Υποψήφιος για Οσκαρ το 2004 με το ντοκιμαντέρ του «Weather Undergtound», o Σαμ Γκριν ένοιωσε κάποιας στιγμή παγιδευμένος στην φόρμα μιας παραδοσιακής ταινίας που είναι «σταθερή και μόνιμη» κι αποφάσισε να δοκιμάσει την δημιουργία ενός σινεμά που υπάρχει μόνο στο παρόν. Και κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα των ζωντανών ντοκιμαντέρ του, ταινιών που υπάρχουν μόνο σε συνδυασμό με ζωντανή αφήγηση και ζωντανή μουσική. Η τελευταία από αυτές το «Α Thousand Thoughts» είναι ένα πορτρέτο του εμβληματικού κλασικού κουαρτέτου εγχόρδων Kronos Quartet, με τους ίδιους να ερμηνεύουν ζωντανά την μουσική τους στην σκηνή. Μετά την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στο φεστιβάλ του Sundance, το «Α Thousand Thoughts» θα προβληθεί (ή καλύτερα θα συμβεί) την Τρίτη 19 Ιουνίου στις 20.30, στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος, ΕΛΣ στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, στο πλαίσιο του Summer Nostos Festival που διοργανώνει το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Πως γεννήθηκε η ιδέα ενός live ντοκιμαντέρ και πόσο εξελίχθηκε μέσα στα χρόνια από την πρώτη φορά που την βάλατε σε πράξη στο «Utopia in four Movements» μέχρι σήμερα;
Ηταν το 2010 όταν δούλευα πάνω σε ένα πειραματικό ντοκιμαντέρ για την ουτοπία, ένα φιλμ πολύ δύσκολο να μοντάρω -στην πραγματικότητα δεν μπορούσα να βρω τον τρόπο να το κάνω να λειτουργήσει. Κι εκεί ακριβώς στο σημείο όπου είχα κυριολεκτικά κολλήσει με το πρότζεκτ κάποιος μου ζήτησε να κάνω μια παρουσίαση της ταινίας μου. Μου ακούστηκε σαν μια καλή ιδέα κι έτσι έγραψα μια ομιλία στην οποία θα εξηγούσα τι είναι το φιλμ, δείχνοντας παράλληλα αποσπάσματα. Ηθελα να είναι κάτι παραπάνω από μια παρουσίαση με powerpoint κι έτσι ζήτησα από έναν φίλο μου συνθέτη να παίξει μουσική ζωντανά. Το σκεφτόμουν σαν κάτι που θα γινόταν μόνο μία φορά, αλλά όταν κάναμε την παρουσίαση, λειτούργησε με τον τρόπο που θα ήθελα να λειτουργεί το φιλμ: οι άνθρωποι κατάλαβαν για ποιο πράγμα μιλούσαμε και βιώσαμε μια συλλογική εμπειρία εκείνη τη νύχτα, οι θεατές έμειναν μετά το τέλος κι ακολούθησε μια κουβέντα. Και κάπως έτσι ένας σπόρος φύτρωσε μέσα μου. Σκέφτηκα αυτή η ταινία θα έπρεπε να είναι ένα «live film». Ηταν κάτι που δεν το έκανε κανείς απ΄ όσο ήξερα, αλλά για πολλούς λόγους -αισθητικούς, πολιτικούς, οικονομικούς η φόρμα αυτή με ενδιέφερε ιδιαίτερα. Κι έτσι καταλήξαμε να περιοδεύουμε για πολύ καιρό με εκείνο το έργο το «Utopia in four Movements».
