Μια καλή ταινία τρόμου, για να μπορέσει να είναι αποτελεσματική, θα πρέπει, πέρα από την όποια ποσότητα jump scares και gore προσφέρει, να κρύβει και κάτι πιο... βαθύ πίσω από το περιτύλιγμα της.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο σκηνοθέτης Πάρκερ Φιν με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του με τίτλο «Χαμογέλα», προσπαθεί και το πετυχαίνει αυτό ως ένα βαθμό προσπαθώντας να πει μια ενδιαφέρουσα ιστορία για το ψυχολογικό τραύμα, χωρίς δυστυχώς να καταφέρνει να ξεφύγει από τα κλισέ του είδους και μια ανούσια μεγάλη διάρκεια - όλα όσα την κρατάνε πίσω από το να είναι, τουλάχιστον, μια ανώδυνη διασκεδαστική ταινία τρόμου.
Λένε πως η μίμηση είναι το μεγαλύτερο σημάδι εκτίμησης, κάτι που δεν θα μπορούσε να ισχύει περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση, καθώς η ταινία δανείζεται πολλά και διάφορα στοιχεία από τις ταινίες «Σημάδι Κινδύνου», «The Grudge: Η Κατάρα» και «Σε Ακολουθεί», για να πει την ιστορία μιας κατάρας υπό τη μορφή μιας απόκοσμης οντότητας που βασανίζει τα θύματά της με σατανικά χαμόγελα, δίνοντας τους λίγες μέρες πριν τους σκοτώσει, με τον Φιν να χτίζει μια επαρκή ανατριχιαστική ατμόσφαιρα.
Μόνο που κι αυτή δεν ξέρει πως να την αξιοποιήσει πλήρως πέρα από μερικές καλοδεχούμενες ανατριχίλες και κάποια απανωτά, αν και επιπόλαια, πετάγματα τα οποία οδηγεί με αυτόματο πιλότο ως το διεκπεραιωτικό του φινάλε.
Ακόμα και αν κάποιος «διαβάσει» το σενάριό της ως μια αλληγορία για το ψυχολογικό τραύμα και την κατάθλιψη που κρύβουμε από τους άλλους μόνο και μόνο πίσω από ένα άβολο (πες το και ανατριχιαστικό πολλές φορές) χαμόγελο, η ταινία υπογραμμίζει επαναλαμβανόμενα το «μήνυμά» της. Ως το τέλος το μόνο που καταφέρνει είναι, αντί να σου παγώσει το χαμόγελο (και το αίμα), να σε κάνει να παγώσεις από τη βαρεμάρα.