Ο Αλί ζει μοναχικά σ' ένα ημιυπόγειο διαμέρισμα. Η καθημερινότητά του είναι μονότονη. Κοιμάται, τρώει λιτά και προσεύχεται. Η μοναδική του διασκέδαση είναι το άθλημα του kick boxing, για το οποίο προπονείται στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας του. Για να επιβιώσει μαζεύει παλιοσίδερα από τα σκουπίδια, που τα συγκεντρώνει σ' ένα καρότσι super market το οποίο σέρνει στους δρόμους. Ομως δεν είναι μόνο οι μνήμες από την πατρίδα του, την οικογένειά του και το κορίτσι του που τον κατακλύζουν. Πιο έντονο συναίσθημα του προκαλεί η τελετή της Ασούρα, που παρακολουθεί χωρίς να συμμετέχει. Πρόκειται για μια ημέρα μνήμης και πένθους για τους περισσότερους μουσουλμάνους, διότι τότε έχασε τη ζωή του, ο Χουσεΐν Αλί, σημαντική φυσιογνωμία στο Ισλάμ.
Η ζωή του ήρωα θα μπορούσε, στην πραγματικότητα, να είναι η ζωή του ίδιου του πρωταγωνιστή. Oπως λέει ο Βασίλης Μαζωμένος, «η ταινία ξεκίνησε όταν συνειδητοποίησα ότι ζούσε δίπλα μου, κοντά στο σπίτι μου στα Εξάρχεια, ένας νέος Αφγανός που δεν είχε πάνω του ίχνος μιζέριας και κακομοιριάς και μου κίνησε το ενδιαφέρον. Ο Αλί κατάγεται από ευκατάστατη οικογένεια της πατρίδας του, την οποία εγκατέλειψε ως λιποτάκτης του στρατού, μια και βρέθηκε ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά: από τη μια οι Ταλιμπάν, από την άλλη ο αμερικάνικος στρατός. Η ταινία είναι ως ένα βαθμό η ζωή του, αλλά απλώνεται και πέρα από αυτή, αφού ο Αλί γίνεται "ο άλλος", ο άνθρωπος που ζει δίπλα μας στο ημιυπόγειο, σέρνοντας το καρότσι με τα παλιοσίδερα και διατηρώντας την κουλτούρα του, ακόμα και σ' έναν ξένο τόπο της Δύσης, όπως η Ελλάδα».
Μέσα από αυτή την γνωριμία, την παρατήρηση του «άλλου» ο Βασίλης Μαζωμένος βρήκε την ψυχή της ταινίας του, ενώ το ύφος και η μορφή της, αυτά καθορίστηκαν τόσο από την αισθητική του ίδιου, όσο κι από τις συνθήκες ζωής του ήρωά του: «Ηθελα πάντα να κάνω μια ταινία άμεση, πάνω σε ένα πρόσωπο, όπου θα καταγράφω τη ζωή του, χωρίς ίχνος στυλιζαρίσματος. Επιδίωξα να είμαι δίπλα στο πρόσωπο ή στα πρόσωπα των υπολοίπων προσφύγων, γιατί νομίζω πως σε τέτοιες περιπτώσεις η αισθητική προσαρμόζεται σε αυτά κι όχι το αντίθετο».
Οσο για τον τρόπο που έγινε το φιλμ, εδώ φαίνεται να ακολουθήθηκε αυτό που δυστυχώς μοιάζει μονόδρομος τον τελευταίο καιρό στο ελληνικό σινεμά. «Οι δυσκολίες ήταν τεράστιες, όχι μόνο επειδή ανέλαβα εξ ολοκλήρου και την παραγωγή», λέει ο σκηνοθέτης. «Η ταινία δε θα ήταν εφικτή χωρίς τη βοήθεια των συντελεστών της που δέχτηκαν να συμμετέχουν, χωρίς ίχνος αμοιβής, σε μια πολύ δύσκολη διαδικασία. Πιστεύω πως η '10η Ημέρα' είναι μια 'no budget' ταινία , με ...πλούσιο περιεχόμενο. Βέβαια εκτιμώ πως αν θα είχα χρήματα, θα γύριζα άλλη ταινία. Ισως καλύτερα έτσι. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως ο κινηματογράφος μπορεί να γίνεται σε αυτές τις συνθήκες!».