Από τότε μέχρι σήμερα, έχω επιστρέψει σε αυτή τη φόρμα πολλές φορές γιατί με μάγευε κι ακόμη βρίσκω τρόπους να την σπρώξω πιο πέρα. Το καλύτερο πράγμα με ένα ζωντανό ντοκιμαντέρ είναι ότι μπορείς να συγκλονίσεις το κοινό με τις τεράστιες εικόνες της οθόνης και την μουσική που τις περιβάλλει Κι έτσι συνέχισα να ψάχνω το τι μπορώ να κάνω παραπάνω σε αυτό το είδος και το «Α Thousand Thoughts» είναι στην πραγματικότητα η κορύφωση των όσων προσπαθούσα να κάνω με το live σινεμά τα τελευταία 8 χρόνια Ενα ολοκληρωμένο έργο που χρησιμοποιεί την μαγεία του σινεμά και την δύναμη μιας ζωντανής εμπειρίας, στο μέγιστο.
Θα το περιγράφατε περισσότερο σαν μια κινηματογραφική εμπειρία ή κάτι που βρίσκεται πιο κοντά σε μια παράσταση;
Το «Α Thousand Thoughts» είναι και τα δύο! Κι αυτό είναι που με ενδιαφέρει. Ο βασικός μηχανισμός του σινεμά είναι μεταφέρει το κοινό σε άλλο χρόνο κι τόπο - αυτή είναι η μαγεία του. Με μια παραδοσιακή ταινία ελπίζεις ο θεατής να προσηλωθεί στα όσα συμβαίνουν στην οθόνη κι αν αρχίσει να στρέφει την ματιά του εκτός αυτής σκεπτόμενος «αυτό το σινεμά έχει παράξενο σχήμα», ή «μου αρέσουν οι τοιχογραφίες με τους Αιγύπτιους στους τοίχους», τους έχασες. Σε μια παράσταση όμως οφείλεις να είσαι παρών στη στιγμή. Οι ερμηνευτές και το κοινό μοιράζονται μια στιγμή στον χώρο και στο χρόνο -όλοι είναι στο ίδιο δωμάτιο και μοιράζονται κάτι που δεν θα συμβεί ξανά με τον ίδιο τρόπο ποτέ και όλοι το ξέρουμε ως ένα επίπεδο. Ετσι με αυτά τα ζωντανά ντοκιμαντέρ είναι απολαυστικό αλλά κι απαιτητικό να αλλάζεις συνεχώς θέση μεταξύ αυτών των δύο εμπειριών. Σε κάποια σημεία του «Α Thousand Thoughts», ο θεατής οφείλει να είναι καρφωμένος στην οθόνη, αλλά σε άλλα είναι απόλυτα σαφές ότι βρίσκεσαι σε μια αίθουσα και μοιράζεσαι μια στιγμή με άλλους.
Αντίθετα από μια παραδοσιακή κινηματογραφική εμπειρία όπου ξέρεις ότι το αποτέλεσμα της δουλειάς σου είναι αποτυπωμένο για πάντα σε φιλμ ή σε ένα ψηφιακό αρχείο, αυτή η εμπειρία έχει μια φευγαλέα υφή. Πόσο εύκολο ήταν να αποδεχθείτε κάτι τέτοιο;
Στην πραγματικότητα είναι κάτι που βρίσκω μαγικό, Ειδικά σήμερα όπου σχεδόν τα πάντα στον κόσμο σήμερα -κι ειδικά οι ταινίες- «αρχειοθετούνται» στο internet, υπάρχει κάτι ριζοσπαστικό στο να αποδέχεσαι το εφήμερο. Κι αν το σκεφτείς, το εφήμερο είναι πολύ πιο κοντά στον τρόπο που βιώνουμε την ζωή και τον κόσμο. Ενας από τους πρωταγωνιστές της ταινίας λέει κάτι σπουδαίο για την μουσική το οποίο ισχύει με τον ίδιο τρόπο και για την ζωή μας: «είναι απλά αέρας και χρόνος και μετά χάνεται». Βρίσκω αυτή την ιδέα αναζωογονητική, μια υπενθύμιση του πόσο σημαντική είναι κάθε φορά η παρούσα στιγμή.
