Ενα θρίλερ επιβίωσης, λίγο καλύτερο απ' αυτό που περιμένεις είναι το «Last Breath», όχι χάρη στο σενάριο, αλλά χάρη στην υποβρύχια φωτογραφία του και την πάντα ευπρόσδεκτη παρουσία του Γούντι Χάρελσον, που λέει διάφορα ηρωικά κι αντρίκια.
Ο κατά κύριο λόγο ντοκιμαντερίστας Αλεξ Πάρκινσον μοιάζει συνεπαρμένος από την πραγματική ιστορία του δύτη Κρις Λέμονς, μια και έκανε πρώτα ένα ντοκιμαντέρ γι' αυτήν, το 2019 και τώρα τη «διευρύνει» σε μυθοπλασία. Η ταινία παρακολουθεί μια ομάδα δυτών στη Βόρεια Θάλασσα, σε αποστολή «ρουτίνας», επισκευής καλωδίων στον βυθό. Ο Κρις θα εγκλωβιστεί, εκατό μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, στο απύθμενο σκοτάδι και με το οξυγόνο του να τελειώνει, όσο οι συνάδελφοί του στο καράβι θα προσπαθήσουν, πεισματικά, να τον βρουν και να τον σώσουν.
Καθώς πρόκειται για αληθινή ιστορία, είναι εύκολο να μαντέψει κανείς το φινάλε, θα ήταν κι αν δεν ήταν γνωστά τα γεγονότα, γιατί το σενάριο ακολουθεί μια (αξιοπρεπή) πεπατημένη του θρίλερ επιβίωσης, με αυξανόμενη αγωνία, παράτολμες πράξεις και ανθρώπινες υπερβάσεις. Στόχος εδώ είναι η ανάδειξη της γενναιότητας και της ομαδικότητας, ενώ καθόλου δεν νοιάζεται ο Πάρκινσον για τον παράγοντα της συγκίνησης, ούτε και για την εμβάθυνση στους χαρακτήρες του που αρκούνται στη σχηματικότητα και στη δράση.
Αυτό που κερδίζει το ενδιαφέρον στην ταινία και που προκαλεί μεγαλύτερη αγωνία κι από την ιστορία της, είναι η φωτογραφία μαζί με τον ήχο, οι υποβρύχιες λήψεις που στις πετυχημένες τους στιγμές μοιάζει να εγκλωβίζουν τον θεατή στον βυθό, προκαλώντας αγνό τρόμο και λίγη δύσπνοια αν κάποιος έχει την τάση. Ας πούμε ότι γίνεται και μια προσπάθεια σχολίου για την ανθρώπινη μοναξιά μέσα στην απροσπέλαστη φύση, αλλά κι αυτό, όπως και η συναισθηματική διάσταση των ηρώων, ακούγεται αμυδρά, σαν μέσα από αναπνευστήρα.