Στην περίπτωση της «10ης Ημέρας», όμως, οι δυσκολίες δεν εξαντλούνταν σε οικονομικούς παράγοντες όπως εξηγεί ο Βασίλης Μαζωμένος: «Η διαδικασία παραγωγής κράτησε ένα χρόνο, λόγω της απίστευτης ιδιομορφίας στον τρόπο γυρισμάτων. Η Ασούρα γίνεται Δεκέμβριο και τα υπόλοιπα γυρίσματα έγιναν Μάιο, Ιούνιο. Η προσπάθεια να σε εμπιστευτούν άνθρωποι φοβισμένοι, άλλης κουλτούρας και ηθών, ήταν το μεγαλύτερο εμπόδιο. Αυτό ξεπεράστηκε, μόλις διαπίστωσαν το σεβασμό μου για αυτούς και τα έθιμά τους. Για να τους πείσω χρειάστηκαν δυο μήνες περίπου και με τη βοήθεια ενός δικού τους νέου ανθρώπου, του Ασίρ, έγινα αποδεκτός και μπόρεσα να "μπω μέσα"! Στην τελετή της Ασούρα για παράδειγμα, το συνεργείο μου ήταν δίπλα στους Σιίτες, μια ανάσα, σε τέτοιο βαθμό, που οι δυο κάμεραμεν κινδύνευσαν από τα χτυπήματα».
Αλλά πέρα από την καταγραφή και την ενσωμάτωση στο φιλμ κομματιών μιας αλήθειας κι ενός τρόπου ζωής που παραμένουν άγνωστα ακόμη κι αν συμβαίνουν δίπλα μας, το μεγάλο στοίχημα του φιλμ μοιάζει να ήταν η ανακάλυψη, η εξερεύνηση της εσωτερικής «γεωγραφίας» του πρωταγωνιστή της. «Με τον Αλί τα πράγματα ήταν διαφορετικά, γιατί έπρεπε να μου ...ανοίξει τη ψυχή του , να σκάψουμε μαζί πάνω στα κομμάτια που τον πλήγωσαν και τον πληγώνουν» λέει ο Μαζωμενος. «Πάντως με την ταινία κατάλαβα πλήρως τις απόψεις του Δαμιανού, για την αυθεντικότητα του καλού ερασιτέχνη ηθοποιού σε σχέση με τον προσποιητό κόσμο ακόμα και του καλύτερου επαγγελματία. Στον κινηματογράφο ο ηθοποιός πρέπει να "είναι" κι όχι να παίζει».
Το φιλμ αυτό τον καιρό βρίσκεται στο στάδιο του μοντάζ, πλησιάζοντας την ολοκλήρωση αλλά ο σκηνοθέτης του νιώθει ότι αυτό που ξεκίνησε σαν ένα προσωπικό σχέδιο, μάλλον πέτυχε το στόχο του. «Οταν έδειξα πλάνα από την ταινία μου στον Αλί, εκείνος είπε αυθόρμητα: ''αυτό είναι δικό μας πράγμα" λέει ο Βασίλης Μαζωμένος. Η φράση αυτή από μόνη της, μοιάζει αν μη τι άλλο με μια πρώτη επιβράβευση.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία, σενάριο: Βασίλης Μαζωμενος / Πρωταγωνιστούν: Αλί Χαϊντάρι, Ιόλη Δημητρίου κι εκατοντάδες πρόσφυγες και μετανάστες / Παραγωγή:Βασίλης Μαζωμένος, Τάκης Ζερβουλάκος / Εκτέλεση παραγωγής: Πόλυ Τρανιδου / Διεύθυνση Φωτογραφίας: Γιώργος Παπανδρικόπουλος / Καλλιτεχνική διέυθυνση: Βασίλης Μαζωμένος / Επεξεργασία Ηχου: DNA LAB / Μουσική: DNA / Μοντάζ (επικεφαλής): Γιαννης Κωσταβάρας / Μοντάζ: Χρήστος Γάκης
Tags: Βασίλης Μαζωμένος, 10η Ημέρα, Αλί Χαϊντάρι, Ιόλη Δημητρίου, Ρούλα Νικολάου, αφγανός, Ασούρα, ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΙΝΕΜΑ