Η Ρεμπέκα είναι ροκ. Το καταλαβαίνουμε από τις αφίσες metal συγκροτημάτων στους τοίχους του σπιτιού της και τα μαύρα βαμμένα νύχια της. Είναι, επίσης, το κορίτσι που εγκατέλειψε το σπίτι του χρόνια πριν, γιατί η μανιοκαταθλιπτική μητέρα της εμφάνιζε τακτικά την κολλητή της φίλη. Την Νταϊάν, ένα δολοφονικό πλάσμα που ίσως είναι πνεύμα, ίσως εφιάλτης, ίσως πραγματικότητα, ένα τέρας, με τα φωτεινά μάτια, τα αγριεμένα μαλλιά, τα γαμψά νύχια στα χέρια και τη φωνή της δαιμονισμένης Λίντα Μπλερ. Η Νταϊάν εμφανίζεται μόνο όταν η μητέρα είναι σε κρίση, γι’ αυτό φροντίζει να προκαλεί συχνά τέτοιες. Τώρα που η μορφή της Νταϊάν εμφανίζεται και στον μικρούλη αδελφό της Ρεμπέκα, τον αβοήθητο Μάρτιν, η κοπέλα αποφασίζει να αφήσει για λίγο παράμερα τον επίσης ροκ γκόμενό της και ν’ ασχοληθεί με τα οικογενειακά της.
Το σημαντικότερο: το τέρας εμφανίζεται μόνο όταν σβήσουν όλα τα φώτα. Σβήνεις το φως, το βλέπεις. Το ανάβεις, δεν το βλέπεις. Το ξανασβήνεις, είναι εκεί, πιστό στο ραντεβού του. Γιατί τι πιο αυτονόητο από μια ταινία τρόμου που παίζει με τον κοινό, πανανθρώπινο φόβο του σκοταδιού. Εκεί, στα αυτονόητα, μένει ο Σάντμπεργκ, που, λίγο πριν σκηνοθετήσει το «Annabelle 2», μοιάζει να θέλει να περάσει εξετάσεις με κριτή τον Τζέιμς Γουαν («Το Κάλεσμα»), που κρατά στην ταινία τη θέση παραγωγού (και επόπτη). Αλλωστε, ο Γουαν ανακάλυψε τον Σάντμπεργκ από το μόλις δυόμιση λεπτών ταινιάκι του με τον ίδιο τίτλο και το ίδιο θέμα (δείτε το εδώ), που ανέβηκε στο youtube κι έγινε viral και τον έβαλε κάτω από τη φτερούγα του.
Κι αναρωτιόμαστε πότε θα πετάξει από εκεί, γιατί στο «Lights Out» παραδίδει το πιο προβλέψιμο, ανέμπνευστο, κοινότυπο θρίλερ μαζικής παραγωγής, μ’ ένα σενάριο τόσο αδιάφορο που ούτε η πιο δημιουργική σκηνοθετική μαεστρία δεν μπορεί να κάνει ενδιαφέρον και ο Σάντμπεργκ δε δείχνει, εδώ τουλάχιστον, να τη διαθέτει. Ο συνδυασμός της Μαρία Μπέλο ως μητέρας και της Τερέζα Πάλμερ ως κόρης είναι, τουλάχιστον, εξαιρετικά φωτογενής, αλλά στα υπόλοιπα της ταινίας, σας προκαλούμε: σβήστε το φως, δε θα συμβεί τίποτε ενδιαφέρον.