Θα λέγατε ότι υπήρχαν πλευρές του παραδοσιακού κινηματογράφου που σας είχαν απογοητεύσει;
Οταν ενδιαφέρθηκα για το ζωντανό σινεμά με ενοχλούσε το ότι οι άνθρωποι είχαν αρχίσει να βλέπουν ταινίας σε laptops ή κινητά τηλέφωνα. Δεν είμαι εναντίον της τεχνολογίας αλλά ξέρω ότι όταν κάποιος βλέπει μια ταινία στον υπολογιστή του και παράλληλα τσεκάρει το facebook, η κινηματογραφική εμπειρία υποφέρει σημαντικά. Η αναλογία θα ήταν να πας σε ένα απίθανο πεντάστερο εστιατόριο για γεύμα, να παραγγέλνεις και μετά να πάρεις το φαγητό για να το φας στο αμάξι σου. Η εμπειρία του να είσαι σε ένα μεγάλο χώρο με άλλους ανθρώπους, τα φώτα να χαμηλώνουν και να μεταφέρεσαι κάπου αλλού (με το κινητό σου σβηστό και τις έγνοιες σου επίσης) αυτή είναι η μαγεία του σινεμά. Κι ήθελα να χτίσω μια εμπειρία που να αναβιώνει αυτή την αίσθηση.
Οταν θα προβάλλουμε το «Α Thousand Thoughts» στην Αθήνα, στις 19 Ιουνίου, θα έχουμε ταξιδέψει από την άλλη πλευρά του κόσμου για να έρθουμε εκεί. Κι εσείς θα κλείσετε μια babysitter, θα κανονίσετε να βρεθείτε με τους φίλους σας, θα συναντηθούμε όλοι μαζί στην αίθουσα, τα φώτα θα σβήσουν -και το κινητό σας- και θα είμαστε όλοι, ολοκληρωτικά παρόντες. Μαζί θα φτιάξουμε κάτι που δεν θα είναι το ιδιο με τον ίδιο τρόπο ποτέ ξανά. Και ελπίζω οτι θα είναι μια μαγική εμπειρία (και σίγουρα η μουσική των Kronos Quartet όταν παίζεται ζωντανά είναι μαγική). Κι όταν τελειώσει δεν θα υπάρχει καμιά καταγραφή του, εκτός από τις αναμνήσεις όλων όσων ήταν εκεί εκείνο το βράδυ.
Η μουσική παίζει ένα σημαντικό ρόλο σε όλα τα ζωντανά ντοκιμαντέρ που παρουσιάσατε στο παρελθόν. Εχετε δουλέψει με σπουδαίους μουσικούς όπως για παράδειγμα με τους Yo La Tengo στο «The Love Song of R. Buckminster Fuller», αλλά στο «Α Thousand Thoughts» η μουσική κι οι μουσικοί βρίσκονται στην καρδιά του φιλμ. Τι ήταν αυτό που έκανε τους Kronos Quartet ιδανικούς για να αποτελέσουν το θέμα της νέας ταινίας σας;
Λατρεύω την μουσική, με συγκινεί βαθιά κι επίσης βρίσκεται στην ρίζα του τρόπου που κανω σινεμά. Χρειάζομαι την μουσική για να νιώσω την αίσθηση μιας σκηνής ή μιας ταινίας. Οπότε η μουσική βρίσκεται πάντα στην αφετηρία, αλλά και στην καρδιά των ταινιών μου. Αλλά αυτό που με ενθουσιάζει με την νέα μου δουλεία είναι ότι η μουσική των Kronos Quartet και η εμπειρία των θεατών απέναντι σε αυτή τη μουσική είναι το ίδιο το θέμα της ταινίας. Η φόρμα και η θεματική ευθυγραμμίζονται με έναν πολύ ισχυρό τρόπο. Οι Kronos Quartet είναι επίσης ιδανικοί για μια τέτοια ταινία γιατί είναι υπέροχοι, έχουν μια εξαιρετική ιστορία η οποία δεν έχει ειπωθεί σε βιβλία ή άλλες ταινίες. Είναι μια από αυτές τις περιπτώσεις όπου ως ντοκιμαντερίστας, σκοντάφτεις πάνω σε κάτι κι λες στον εαυτό σου «πως γίνεται κανείς πριν από μένα να μην είχε αυτή την ιδέα;».