Το 2000, η Μαϊσάμπελ έμεινε χήρα με τραγικό τρόπο. Ο σύζυγός της, ο πολιτικός Χουάν Μαρία Χορέκι, δολοφονήθηκε από Βάσκους της οργάνωσης ΕΤΑ (Βάσκοι αυτονομιστές). Το ζευγάρι ήταν μαζί από τα 16 τους χρόνια. Τα χρόνια περνούν, ένας από τους δολοφόνους είναι στη φυλακή, η Μαϊσάμπελ αρχίζει έναν αγώνα για τα θύματα των τρομοκρατικών οργανώσεων, η κόρη μεγαλώνει και γίνεται μητέρα και η ίδια. Δέκα χρόνια μετά πολλά ακόμα έχουν αλλάξει. Πολλοί Βάσκοι αντιστασιακοί αρχίζουν να απομακρύνονται από την ΕΤΑ και να αναθεωρούν. Ανάμεσά τους κι ο δολοφόνος του άντρα της, ο οποίος μέσα στη φυλακή μετανόησε πικρά και αποκήρυξε την ένοπλη βία και τη δράση της οργάνωσης. Ζήτησε από την Μαϊσάμπελ να τη συναντήσει για να της ζητήσει προσωπικά συγγνώμη. Η κόρη της προσπαθεί να την αποτρέψει, αλλά εκείνη έχει αποφασίσει τη δική της διαδρομή προς την επούλωση των τραυμάτων και τη συμφιλίωση με την απώλεια...
Βασισμένο εν μέρει σε αληθινή ιστορία, το δράμα της Ισιάρ Μπολέιν («Η Ελιά», «Ακόμη και η Βροχή») επιχειρεί να περιγράψει το σύνθετο πολιτικό πλαίσιο, μέσα από μια προσωπική ιστορία. Τόσο τα θύματα, όσο και οι δολοφόνοι αποκτούν φωνή, πίσω και πέρα από τις ιδεολογίες. Εχουν γυναίκες, κόρες, μάνες. Εχουν πόνο και τύψεις. Κάθονται σε τραπέζια και κοιτάζονται στα μάτια και λένε δύσκολες αλήθειες. Είναι, και οι δύο, δυστυχισμένοι.
Υπάρχει τρόπος να συμφιλιωθούν οι δύο -εθνικές, πολιτικές- αντίπαλες πλευρές; Υπάρχει χώρος για κατανόηση, αν όχι συγχώρεση; Μπορούν να σταθούν σε όσα τους ενώνουν (συγκλονιστική η στιγμή που η Μαϊσάμπελ αποκαλύπτει στο δολοφόνο τα πιστεύω και τα έργα του πολιτικού άντρα της κι αυτός μένει συγκλονισμένος) κι όχι σε όσα τους χωρίζουν; Οι απαντήσεις είναι δύσκολες, πολύπλοκες, φορτωμένες με συναισθηματικό βάρος και η Μπολέιν, πολύ σωστά, αποφεύγει να τις γενικεύσει σε εύκολα, στρογγυλά συμπεράσματα. Οπως κι ο τίτλος της ταινίας διευκρινίζει, αυτή είναι η ιστορία της Μαϊσάμπελ - κανενός άλλου.
Με ένα τόσο δύσκολο θέμα όμως, είναι αδύνατον να αποφύγεις την παγίδα του μελό. Ενας μετανιωμένος τρομοκράτης και μία γυναίκα με την πολιτική ανοικτότητα να δεχθεί να τον ακούσει, από το χαρτί κιόλας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: διδακτισμός, πολιτική ηθικολογία, μελοδραματισμός. Και, ναι, υπάρχουν στιγμές που η ταινία ξεφεύγει σε μία χειριστική συγκίνηση.
Υπάρχει όμως κάτι που πάντα τη σώζει. Οι σκηνές που μοιράζονται κεντρική ηρωίδα και δολοφόνος. Οι σκηνές που μοιράζονται οι πρωταγωνιστές, Μπλάνκα Πορτίγιο και Λουίς Τοσάρ. Η Πορτίγιο δίνει μία αυστηρή, δωρική αξιοπρέπεια στην Μαϊσάμπελ, Κι ο Τοσάρ κλέβει την παράσταση, επιτρέποντας στο σκληρό του πρόσωπο να καταρρέει από τις τύψεις - μία ρυτίδα τη φορά. Οι συνευρέσεις τους, οι διάλογοί τους, ή απλώς τα βλέμματα που ρίχνουν ο ένας στον άλλον στηρίζουν όλη την ταινία.
Η βαθιά πληγή ενός εμφυλίου δεν κλείνει με happy end, ούτε επουλώνεται μέσα από το σινεμά. Αν καταφέρει όμως να ανοίξει έναν διάλογο, να ανασύρει θέματα που η χώρα έχει κρύψει κάτω από το χαλάκι γιατί δεν αντέχει άλλο να αντιμετωπίζει, τότε έχει πετύχει το σκοπό της. Οι 14 υποψηφιότητες και τα 3 βραβεία Γκόγια, αλλά και η μεγάλη εισπρακτική επιτυχία της «Μαϊσάμπελ» στην Ισπανία αποδεικνύουν ότι ο διάλογος άνοιξε μαζικά.