Η γιαγιά Πωλέτ από τότε που έχασε τον αγαπημένο της σύζυγο βρίσκεται σε άρνηση και έχει χάσει κάθε ενδιαφέρον για τη ζωή. Εκτός από τη μοναξιά, αντιμετωπίζει τεράστια οικονομικά προβλήματα. Ζει σε μία φτωχογειτονιά στα προάστια του Παρισιού, δεν έχει ιδιαίτερες σχέσεις με την κόρη της, σιχαίνεται τον γαμπρό της και απεχθάνεται το ρόλο της γιαγιάς. Όμως μία αναπάντεχη «ανακάλυψη» θα της αλλάξει για πάντα τη ζωή! Η Πωλέτ μυρίστηκε ότι στη γειτονιά της ανθεί ένα ιδιαίτερα επικερδές εμπόριο: αυτό της κάνναβης. Αποφασίζει, λοιπόν, να ανοίξει τους επιχειρηματικούς της ορίζοντες και να πάρει την τύχη στα χέρια της. Ξεκινάει μία διαφορετική «καριέρα» που, χάρη στη μυστική της «συνταγή», θα της φέρνει χρήμα και επιτυχία, αλλά θα την μπλέξει παράλληλα σε ξεκαρδιστικές περιπέτειες...!
Η «Συνταγή της Πωλέτ» είναι η κλασική ταινία της μίας ιδέας.
Οσο αστείο είναι να βλέπεις μια ηλικιωμένη γυναίκα να πουλάει μαύρο στους δρόμους των προαστίων του Παρισιού, τόσο εκεί αρχίζουν και σταματούν όλα για μια κωμωδία «συνταγής» από αυτές που τρελαίνουν το γαλλικό κοινό – ίσως γιατί το φέρνουν με ασφάλεια και εξόχως «σκανδαλιστικά» κοντά στην πραγματικότητα της χώρας του.
Με τη δομή μιας παλιομοδίτικης ταινίας καταστάσεων που τοποθετούν τον πιο απρόβλεπτο χαρακτήρα στην πιο αναπάντεχη συνθήκη, το φιλμ του Ενρικό φιλοδοξεί να αντιστρέψει τις ρατσιστικές προκαταλήψεις ενός μεγάλου κομματιού του γαλλικού (και όχι μόνο) πληθυσμού μέσα από καθαρόαιμη κωμωδία (βλ και το αναλογης αισθητικής και υφής «Θεέ μου τι σου Κάναμε;»), ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να σκιαγραφήσει έναν αντιπαθητικό χαρακτήρα που σταδιακά αλλάζει, παραδομένος στον ανθρωπισμό και τα καλά αισθήματα.
Μπορείς να ξεχωρίσεις τουλάχιστον το (αν και υπερβολικά γκροτέσκο) one woman show της Μπερναντέτ Λαφόν, αλλά ακόμη κι αυτό στριφογυρίζει γύρω από τις ίδιες γκριμάτσες και τα ίδια αστεία τουλάχιστον για το 80% μιας ταινίας που προεξοφλεί τόσο τη διαδρομή όσο και το φινάλε (και του χαρακτήρα της) πριν ακόμη ξεκινήσει.
Οτιδήποτε γύρω από αυτήν την σούπερ - γιαγιά μοιάζει όμως τόσο απελπιστικά κλισέ και σχολικά αστείο, ένα συνονθύλευμα σκηνών φτιαγμένων για να «σκανδαλίσουν» το μέσο αίσθημα ηθικής και να εκβιάσουν το χαμόγελο, πριν το «αστείο» τραβήξει ακόμη παραπέρα και η μπαλαφάρα «κάνει κεφάλι» πάνω στην όποια αίσθηση ευκολίας και αφέλειας.
Λέξεις όπως «feelgood», καλοκάγαθη και χαριτωμένη, κολλάνε δίπλα στο όνομα της «Πωλέτ», δικαιολογώντας την τεράστια επιτυχία που είχε στα γαλλικά ταμεία. Μόνο που ακριβώς οι ίδιες λέξεις είναι και το «stuff» που αντίθετα με όλες τις υποσχέσεις την κάνουν σχεδόν αφόρητα ακριβώς το είδος της ταινίας που αντί για high σε ρίχνει στα σκληρά μιας ξεπερασμένης και μόνο περιστασιακά αστείας - και ήδη ξεχασμένης την ώρα που τη βλέπεις - εμπειρίας.