Κάθε παράδοση χρειάζεται εκατοντάδες χρόνια για να διαμορφωθεί και να παγιωθεί από γενιά σε γενιά, αλλά αρκεί μόνο μια θαρραλέα στιγμή για να σπάσει, σε πείσμα ακόμη και των πιο συντηρητικών και παραδόπιστων φωνών. Μια τέτοια παράδοση, το κυνήγι με τους αετούς, δημιουργήθηκε στη μακρινή κι αχανή στέπα της Μογγολίας, στην επιβλητική οροσειρά Αλτάι στο κέντρο της Ασίας, πριν από τουλάχιστον μια χιλιετία, από τους νομαδικούς λαούς της περιοχής, οι οποίοι χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά τους χρυσαετούς για το κυνήγι των αλεπούδων και των άλλων ζώων προκειμένου να επιβιώσουν με το μαλλί και το κρέας τους που με το μαλλί και το κρέας τους από το δριμύ ψύχος.
Περισσότερο από μια απλή μέθοδος κυνηγιού όμως, η εκπαίδευση και η εκτροφή των αετών έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της κουλτούρας της νομαδικής ζωής στην περιοχή, ένα τελετουργικό έθιμο που πέρασε από γενιά σε γενιά με τους δικούς του απαρέγκλιτους κανόνες. Ο αετός μένει κοντά στον εκπαιδευτή του μόνο για επτά χρόνια και μετά αφήνεται ελέυθερος σε ένδειξη ευγνωμοσύνης από τον άνθρωπο για τις υπηρεσίες που του προσέφερε, ενώ το κυνήγι και η διδασκαλία των τεχνικών και των μυστικών του είναι μια αυστηρά αντρική υπόθεση που μεταλαμπαδεύεται από πατέρα σε γιο Ή μάλλον ήταν μια αυστηρά αντρική υπόθεση μέχρι τη στιγμή που η δεκατριάχρονη Αϊσολπάν απόφάσισε να ακολουθήσει το όνειρό της και να γίνει η πρώτη γυναίκα αετοκυνηγός,
Αυτό είναι το θέμα του ντοκιμαντέρ του πρωτοεμφανιζόμενου Ότο Μπελ, ο οποίος με πείσμα ανάλογο της κεντρικής ηρωίδας του, αποφάσισε να ταξιδέψει μέχρι το Καζακσταν και να μεταφέρει πάση θυσία στη μεγάλη οθόνη την ιστορία της πρωτοπόρου Αϊσολπάν μετά από ένα φωτογραφικό ρεπορτάζ του BBC που διάβασε τυχάια. Το θέμα ενθουσίασε εκτός από αυτόν και την Ντέιζι Ρίντλεϊ, η οποία προφανώς βρήκε ομοιότητες ανάμεσα στην μικρή ηρωίδα από το Καζακσταν και στο χαρακτήρα που υποδύθηκε στον Πόλεμο των Άστρων, και αποφάσισε όχι μόνο να αναλάβει χρέη παραγωγού, αλλά και να αφηγηθεί την ιστορία.
Με πλάνα που κόβουν την ανάσα με την αγριότητα και την ομορφιά της φύσικού τοπίου, ο Μπελ αφηγείται την ιστορία της Αϊσολπαν σαν ένα παραμύθι χειραφέτησης κι αυτοπροσδιορισμού βγαλμένο από την πραγματική ζωή, ξεκινώντας από τα πρώτα βήματα της εκπαίδευσής της στο πλευρό του προοδευτικού, αλλά ανήσυχου για τις αντιδράσεις του συντηρητικού περίγυρου πατέρα της, την σιωπηλή, αλλά εμψυχωτική παρουσία της μητέρας της και κυρίως την ίδια την χαρισματική μπροστά στο φακό 13χρονη Αισολπάν, η οποία σαν άλλη πριγκίπισσα της Ντίσνει της νέας εποχής, σπάει ταμπού και προκαταλήψεις αιώνων, με την ήρεμη δύναμη της σοφίας του ανθρώπου που νιώθει το κάλεσμα της πραγματικής του φύσης κι επιδιώκει την πραγματοποίηση του ονείρου του με σιγουριά κι αυτοπεποίθηση, παρά τις αντοδράσεις του ανδοκρατούμενου περίγυρου.
Από την αρχή γίνεται αντιληπτό ότι η Αισολπάν θα καταφέρει το στόχο της κι ότι όλα τα εμπόδια που αναφύονται κατά την πρώτη της επαφή με τον αετό, την εκπαίδευσή της στο πλευρό του πατέρα της και τη συμμετοχή της στον ετήσιο διαγωνισμό της περιοχής, όπου κερδίζει την πρώτη θέση κι απόστομώνει ακόμη και τους πιο σκεπτικούς αμφισβητίες των ικανοτήτων της, θυμίζουν λίγο πίστες σε βίντεο γκέιμ που η ηρωίδα ξεπερνά με ελεγχόμενη και χαρακτηριστική ευκολία, είναι όμως τόσο εμψυχωτικό το μηνημα της ταινίας και τόσο χαρισματική η παρουσία της ντροπαλής Αϊσολπαν, που ακόμα κι ο πιο κυνικός και καχύποπτος θεατής ως προς τη συναισθηματική χειραγώγηση του υλικού από τον σκηνοθέτη λυγίζει.
Η τελική δοκιμασία, το πραγματικό κυνήγι με τον αετό στις αντίξοες καιρικές συνθήκες και το δυσπρόσιτο αν και πανέμορφο τοπίο της ορεινής Μογγολίας, θα αποτελέσει το τελευταίο στάδιο στην πορεία της ηρωίδας στη δικαίωση, κι όσο κι αν φαντάζει προβλέψιμο ως προς την τελική του έκβαση, δεν παύει προκαλεί το δεός για τη δύναμη της θέλησης του συνεργείου που αντεπεξήλθε σε τόσο δυσμενείς συνθήκες, των νομάδων που με τη σοφία μιας παράδοσης αιώνων επιβιώνουν εκεί, μα πάνω απ’ όλα της δεκατριάχρονης Αϊσολπάν, αυτής της ταπεινής θριαμβεύτριας και πρωταγωνίστριας στο πιο ανέλπιστα feelgood ντοκιμαντέρ της χρονιας. Το ίσως παράταιρο, αλλά πάντα εξαιρετικό τραγούδι της Σία στους τίτλους τέλους, άλλωστε, υπογραμμίζει ακριβώς αυτό: ότι μπορείς να καταφέρεις κι εσύ τα πάντα. Αρκεί να το κάνεις όπως η Αϊσολπάν.