H Σίντνεϊ Πρέσκοτ επιστρέφει στο Γούντσμπορο, τελευταία στάση της περιοδείας της για την παρουσίαση του τελευταίου της βιβλίου. Μαζί της θα επιστρέψει και ο Ghostface για να ξυπνήσει τον εφιάλτη...
Στην αρχή ακόμη της ταινίας, λίγο μετά την εν δυνάμει σκηνή ανθολογίας πριν τους τίτλους (με την ταινία μέσα στην ταινία μέσα στην ταινία), ο Ντέιβιντ Αρκέτ συνοψίζει ιδανικά σε μια φράση ποια ακριβώς είναι η θέση του «Scream 4» στην σύγχρονη φιλμογραφία του τρόμου. Μάρτυρας μιας νεανικής φάρσας που θέλει τα μνημεία της πόλης καλυμμένα από το κοστούμι του Ghostface ακριβώς 15 χρόνια από την εμφάνιση του, ο πάλαι πότε γλυκύτατος σερίφης αναφωνεί πως «η τραγωδία της μίας γενιάς είναι το αστείο της επόμενης». Κάπου εκεί τελειώνει και ο ευφυής αυτοσαρκασμός του Γουες Κρέιβεν. Ο,τι ακολουθεί για την επόμενη μιάμιση περίπου ώρα περιγράφεται μόνο ως o θρίαμβος ανακύκλωσης που αν κάποτε προκαλούσε ισόποσα ρίγη τρόμου και διασκέδασης το μόνο που μπορεί να κάνει σήμερα είναι να προκαλέσει την αδιαφορία.
Μπορεί η αφίσα της ταινίας να μιλάει για μια νέα δεκαετία στην οποία οι κανόνες έχουν αλλάξει, μόνο που το μοναδικό πράγμα που πραγματικά έχει αλλάξει είναι πως οι Κάμπελ, Κοξ και Αρκέτ συναγωνίζονται σε συσσωρευμένη κούραση τους Κρέιβεν – Γουίλιαμσον. Ολοι μαζί «υπογράφουν» ένα φιλμ της...σειράς που στην προσπάθεια του να είναι έξυπνο και μεταμοντέρνο, καταλήγει να είναι απλά ανιαρό. Οχι μόνο γιατί δεν έχει τίποτα καινούργιο να πει, αλλά κυρίως γιατί το αδίστακτο κυνήγι της επιτυχίας, οι αναβράζουσες εφηβικές ορμόνες, οι σινεφιλικές αναφορές και η χαμηλή νοημοσύνη της επαρχιακής Αμερικής ανακυκλώνονται εκβιαστικά για να απευθυνθούν στη νέα γενιά.
Πριν 15 χρόνια, όμως, το κόλπο ήταν «φρέσκο», το σενάριο έξυπνο και η ειρωνία ευπρόσδεκτη. Σήμερα,, όμως, που οι μισές ταινίες τρόμου παρωδούν (ηθελημένα ή μη) τις υπόλοιπες μισές και ο κινηματογραφικός τρόμος αγγίζει από τη μια πλευρά τον ηδονοβλεπτικό σαδισμό («Saw») και από την άλλη τις άνευρες ανατριχίλες, το σχόλιο του «Scream 4» μοιάζει τόσο φαρσικό που δεν αρκεί ούτε για χαβαλέ.
Περισσότερο και από την πιο τρανταχτή απόδειξη πως «δεν τα φτιάχνουνε πια έτσι», το relaunching της saga των «Scream» είναι και η επιβεβαίωση πως έφτασε επιτέλους η ώρα για τον Γουες Κρέιβεν να αποσυρθεί ήσυχα, απολαμβάνοντας τα εκατομμύρια από τα ριμέικ των ταινίων του και την δόξα που κάποτε του χάρισε το ταλέντο του. Και να προλάβει να το κάνει πριν ουρλιάξουμε πραγματικά και μόνο στην ιδέα πως το τέταρτο αυτό «Scream» είναι η απαρχή μιας νέας τριλογίας!