Η καινούρια ταινία του Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν ξεκινά με ένα πλάνο που μοιάζει απόλυτα αναγνωρίσιμο στο πλαίσιο του σινεμά του.
Ενας άντρας καθισμένος σε ένα καφενείο, η κάμερα τον κοιτάζει απ΄έξω καθώς στο τζάμι αντανακλάται ο μουντός ουρανός και η θάλασσα. Ο άντρας αυτός είναι ο Σινάν, ένας νεαρός που έχει μόλις τελειώσει τις σπουδές του κι επιστρέφει στο χωριό του έχοντας γράψει το πρώτο του βιβλίο που ελπίζει να εκδώσει. Ενας ήρωας που επίσης μοιάζει ταιριαστός, αν όχι γνώριμος στο σύμπαν του σινεμά του Τζεϊλάν. Ομως η «Αγρια Αχλαδιά» δεν είναι ένα ακόμη μελαγχολικό οπτικό ποιήμα (αν και η μελαγχολία είναι με το παραπάνω εκεί), αφού η κινηματογραφική γλώσσα του Τζεϊλάν εδώ, είναι πολύ περισσότερο γεμάτη από λέξεις, απ’ ότι εντυπωσιακές εικόνες.
Το φιλμ χτίζεται πάνω σε μια σειρά από σκηνές διαλόγων, οι πιο βασικές από τις οποίες κι αυτές που οριοθετούν την διαδρομή του ήρωα στον χρόνο και τις εμπειρίες του, στο ταξίδι προς την ωριμότητα (ή ίσως την εφησύχαση;) είναι με τον πατέρα του. Ο Ιντρις είναι ένας δάσκαλος που κάποτε έβλεπε την ζωή με διαφορετική ματιά μα που τώρα ξοδεύει τα λεφτά του στον τζόγο και τον ελεύθερο χρόνο του στο να σκάβει ένα πηγάδι στο χωράφι του ακόμη κι αν όλοι του λένε ότι δεν πρόκειται ποτέ να βρει νερό.
Ο Σινάν, υποψήφιος δάσκαλος κι εκείνος, βλέπει στον πατέρα του τον άντρα που δεν θέλει να γίνει, αδυνατεί να καταλάβει τους λόγους που η μητέρα του του συγχωρεί σχεδόν τα πάντα, που εξακολουθεί να τον αγαπά. Η ορμή ή η θρασύτητα της νιότης είναι η κινητήρια δύναμή του και μαζί μια αδικαιολόγητη αίσθηση ότι είναι λίγο καλύτερος από όλους τους ανθρώπους γύρω του, από την κλειστή κοινωνία του χωριού του.
Μέσα από μια σειρά από συναντήσεις, με μια κοπέλα από το σχολείο του, με τον δήμαρχο της πόλης, με έναν εργολάβο, με έναν διάσημο συγγραφέα από την περιοχή του, με δυο ιμάμηδες, αλλά και με τους παλιούς του φίλους, τους παππούδες και την καθημερινότητα με την οικογένεια του, από την προσπάθεια του να εκδώσει το βιβλίο του με κάθε τίμημα, Ο Τζειλάν θα μιλήσει για μια ακόμη φορά για μια σειρά από θεματικές που διατρέχουν το έργο του. Από την οικογένεια μέχρι την ζωή στην επαρχία, το καθήκον απέναντι στον εαυτό σου και στους άλλους, τα όνειρα που συνήθως διαψεύδονται, την σημασία της τέχνης, την συνειδητοποίηση και την αποδοχή του αληθινού μεγέθους της ύπαρξής μας.
Την ίδια στιγμή με τρόπο διακριτικό μα σαφή και με μια ξεκάθαρη δόση ειρωνείας, το φιλμ χτίζει ένα πορτρέτο της σύγχρονης Τουρκίας, των νοοτροπιών και των κανόνων που διατρέχουν τους βασικότερους θεσμούς της, κοιτάζοντας ταυτόχρονα μια προσωπική ιστορία και το πλαίσιο στο οποίο αυτή βρίσκει την θέση της. Μπορεί η ταινία του να έχει μια διάρκεια που μοιάζει αποθαρρυντική και μια πυκνότητα στον λόγο και τις ιδέες που να απαιτούν την συνεχή προσοχή σου, μα παρά αυτά τα «εμπόδια», παραμένει μια εξαιρετικά ευφυής, ανθρώπινη και γοητευτική ταινία.