Κωνσταντινούπολη, Δεκέμβριος 1935. Δέκα άγνωστοι μεταξύ τους επιβιβάζονται στην αμαξοστοιχία του Οριάν Εξπρές με προορισμό το Καλέ της Γαλλίας. Μόνο που κάπου στην ορεινή Γιουγκοσλαβία, μια χιονοστιβάδα θάβει τις ράγες κι ακινητοποιεί το τραίνο. Αυτό όμως δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα των επιβατών. Μέσα στη νύχτα, ο αντιπαθής «επιχειρηματίας» (σ.σ. μαφιόζος) κύριος Ράτσετ βρίσκεται δηλητηριασμένος και μαχαιρωμένος 11 φορές στην κουκέτα του. Τι τύχη να ταξιδεύει με την αμαξοστοιχία ο διάσημος Βέλγος ντετέκτιβ Ηρακλής Πουαρό. Ο Πουαρό πρέπει να εξετάσει όλους, ταξιδιώτες και προσωπικό, στο παγιδευμένο τρένο και να βρει τον δολοφόνο. Ολοι έχουν κίνητρο, όλοι είναι ύποπτοι και, φαινομενικά, όλοι έχουν άλλοθι.

Η πυκνή γραφή της Αγκάθα Κρίστι, οι κεντημένες της λεπτομέρειες, οι μελετημένες της περιγραφές των (πάντα παράξενων) χαρακτήρων αποτελούσαν πάντα μεγάλη πρόκληση για την μεταφορά τους στο σινεμά. Ακόμα περισσότερο: η αποτύπωση του ύφους, του τόνου που έδινε η δαιμόνια αστυνομική μυθιστοριογράφος - αυτό το φλέγμα που κρύβεται πίσω από το στήσιμο των ιστοριών της- μπορούσε να χαθεί στην κινηματογραφική μετάφραση.

«Το Εγκλημα στο Οριάν Εξπρές» θεωρείται μία από τις πιο επιτυχημένες κινηματογραφικές διασκευές της Αγκάθα Κρίστι (όπως και το «Μάρτυρας Κατηγορίας» του Μπίλι Γουάιλντερ) γιατί ο σεναριογράφος Πολ Ντεν και, κυρίως, ο σκηνοθέτης Σίντνεϊ Λουμέτ τολμούν να παίξουν με τον τόνο της ταινίας.

Από την μία, τα κάδρα του Λουμέτ είναι στιβαρά (τα εξωτερικά της διαδρομής του τρένου έχουν ατμόσφαιρα και στιλ, ενώ στο εσωτερικό η γεωμετρία του χώρου αναδεικνύει την κλειστοφοβική διάσταση του εγκλήματος), η θερμοκρασία των σκηνών όμως, διακατέχεται από ένα βαθύ χιούμορ. Ο Ντεν παίζει με τη σκιαγράφηση των χαρακτήρων κι ο Λουμέτ κατευθύνει το (τόσο λαμπερό) καστ των ηθοποιών του να ερμηνεύουν με υπερβολή, θεατρικότητα κι αυτοσαρκασμό τους ήρωές τους. Αυτό, μπορεί να μην το καταλαβαίνει κανείς άμεσα, αλλά καταλήγει και στο να κρατά τον τόνο της ταινίας απολαυστικό (σχεδόν κωμικό), και κυριότερα, στο να υπονομεύει την ταυτότητα των επιβατών. Αυτή ακριβώς η θεατρικότητα τους κάνει ύποπτους. Ποιοι είναι πραγματικά κάτω από τις μάσκες; Τι κρύβουν;

Ο Αλμπερτ Φίνεϊ δίνει πραγματικό ρεσιτάλ ως Ηρακλής Πουαρό - κυρίως γιατί τολμά κι εξαφανίζεται κάτω από την επιδερμίδα, την μπριγιαντίνη στο άψογα χτενισμένο μαλλί και το μπουκλωτό μουστάκι του Πουαρό. Η φυσιολογία του ήρωα δεν τον κουκουλώνει όμως - του δίνει τον βατήρα για να την ανατρέπει, σε κάθε σκηνή. Το πονηρό, έντονο μπλε βλέμμα του δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης για το ποιος πάνω στο τρένο έχει το υψηλότερο IQ.

Η Ινγκριντ Μπέργκμαν έφυγε με το Οσκαρ Β' Γυναικείου ρόλου (ως θρησκόπληκτη χριστιανή ιεραπόστολος στην Αφρική), όμως, στον περιορισμένο χρόνο τους να μάς παρουσιαστούν όλοι του καστ (από την Λορίν Μπακόλ ως εκνευριστική αμερικανίδα τουρίστρια, μέχρι τον άγγλο αποικιοκράτη Σον Κόνερι) είναι απολαυστικοί. Ακόμα περισσότερο: το ότι βρίσκονται όλοι μαζί, έγκλειστοι, σε ένα τρένο, σε μία ταινία, σε κάνει να τους χαζεύεις.

Η μεγαλύτερη πρωταγωνίστριας (και) της ταινίας όμως, αυτή που αναμφισβήτητα κλέβει την παράσταση, είναι η γραφή της Κρίστι. Κλασική, διαχρονική και αξεπέραστη.