρω. Σκοπεύω να κάνω κάτι επικεντρωμένο σε λιγότερους χαρακτήρες και πολύ πιο σκοτεινό από το «Republic». Αυτά που συνήθως οραματίζομαι, κοστίζουν και δεν είναι απλό να υλοποιηθούν. Για την ώρα θέλω να παραμείνω στην Ελλάδα και να κάνω 1 ή 2 ακόμη ταινίες. Οταν νιώσω έτοιμος να κάνω αυτό που οραματίζομαι πίσω στην Αμερική, θα είμαι εκεί.

the republic TZETZAS 607 8

Παρακολουθείς νέο ελληνικό κινηματογράφο; Πώς βρίσκεις την επιτυχία του; Εχεις συναδέλφους που θαυμάζεις;

Μου άρεσε πολύ η «Μικρή Αρκτος» της Ελισάβετ Χρονοπούλου, την οποία είδα στις Νύχτες Πρεμιέρας. Είχε μια πολύ βαθιά και ανθρώπινη απόγνωση. Μου άρεσε επίσης πάρα πολύ ο «Αστακός» του Γιώργου Λάνθιμου. Γενικά γίνονται πολλές αξιόλογες ταινίες στην Ελλάδα και είναι φοβερό το ότι σε τόσο δύσκολες συνθήκες παράγουμε περισσότερες από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Χρειάζεται όμως να ξεκολλήσουμε λίγο από την εμμονή της φεστιβαλικής αναγνώρισης, η οποία κρύβει και έναν υποδόριο ελιτισμό και να εστιάσουμε περισσότερο στο να υπάρξει ουσιαστική σύνδεση με το ελληνικό κοινό, αλλιώς όλο αυτό το κίνημα θα πεθάνει ή θα μείνει υπόγειο. Ο κινηματογράφος εκτός από τέχνη είναι και βιομηχανία, διότι χρειάζεται τις υπηρεσίες και την τεχνογνωσία πολλών επαγγελματιών για να παραχθεί ένα υλικό προϊόν. Αν δεν μπορούν να βιοποριστούν κάνοντας αυτό που αγαπούν, θα σταματήσουν να το κάνουν, ή θα φύγουν ή θα μείνουν και θα ρίξουν το επίπεδο της δουλειάς τους. Κανένα από αυτά τα σενάρια δεν είναι καλό για την εγχώρια παραγωγή ταινιών. Πιστεύω όμως πώς αν καταφέρουμε να κάνουμε το ελληνικό σινεμά πιο επικερδές και με λίγη βοήθεια από την πολιτεία, δεν υπάρχει ταβάνι στο που μπορούμε να φτάσουμε.

Διαβάστε περισσότερα: