Ο Γουίλ, 25χρονος νεαρός σε προβληματική σχέση με τον ανταγωνιστικό πατέρα του, αποφασίζει να δώσει τόπο στην οργή και να επανενωθεί με την οικογένεια για ολιγοήμερες καλοκαιρινές διακοπές με ιστιοπλοϊκό στην Ισπανία. Μόνο που, την πρώτη κιόλας μέρα, η μητέρα και ο αδελφός του απάγονται από τρομοκράτες, γιατί ο πατέρας του είναι στην ουσία πράκτορας και οι άγνωστοι κακοί σκουρόχρωμοι τον εκβιάζουν να τους δώσει πίσω τον χαρτοφύλακα. Ποιο χαρτοφύλακα, αναρωτιέται ο Γουίλ, όταν με κάποιο γύρισμα της μοίρας μένει μόνος για να λύσει το μυστήριο, και περνάει 93 λεπτά της ζωής μας, τρέχοντας, πέφτοντας, τρώγοντας πάρα πολύ ξύλο και ανακαλύπτοντας ότι όλοι παίζουν διπλό παιχνίδι. Γιατί στη ζωή και στις (κακές) ταινίες... δεν πρέπει να εμπιστεύεσαι κανέναν.
Είναι να απορεί κανείς πώς μπορεί κάποιος να έχει στα χέρια του ένα τέτοιο budget και να τα κάνει θάλασσα. Γυρίσματα στην Ισπανία, που εκτός από την εξωτική της παράλια πλευρά, περιλαμβάνουν πρωινά, απογευματινά, βραδινά ανθρωποκυνηγητά στην καρδιά της ιστορικής Μαδρίτης. Εντυπωσιακές καταδιώξεις με αυτοκίνητα στα πυκνοκατοικημένα σημεία του κέντρου. Ελεύθερες πτώσεις από αναγνωρίσιμα κτίρια. Με άλλα λόγια: μία παραγωγή που έχει το πράσινο φως από το στούντιο να εντυπωσιάσει. Παρακολουθώντας όμως τον τρόπο που κινηματογραφεί και μετέπειτα μοντάρει ο Μαμπρούκ Ελ Μεχρί, η δράση καταλήγει τόσο κατακερματισμένη, που δεν χτίζει την παραμικρή ένταση, κλιμάκωση, εντυπωσιασμό. Οσο οι ήρωες τρέχουν πάνω κάτω σ' έναν θορυβώδη αχταρμά, αρχικά παραξενεύεσαι, μετέπειτα «μπουκώνεις», καταλήγεις να βαριέσαι.
Είναι επίσης άξιο απορία πώς μπορεί κάποιος να έχει στα χέρια του αυτό το καστ και να τα κάνει θάλασσα. Από τον «νέο σούπερμαν» (Χένρι Καβίλ), μέχρι τον die-hard αγαπημένο action hero (Μπρους Γουίλις) και το θηλυκό που τα έχει βάλει με άντρες, γυναίκες, ανθρώπους και εξωγήινους (Σιγκούρνεϊ Γουίβερ) όλα προμηνύουν ότι θα ζήσουμε συναρπαστικές αναμετρήσεις και ατάκες που θα αφήσουν ιστορία. Τίποτα από αυτά δεν συμβαίνει. Ο Γουίλις ξεμπερδεύει γρήγορα το cameo του, η Σιγκούρνεϊ αποφασίζει να παίξει «ακίνητα» και σχεδόν κωμικά σαν ένας θηλυκός «Εξολοθρευτής» (αλλά χωρίς χιούμορ) και ο Καβίλ είναι ... απλά κακός ηθοποιός.
Κι όλα, ακόμα και σε μια ταινία δράσης, καταλήγουν στο σενάριο. Οταν αυτό δεν υπάρχει, θα το καταλάβεις όταν κάτσεις στο μοντάζ. Οταν του έχεις συμπεριφερθεί σαν μία ξεπέτα-αφορμή για να πατήσεις και να παίξεις με τις κάμερες, θα το βρεις μπροστά σου. Οταν δεν το έχεις εμπιστευθεί ώστε να καταλήξεις με μία καλοστημένη αλά Τζέιμς Μπορν περιπέτεια, δε θα σε εμπιστευθεί ούτε αυτό.